Γ.Ο.Χ. Θεσσαλονίκης κ. Γρηγορίου
Ἐάν, βεβαίως, ὃλοι οἱ ἅγιοι εἶναι ἣρωες τῆς πίστεως, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξάνδρειας εἶναι « ὁ ἀγιώτερος τῶν ἡρώων ἢ μᾶλλον ὁ ἡρωϊκότερος τῶν ἁγίων». Διότι ὂχι μόνο ἒζησε βίο ἃγιο, ἀνεπίληπτο, ἀσκητικό καί ἀποτέλεσε πρότυπο ἀληθινοῦ ποιμένα ἀλλά ἀντιστάθηκε μέ ἀδιάπτωτο σθένος καί ἀτρόμητο θάρρος στίς δυνάμεις τοῦ σκότους καί κατώρθωσε νά ἀνατρέψει τήν πορεία ὀλέθρου τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Ἡ Ἐκκλησία τόν ἀπεκάλεσε Μέγα. Καί πράγματι ὑπῆρξε μέγας τῆς ἐκκλησίας πατέρας, ἓνας ἀπό τούς ἐπιφανέστερους οἰκουμενικούς διδασκάλους καθώς ἐπίσης καί ὁ ἐνδοξότερος ὑπέρμαχος τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ.
Γεννήθηκε στήν Ἀλλεξάνδρεια στά τέλη τοῦ 3ου αἰώνα (293-298 μ.Χ.) ἀπό γονεῖς περιβόητους γιά τήν εὐσέβεια καί τήν ἀρετή τους. Ἀπό τήν παιδική του ἀκόμη ἠλικία ἐκδήλωσε τήν κλίση του πρός τήν ἱερωσύνη. Διότι παίζοντας μία ἡμέρα μαζί με συνομήλικές του κοντά στή θάλασσα, μιμήθηκε τό πρόσωπο τοῦ ἐπισκόπου καί βάπτισε παιδιά τῶν εἰδολολατρῶν. Τό ἱερό αὐτό παιχνίδι κίνησε τό ἐνδιαφέρον τοῦ ἐπισκόπου Ἀλεξανδρείας Ἁγίου Ἀλεξάνδρου, ὁ ὁποῖος. ἀφοῦ βεβαιώθηκε ὃτι ὁ μικρός Ἀθανάσιος εἶχε τηρήσει με ἀξιοθαύμαστη ἀκρίβεια ὃλους τούς κανόνες τοῦ μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος, ἀνεγνώρισε ὡς ἒγκυρες τίς βαπτίσεις. Ἒμεινε δέ κατάπληκτος ἀπό τήν εὐσέβεια και τά ἒκτακτα διανοητικά χαρίσματα τοῦ Ἀθανασίου. Καί ἀπό ἐκείνη τήν ἡμέρα τοῦ ἂνοιξε τίς πύλες τῆς ἀρχιεπισκοπῆς καί ἀνέλαβε, σάν πατέρας φιλόστοργος, τήν προστασία και τήν μόρφωσή του.