ὑπό π. Νικηφόρου Νάσσου
Θεομητορική πανήγυρη ἔχουμε οἱ Ὀρθόδοξοι κατά την 15η Αὐγούστου ἑορτάζοντας τήν πάνσεπτον Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, τῆς Μητέρας τοῦ Κυρίου μας!
Ὁ λαός μας ὀνομάζει τήν ἑορτή αὐτή «Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ». Τήν ἑορτάζει δέ γηθοσύνως καί λαμπρῶς, μέ ἀνείπωτη χαρά! Εἶναι ὄντωςαὐτή ἡ Ἑορτή πρόξενος μεγάλης χαρᾶς καί ἐσωτερικῆς εὐφροσύνης, διότι Ἐκείνη ἡ ὁποία Μετέστη πρόν Οὐρανόν σωματικῶς, δέν ἐγκατέλειψε τόν κόσμο πνευματικῶς, ὅπως ψάλλουμε στό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς: «ἐν τῇ Κοιμήσει τόν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε».
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἐκπληρώνοντας τό κοινό χρέος, ἐγκαταλείπει τήν χοϊκότητα, ὅπως χαρακτηριστικά γράφει ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, «τόν χοῦν ἀποδύεται, καί τό ἀπό γεννέσεως ἀποτίθεται κάλυμμα, καί τῇ γῇ τό συγγενές ἀποδίδωσιν». Ὡς γνωστόν, κατά τήν ὀρθόδοξο Παράδοσή μας, ἄν καί ὁ τρόπος τῆς μεταστάσεως κάθε θνητοῦ εἶναι κοινός, ταυτόχρονα ἔχει καί κάποιο ἰδιαίτερο στοιχεῖο σέ κάθε ἕναν ἐκ τῶν ἀνθρώπων. Τό τέλος τῆς Παναχράντου Θεομήτορος προσδιόρισε τό «ἰδιάζον ἀξίωμα» πάλι κατά τόν ἅγιο Ἀνδρέα Κρήτης, καί αὐτό ἦταν ἡ ψυχοσωματική της Μετάσταση.
Ἡ Ὑπερευλογημένη Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τό «θεολάξευτον ἄγαλμα», ἄν καί ἐγεύθη πραγματικοῦ θανάτου ὡς ἄνθρωπος, ἐντούτοις οὔτε ὑποτάχθηκε στόν θάνατο, οὔτε κατακρατήθηκε στόν Ἅδη, ἀλλά ὅπως ψάλλουμε στό Κοντάκιο τῆς Ἑορτῆς, «τάφος καί νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν» τό θεοδόχον σῶμα Της, ἀλλά ὁ Κύριος «πρός τήν Ζωήν μετάστησεν» Αὐτήν πού ὑπῆρξε ἡ «Μήτηρ τῆς Ζωῆς».
Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι τιμοῦμε ὑπερβολικά καί μέ ἄπειρη ἀγάπη τήν Παναγία μας, τήν «γλυκυτάτη θετή μητέρα τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν» κατά τήν διατύπωση τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἡ ὁποία ἐγέννησε τήν σεσαρκωμένη σωτηρία τοῦ κόσμου τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Εἶναι κατά τούς Πατέρες μας «ἡ ἁγίων ἁγιωτέρα, καί ἱερῶν ἱερωτέρα, και ὁσίων ὁσιωτέρα». Αὐτήν ἐξέλεξε «πρό πασῶν τῶν γενεῶν» γιά Μητέρα Του ὁ Ἄκτιστος Λόγος καί Δημιουργός τοῦ παντός, προκειμένου νά εἰσέλθει στόν κτιστό κόσμο καί τήν ἱστορία γιά νά ἑνώσει τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο, τόν κόσμο μέ τόν τριαδικό Θεό. Καί ὅπως ἀποτυπώνεται σέ ἕνα πατερικό κείμενο κατά τρόπο ἀνθρωποπρεπῆ, ὁ Θεός «ἔψαξε» σέ ὅλο τόν κόσμο καί δέν βρῆκε ὅμοια γυναῖκα μέ τήν Ὑπερευλογημένη Μαρία, γιά νά προσλάβει ἀπό αὐτήν τήν ἀνθρώπινη φύση μας! «Ψηλαφήσας ὁ Ὕψιστος ὅλον τόν κόσμον καί μή εὑρών ὁμοίαν σου μητέρα, ὡς ηὐδόκησεν, ἐκ σοῦ τῆς ἡγιασμένης ἄνθρωπος διά φιλανθρωπίαν γεννήσεται», γράφει ὁ Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ Παναγία ἕνωσε τήν γῆ μέ τόν οὐρανό! Ἔφερε τόν Θεό διά τῆς Ἐνανθρωπήσεως στόν κόσμο καί μετέφερε τόν ἄνθρωπο ὡς θεία Κλίμαξ ἐπάνω στόν οὐρανό. Γι᾿ αὐτό οἱ Ὀρθόδοξοι τήν τιμοῦμε ὑπερβολικά. Καί καθ᾿ ὅλην αὐτή τήν περίοδο τοῦ Δεκαπενταυγούστου τρέχουμε σάν τά διψασμένα ἐλάφια γιά νά μετέχουμε στίς Παρακλήσεις, ὅπου ἀφήσαμε τήν ψυχή μας νά ἀναβλύσει ἀπό εὐγνωμοσύνη καί τήν καρδιά μας νά ἐκφράσει τήν ἱκεσία, ἀλλά καί τήν υἱική ἀγάπη πρός τήν μεγάλη Μητέρα μας πού ἀκούει τούς βαθύτατους στεναγμούς καί ἐκπληρώνει τά αἰτήματα τῶν καρδιῶν μας. Καί κανείς πιστός δέν ἐπιστρέφει κατηφής καί μελαγχολικός, λυπημένος καί παραπονεμένος ἀπό τήν Παναγία μας, ἀλλά γυρίζει μέ τήν χαρά καί τήν ἐλπίδα τῆς ἐκπληρώσεως τῶν αἰτημάτων του, ὅπως ἀκοῦμε στούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας τους θεομητορικούς. «Οὐδεὶς προστρέχων ἐπὶ σοί, κατῃσχυμένος ἀπὸ σοῦ ἐκπορεύεται, ἁγνὴ Παρθένε Θεοτόκε, ἀλλ᾿ αἰτεῖται τὴν χάριν, καὶ λαμβάνει τὸ δώρημα, πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως».
Ὁ Ἅγιος Θεός παρέχει ὄντως τά πρός σωτηρίαν αἰτήματα καί ὅτι ἄλλο εἶναι ἀναγκαῖο γιά τή ζωή μας, μέ τήν δυνατή παρρησία καί μεσιτεία τῆς Ὑπεραχράντου Μητέρας Του. Τοῦ τό ἀπαιτεῖ κατά κάποιο τρόπο ἡ Παναγία. Ἐπεμβαίνει συνεχῶς καί παρακαλεῖ γιά μᾶς τόν Υἱό της. Ἔχει δικαίωμα νά τό κάνει καί νά ἀπαιτεῖ, διότι Αὐτή ἐδάνεισε τήν σάρκα στόν Υἱό της γιά νά ἐνανθρωπίσει καί ἑπομένως τῆς χρωστάει πάντοτε χάρη ὁ Χριστός, ὅπως τόσο παραστατικά καί θεολογικά τά γράφει στό «Ἑορτοδρόμιό» του ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Καί ἄν κάθε Ἅγιος ἔχει παρρησία πρός τόν Θεό γιά νά ζητήσει χάρη, πολύ μεγαλύτερη παρρησία ἔχει ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, λόγῳ ἀκριβῶς αὐτοῦ τοῦ ἐσωτερικοῦ δανεισμοῦ τῆς σαρκός, διά τοῦ ὁποίου τόν κατέστησε, λέγει, εἰς Αὐτήν χρεώστην. Αὐτό ὑπογράμμισε τόν 3ο αἰ. καί ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, σημειώνοντας σέ ἕνα καταπληκτικό χωρίο του ὅτι ἐνῶ ὅλοι ὀφείλουμε στόν Θεό, ἀντίθετα στήν Παναγία ὀφείλει ὀ ἴδιος ὁ Θεός! «Εὖγε, εὖγε μήτηρ Θεοῦ καί δούλη. Εὖγε, εὖγε ἡ ὑπόχρεων ἔχουσα τόν πάντων δανειστήν. Πάντες μέν Θεῷ ἐποφείλομεν, σοί δέ ἐποφείλεται»! Αὐτό, λοιπόν, τό δάνειον χρησιμοποιεῖ ἡ Παναγία γιά νά ἀποσπᾶ ἀπό τόν Υἱό της τό ἐκχυνόμενο ἔλεός Του πρός ἐμᾶς.
Αὐτό τό «ἐσωτερικόν δάνειον τῆς σαρκός», καί ἐμεῖς ἄς ἀξιοποιοῦμε πάντοτε μέσα στά πλαίσια τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Δηλαδή νά ἀξιοποιοῦμε τήν δυνατότητα τῆς ἰσχυρῆς καί ἀποδοτικῆς πρεσβείας τῆς Θεοτόκου πρός τόν Υἱόν της καί νά τήν παρακαλοῦμε γιά τά αἰτήματά μας. Ἄς τήν ἱκετεύουμε νά εἰρηνεύσει τόν ταραγμένο κόσμο μας καί νά μᾶς ὁδηγεῖ ὡς Μητέρα τοῦ Φωτός στόν Φωτοδότη Υἱό της πού εἶναι τό ἀληθινόν Φῶς πού φωτίζει τίς καρδιές ὅσων τόν ἀκολουθοῦν διαχρονικῶς, τόν πιστεύουν ὑπαρξιακῶς καί τόν λατρεύουν ὀρθοδόξως καί ἀληθινῶς. Καί ἄς μή λησμονοῦμε ὅτι κατά τόν ἱερό Αὐγουστίνο ἐπίσκοπο Ἰππῶνος, «τρία δεν ἠδυνήθη νά κάμῃ τελειότερα ὁ Θεός, παρά πᾶσαν τήν Παντοδυναμίαν του. Την Σάρκωσιν, τήν Παρθένον και τήν μακαριότητα τῶν δικαίων ἐν τῇ μελλούσῃ ζωῇ»…
Ἔτη πολλά καί εὐλογημένα, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος νά εἶναι βοηθός ὅλων.
Θεομητορική πανήγυρη ἔχουμε οἱ Ὀρθόδοξοι κατά την 15η Αὐγούστου ἑορτάζοντας τήν πάνσεπτον Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, τῆς Μητέρας τοῦ Κυρίου μας!
Ὁ λαός μας ὀνομάζει τήν ἑορτή αὐτή «Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ». Τήν ἑορτάζει δέ γηθοσύνως καί λαμπρῶς, μέ ἀνείπωτη χαρά! Εἶναι ὄντωςαὐτή ἡ Ἑορτή πρόξενος μεγάλης χαρᾶς καί ἐσωτερικῆς εὐφροσύνης, διότι Ἐκείνη ἡ ὁποία Μετέστη πρόν Οὐρανόν σωματικῶς, δέν ἐγκατέλειψε τόν κόσμο πνευματικῶς, ὅπως ψάλλουμε στό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς: «ἐν τῇ Κοιμήσει τόν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε».
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἐκπληρώνοντας τό κοινό χρέος, ἐγκαταλείπει τήν χοϊκότητα, ὅπως χαρακτηριστικά γράφει ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, «τόν χοῦν ἀποδύεται, καί τό ἀπό γεννέσεως ἀποτίθεται κάλυμμα, καί τῇ γῇ τό συγγενές ἀποδίδωσιν». Ὡς γνωστόν, κατά τήν ὀρθόδοξο Παράδοσή μας, ἄν καί ὁ τρόπος τῆς μεταστάσεως κάθε θνητοῦ εἶναι κοινός, ταυτόχρονα ἔχει καί κάποιο ἰδιαίτερο στοιχεῖο σέ κάθε ἕναν ἐκ τῶν ἀνθρώπων. Τό τέλος τῆς Παναχράντου Θεομήτορος προσδιόρισε τό «ἰδιάζον ἀξίωμα» πάλι κατά τόν ἅγιο Ἀνδρέα Κρήτης, καί αὐτό ἦταν ἡ ψυχοσωματική της Μετάσταση.
Ἡ Ὑπερευλογημένη Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τό «θεολάξευτον ἄγαλμα», ἄν καί ἐγεύθη πραγματικοῦ θανάτου ὡς ἄνθρωπος, ἐντούτοις οὔτε ὑποτάχθηκε στόν θάνατο, οὔτε κατακρατήθηκε στόν Ἅδη, ἀλλά ὅπως ψάλλουμε στό Κοντάκιο τῆς Ἑορτῆς, «τάφος καί νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν» τό θεοδόχον σῶμα Της, ἀλλά ὁ Κύριος «πρός τήν Ζωήν μετάστησεν» Αὐτήν πού ὑπῆρξε ἡ «Μήτηρ τῆς Ζωῆς».
Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι τιμοῦμε ὑπερβολικά καί μέ ἄπειρη ἀγάπη τήν Παναγία μας, τήν «γλυκυτάτη θετή μητέρα τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν» κατά τήν διατύπωση τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἡ ὁποία ἐγέννησε τήν σεσαρκωμένη σωτηρία τοῦ κόσμου τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Εἶναι κατά τούς Πατέρες μας «ἡ ἁγίων ἁγιωτέρα, καί ἱερῶν ἱερωτέρα, και ὁσίων ὁσιωτέρα». Αὐτήν ἐξέλεξε «πρό πασῶν τῶν γενεῶν» γιά Μητέρα Του ὁ Ἄκτιστος Λόγος καί Δημιουργός τοῦ παντός, προκειμένου νά εἰσέλθει στόν κτιστό κόσμο καί τήν ἱστορία γιά νά ἑνώσει τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο, τόν κόσμο μέ τόν τριαδικό Θεό. Καί ὅπως ἀποτυπώνεται σέ ἕνα πατερικό κείμενο κατά τρόπο ἀνθρωποπρεπῆ, ὁ Θεός «ἔψαξε» σέ ὅλο τόν κόσμο καί δέν βρῆκε ὅμοια γυναῖκα μέ τήν Ὑπερευλογημένη Μαρία, γιά νά προσλάβει ἀπό αὐτήν τήν ἀνθρώπινη φύση μας! «Ψηλαφήσας ὁ Ὕψιστος ὅλον τόν κόσμον καί μή εὑρών ὁμοίαν σου μητέρα, ὡς ηὐδόκησεν, ἐκ σοῦ τῆς ἡγιασμένης ἄνθρωπος διά φιλανθρωπίαν γεννήσεται», γράφει ὁ Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ Παναγία ἕνωσε τήν γῆ μέ τόν οὐρανό! Ἔφερε τόν Θεό διά τῆς Ἐνανθρωπήσεως στόν κόσμο καί μετέφερε τόν ἄνθρωπο ὡς θεία Κλίμαξ ἐπάνω στόν οὐρανό. Γι᾿ αὐτό οἱ Ὀρθόδοξοι τήν τιμοῦμε ὑπερβολικά. Καί καθ᾿ ὅλην αὐτή τήν περίοδο τοῦ Δεκαπενταυγούστου τρέχουμε σάν τά διψασμένα ἐλάφια γιά νά μετέχουμε στίς Παρακλήσεις, ὅπου ἀφήσαμε τήν ψυχή μας νά ἀναβλύσει ἀπό εὐγνωμοσύνη καί τήν καρδιά μας νά ἐκφράσει τήν ἱκεσία, ἀλλά καί τήν υἱική ἀγάπη πρός τήν μεγάλη Μητέρα μας πού ἀκούει τούς βαθύτατους στεναγμούς καί ἐκπληρώνει τά αἰτήματα τῶν καρδιῶν μας. Καί κανείς πιστός δέν ἐπιστρέφει κατηφής καί μελαγχολικός, λυπημένος καί παραπονεμένος ἀπό τήν Παναγία μας, ἀλλά γυρίζει μέ τήν χαρά καί τήν ἐλπίδα τῆς ἐκπληρώσεως τῶν αἰτημάτων του, ὅπως ἀκοῦμε στούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας τους θεομητορικούς. «Οὐδεὶς προστρέχων ἐπὶ σοί, κατῃσχυμένος ἀπὸ σοῦ ἐκπορεύεται, ἁγνὴ Παρθένε Θεοτόκε, ἀλλ᾿ αἰτεῖται τὴν χάριν, καὶ λαμβάνει τὸ δώρημα, πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως».
Ὁ Ἅγιος Θεός παρέχει ὄντως τά πρός σωτηρίαν αἰτήματα καί ὅτι ἄλλο εἶναι ἀναγκαῖο γιά τή ζωή μας, μέ τήν δυνατή παρρησία καί μεσιτεία τῆς Ὑπεραχράντου Μητέρας Του. Τοῦ τό ἀπαιτεῖ κατά κάποιο τρόπο ἡ Παναγία. Ἐπεμβαίνει συνεχῶς καί παρακαλεῖ γιά μᾶς τόν Υἱό της. Ἔχει δικαίωμα νά τό κάνει καί νά ἀπαιτεῖ, διότι Αὐτή ἐδάνεισε τήν σάρκα στόν Υἱό της γιά νά ἐνανθρωπίσει καί ἑπομένως τῆς χρωστάει πάντοτε χάρη ὁ Χριστός, ὅπως τόσο παραστατικά καί θεολογικά τά γράφει στό «Ἑορτοδρόμιό» του ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Καί ἄν κάθε Ἅγιος ἔχει παρρησία πρός τόν Θεό γιά νά ζητήσει χάρη, πολύ μεγαλύτερη παρρησία ἔχει ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, λόγῳ ἀκριβῶς αὐτοῦ τοῦ ἐσωτερικοῦ δανεισμοῦ τῆς σαρκός, διά τοῦ ὁποίου τόν κατέστησε, λέγει, εἰς Αὐτήν χρεώστην. Αὐτό ὑπογράμμισε τόν 3ο αἰ. καί ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, σημειώνοντας σέ ἕνα καταπληκτικό χωρίο του ὅτι ἐνῶ ὅλοι ὀφείλουμε στόν Θεό, ἀντίθετα στήν Παναγία ὀφείλει ὀ ἴδιος ὁ Θεός! «Εὖγε, εὖγε μήτηρ Θεοῦ καί δούλη. Εὖγε, εὖγε ἡ ὑπόχρεων ἔχουσα τόν πάντων δανειστήν. Πάντες μέν Θεῷ ἐποφείλομεν, σοί δέ ἐποφείλεται»! Αὐτό, λοιπόν, τό δάνειον χρησιμοποιεῖ ἡ Παναγία γιά νά ἀποσπᾶ ἀπό τόν Υἱό της τό ἐκχυνόμενο ἔλεός Του πρός ἐμᾶς.
Αὐτό τό «ἐσωτερικόν δάνειον τῆς σαρκός», καί ἐμεῖς ἄς ἀξιοποιοῦμε πάντοτε μέσα στά πλαίσια τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Δηλαδή νά ἀξιοποιοῦμε τήν δυνατότητα τῆς ἰσχυρῆς καί ἀποδοτικῆς πρεσβείας τῆς Θεοτόκου πρός τόν Υἱόν της καί νά τήν παρακαλοῦμε γιά τά αἰτήματά μας. Ἄς τήν ἱκετεύουμε νά εἰρηνεύσει τόν ταραγμένο κόσμο μας καί νά μᾶς ὁδηγεῖ ὡς Μητέρα τοῦ Φωτός στόν Φωτοδότη Υἱό της πού εἶναι τό ἀληθινόν Φῶς πού φωτίζει τίς καρδιές ὅσων τόν ἀκολουθοῦν διαχρονικῶς, τόν πιστεύουν ὑπαρξιακῶς καί τόν λατρεύουν ὀρθοδόξως καί ἀληθινῶς. Καί ἄς μή λησμονοῦμε ὅτι κατά τόν ἱερό Αὐγουστίνο ἐπίσκοπο Ἰππῶνος, «τρία δεν ἠδυνήθη νά κάμῃ τελειότερα ὁ Θεός, παρά πᾶσαν τήν Παντοδυναμίαν του. Την Σάρκωσιν, τήν Παρθένον και τήν μακαριότητα τῶν δικαίων ἐν τῇ μελλούσῃ ζωῇ»…
Ἔτη πολλά καί εὐλογημένα, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος νά εἶναι βοηθός ὅλων.