Ι.Ν. Τιμίου Προδρόμου
  • Αρχική
  • Ο Επίσκοπος
  • Ιερός Ναός
  • Ειδήσεις
  • Ανακοινώσεις
  • Κήρυγμα
  • Αρθρογραφία
    • Ιστορικά
    • Αντιαιρετικά
    • Θεολογικά
    • Διάφορα
  • Εορτολόγιο
  • Radio
  • Επικοινωνία

Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΤΑ - ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΥΠΕΡΦΥΩΝ ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

2/24/2014

0 Comments

 
Γράφει ο π. Νικηφόρος Νάσσος,
εφημέριος του Ιερού Ναού Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου Βόλου
Picture
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΜΑΣ ΠΕΡΙ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΚΟΛΑΣΕΩΣ)

Μέ­σα στή ζω­ή τῆς Ἐκκλη­σί­ας, ἔχου­με τήν εὐκαι­ρί­α καί τή δυ­να­τότητα ―μέσῳ ἀνα­λο­γιῶν, μεταφορῶν, ἀνα­γωγῶν, συμ­βο­λι­σμῶν, εἰκό­νων καί πα­ρα­στά­σε­ων― νά «ἀνι­χνεύ­σου­με» κά­πως τίς ἐπου­ρά­νιες καὶ πνευ­μα­τικὲς πραγ­μα­τι­κό­τη­τες, νά ψηλα­φή­σου­με τὸ Ἐπέ­κει­να, ἀλλά καὶ νά κα­τα­νο­ή­σου­με, στὰ μέ­τρα, βε­βαί­ως, τῆς κτι­στό­τη­τάς μας «ἐν εἰκό­νι», τά «ὑπέρ νοῦν καί αἴσθη­σιν», ἀφοῦ καὶ ἡ γλῶσσα τῆς Ἁγ. Γραφῆς καὶ ὅλης τῆς χριστια­νικῆς Θε­ο­λο­γί­ας εἶναι εἰκο­νο­λο­γι­κή καί, ἑπο­μέ­νως, αὐτές οἱ με­τα­φυ­σικὲς καὶ ὑπερ­βα­τικὲς «εἰκό­νες», ὅπως και ἀλλοῦ ἐπι­ση­μά­να­με, ἐκφρά­ζουν τὸ βα­θύ καὶ ἀποφατικὸ θε­ο­λο­γι­κὰ πε­ριε­χόμενο τῆς Ὀρθο­δό­ξου δι­δα­σκα­λί­ας μας. Ἀλλά, καί γε­γο­νό­τα καί πε­ρι­στα­τι­κά, τά ὁποῖα μᾶς δι­η­γεῖται ἡ Πα­τε­ρι­κή Γραμ­μα­τεί­α τῆς Ἐκκλη­σί­ας μας, συ­ντε­λοῦν στὴν ἔτι πε­ραι­τέ­ρω ἐμβά­θυν­σή μας στὰ πε­ρί τῆς «ἄλλης ζωῆς», ὑπό τήν δι­πλῆ της ὄψη, ὡς Πα­ρα­δείσου καί Κο­λάσε­ως.
Στὴ συ­νέ­χεια, θὰ ἔχου­με τὴν εὐκαι­ρί­α νὰ ἐξε­τά­σου­με πῶς αὐτὲς οἱ δύ­ο αἰώ­νιες κα­τα­στά­σεις, ὁ Παρά­δει­σος καὶ ἡ Κό­λα­ση, ἑρμη­νεύ­ο­νται ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ θε­ο­πνεύ­στους Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκκλη­σί­ας μας, οἱ ὁποῖοι, ὅσο τοὺς ἀξί­ω­σε ὁ Θε­ός, κατὰ τὸ μέ­τρο τῆς ἀρετῆς τους, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰ φυ­σικὰ ὅρια τῆς κτι­στό­τη­τας, εἰσῆλθαν στὸν Θεῖο «γνό­φο» καὶ μᾶς εἶπαν ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα τοὺς ἀπο­κα­λύφθη­σαν, ἄν καὶ ὄχι, βε­βαί­ως, ὅλα, ἀλλὰ με­ρι­κά, καὶ τοῦτο, διό­τι ὅλα τὰ τοῦ «ἄλλου κό­σμου» δὲν εἶναι δυ­νατὸν ἀπὸ πεπε­ρα­σμέ­νους θνη­τούς, ἀκό­μη καὶ Ἁγίους, νὰ γί­νουν γνω­στά καί ἀντι­λη­πτά.
Οἱ δύ­ο αὐτὲς αἰώ­νιες, μετὰ θά­να­τον, κα­τα­στά­σεις δὲν μπο­ρεῖ νὰ συλ­ληφθοῦν λο­γι­κά, οὔτε ἐπα­κριβῶς νὰ πε­ρι­γρα­φοῦν, ἀλλ᾿ οὔτε καί νὰ ἀντι­κει­με­νο­ποι­η­θοῦν μὲ βά­ση τὰ ἀνθρώπινα κρι­τή­ρια, ἀφοῦ ἀπο­τελοῦν ὑπερ­βα­τι­κές πραγ­μα­τι­κό­τη­τες, ποὺ ξε­περ­νοῦν κά­θε ἀνθρω­πί­νως νο­η­τό ὁρι­σμό. Οἱ διάφορες εἰκό­νες, ποὺ χρη­σι­μο­ποιοῦνται στὴ Γρα­φή σχε­τικὰ μὲ τὸν Πα­ρά­δει­σο καὶ τὴν Κό­λα­ση, καὶ οἱ ὁποῖες συμ­βαί­νει νὰ φαί­νο­νται, κάποιες ἴσως φορὲς, ἀκό­μα καὶ ἀντι­φα­τικὲς με­τα­ξύ τους, δὲν μπο­ρεῖ νὰ πα­ρουσιά­σουν τὴν ἀκρί­βεια τῶν πραγ­μά­των, ἀλλὰ τὸ πῶς πε­ρί­που μπο­ρεῖ νὰ (δι)αἰσθαν­θεῖ ἀμυ­δρὰ ὁ ἄνθρω­πος τὸν ἐπου­ρά­νιο ἐκεῖνο κό­σμο, τὸν πνευ­μα­τι­κό.
Ἡ ἀντι­φα­τι­κό­τη­τα (πα­ρα­δο­ξό­τη­τα) ἤ καί ἡ ἀσά­φεια[1] τῶν εἰκο­νι­σμῶν αὐτῶν περὶ τοῦ Πα­ρα­δεί­σου καὶ τῆς Κο­λά­σε­ως ὑπη­ρε­τεῖ, σύμ­φω­να πά­ντα μὲ τοὺς Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκκλη­σί­ας, κά­ποια σκο­πι­μότητα. Οἱ θε­ό­πνευ­στοι ἑρμηνευ­τές ἐξη­γοῦν ὅτι αὐτὲς ὑφί­στα­νται, ἀκριβῶς γιὰ νὰ μὴν προ­σκολλη­θεῖ ὁ ἄνθρω­πος σ᾿ αὐτήν καθ᾿ ἑαυ­τήν τὴν «εἰκό­να» καὶ τὴν πα­ρο­μοί­ω­ση, ἀλλ᾿ «ἀνα­γωγι­κά» νὰ ὑπερ­βεῖ ὅλες αὐτὲς τὶς ἐγκο­σμιοκρα­τικὲς καὶ ἀνθρώ­πι­νες γε­νικὰ πα­ρα­στά­σεις, καὶ νὰ νο­ή­σει «ὑπέρ λό­γον» τὴν ἐπου­ρά­νια πραγ­ματι­κό­τη­τα ὡς τε­λεί­ως δια­φο­ρε­τικὴ ἀπὸ τὰ πα­ρι­στά­με­να σχή­μα­τα· καὶ αὐτὸ, βέ­βαια, θὰ γί­νει μὲ τὴ βα­σικὴ θε­ο­λο­γικὴ ἀρχὴ τῆς «ὀντο­λο­γικῆς δια­φορᾶς» με­ταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου, ὅτι δη­λαδὴ με­ταξὺ κτι­στῶν καὶ ἀκτίστων πραγ­μα­τι­κο­τήτων δὲν ὑφίσταται ὀντο­λο­γικῶς καμί­α ὁμοιό­τη­τα καὶ καμί­α ἀνα­λογί­α! Ὁ ἅγιος Συ­μεὼν ὁ Νέ­ος Θε­ο­λό­γος θὰ ἐρω­τή­σει χαρα­κτη­ρι­στι­κά: «Τῷ ἀκτί­στῳ τὸ κτι­στόν γάρ, πῶς πο­τέ ἐξι­σω­θείῃ»; Καί ὁ Μέ­γας Ὁμο­λο­γη­τής, Μά­ξι­μος, θὰ συ­μπλη­ρώ­σει ὅτι «ἀκτί­στου καὶ κτι­στοῦ ἄπει­ρον τὸ μέ­σον ἐστι καὶ διά­φο­ρον»! Τὸ ἄκτι­στο δὲν ὑπάρ­χει τρό­πος νὰ χω­ρέ­σει στὸ κτι­στό· καὶ τὸ ἄπει­ρο δὲν ὑπάρ­χει τρό­πος νὰ νο­η­θεῖ ἀπὸ τὸ πε­πε­ρασμέ­νο καὶ ἀτε­λές. Θὰ πρέ­πει δὲ ἐν προ­κει­μένῳ νὰ γνω­ρί­ζου­με ὅτι ἡ διά­κρι­ση κτι­στοῦ καὶ ἀκτίστου εἶναι πρω­τεύ­ου­σα καὶ θε­με­λιώ­δης στὴν Ὀρθό­δο­ξη Θε­ο­λογί­α, ὅλες δὲ οἱ ἄλλες δια­κρί­σεις, ποὺ υἱο­θε­τοῦνται, δηλ. αἰσθη­τοῦ―νο­η­τοῦ, ὕλης―πνεύ­μα­τος, σώ­μα­τος―ψυχῆς κ.λπ., εἶναι δευτερεύ­ου­σες[2]. Ἐντού­τοις, ἡ Ὀρθό­δο­ξη Πα­τε­ρικὴ Θε­ο­λο­γί­α δὲν ἀπορ­ρί­πτει πα­ντελῶς τὴ φυ­σικὴ Ἀπο­κά­λυ­ψη, μέ­σα ἀπὸ τὰ «ἴχνη» καὶ τοὺς «τύ­πους» τῆς ὁποί­ας γνω­ρί­ζου­με τὰ Θεῖα προ­σό­ντα τοῦ (Θεί­ου) ἐκ-τυ­πωτῆ, κατὰ μί­α θε­ο­πρεπῆ ἀνα­λο­γί­α καὶ ὁμοιό­τητα.
Ἀφοῦ, λοιπόν, δὲν ὑφί­στα­ται κα­μί­α «φυσικὴ» ὁμοιό­τη­τα με­ταξὺ ἀκτίστου καὶ κτι­στοῦ, Θε­οῦ καὶ κό­σμου, ἐπου­ρα­νί­ων κα­τα­στά­σε­ων καὶ ἐπι­γείων, εἶναι αὐτονό­η­το ὅτι δὲν μπο­ρεῖ νὰ ὑπάρ­ξει καὶ κα­μί­α ἀπό­λυ­τη καὶ ἀκριβὴς (φω­το­γρα­φικὴ) πε­ρι­γρα­φή τοῦ ἀκτίστου (βλ. Ἀπο­φα­τι­σμό). Ἔτσι, ὅ,τι ἀπὸ τὸν ὁρατὸ/αἰσθητὸ κό­σμο χρη­σι­μο­ποιεῖται πρὸς πε­ρι­γραφὴ τῶν Ἐπέκεινα εἶναι συμ­βο­λι­κό. Ὁ Πα­ρά­δει­σος καὶ ἡ Κό­λαση, ὡς δύ­ο αἰώ­νιες κα­τα­στάσεις, βλέπου­με νὰ παρου­σιά­ζονται καὶ σὲ διάφορα ἐνύ­πνια καὶ ὁρά­μα­τα, ἀλλὰ πά­λι εἰκο­νι­κά, διό­τι δὲν ἐξη­γεῖται κατὰ δια­φο­ρε­τικὸ τρό­πο ἡ δι­πλῆ ὄψη τῆς αἰω­νί­ου κα­τα­στά­σε­ως καὶ ζωῆς· βλέ­πει λ.χ. κά­ποιος σὲ ὄνει­ρο τὸν κε­κοι­μη­μέ­νο οἰκεῖο του μέ­σα σὲ ἕνα τόπο πά­γκα­λο-αἰσθη­τό, ἕνα καταπρά­σι­νο κῆπο μὲ πο­λύ­χρω­μα ἄνθη κ.λπ., ἤ, ἀντί­θε­τα, μπορεῖ νὰ τὸν δεῖ (ὡς ἔνδει­ξη κο­λα­σμοῦ) μέ­σα σὲ ἕνα πυ­κνὸ σκο­τά­δι, πε­ρι­στοι­χι­σμένο ἀπό φλό­γες πυρός, τι­μω­ρού­με­νον μὲ διάφορα ὑλικὰ εἴδη βα­σάνων. Δὲν εἶναι, ὅμως, ἔτσι στὴν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ὁ Πα­ρά­δει­σος καὶ ἡ Κό­λα­ση (ὡς πρό­γευση, βέ­βαια, μέ­χρι τὴ Β’ Πα­ρου­σί­α, ἀλλ᾿ οὔτε καὶ μελ­λο­ντι­κά), ἀφοῦ αὐτὰ ὅλα, ὡς εἰκό­νες ἐκ τῆς ἐδῶ πραγματικότητας, δὲν μπο­ροῦν νὰ πε­ρι­γρά­ψουν, ὅπως εἴπα­με, ἐπα­κριβῶς τὴν ὑπερ­βα­τι­κό­τη­τα τῆς «ἄλλης ζωῆς»· ἁπλῶς ἐμφα­νί­ζο­νται στὸν αἰσθητὸ ἄνθρω­πο ἔτσι, διό­τι μὲ αὐτὲς μό­νο τὶς (αἰσθητὲς) κα­τη­γο­ρί­ες σκέ­ψεις τῆς ἐδῶ ζωῆς, τὶς ὁποῖες, ἀναγκαστικὰ ὡς αἰσθητὸς ὀργανισμός, ἔχει προσλάβει ἀπὸ τὸ οἰκεῖο του (φυσικὸ καὶ κοινωνικὸ) περιβάλλον, μπο­ρεῖ νὰ αἰσθά­νε­ται καὶ ἀντι­λαμ­βά­νε­ται.
Ὅταν, λοι­πόν, θε­ο­λο­γικῶς ἀνα­φε­ρό­μα­στε στὸν ἐσχα­το­λο­γι­κό Πα­ρά­δει­σο, δὲν τὸν ἐννο­οῦμε ὡς ἕνα αἰσθη­τό τό­πο, ὅπως κά­ποιοι ἀρχαῖοι ἑρμη­νευ­τές. Δὲν εἶναι τό­πος ὁ Πα­ράδει­σος, οὔτε ἡ Κό­λαση, ἀλλὰ τρό­πος ζωῆς∙ εἶναι κα­τα­στά­σεις πνευ­ματι­κές. Το­νίζου­με δὲ μὲ ἔμφα­ση ὅτι ἡ ἐκδοχὴ τοῦ Πα­ραδεί­σου καὶ τῆς Κο­λά­σε­ως ὡς τό­πων αἰσθητῶν, ὅπως, γιὰ πα­ρά­δειγ­μα, ἀπα­ντοῦν στὸν Ἰσλα­μι­σμό, εἶναι κα­θαρὰ εἰδω­λολα­τρι­κή, λ.χ. μὲ τὶς γνω­στές φω­τιὲς (Inferno) τοῦ Δά­ντη κ.λπ., ὅπως δυ­στυχῶς ἀκό­μα πι­στεύ­ουν ἤδη ἀπὸ τὸν Με­σαί­ω­να οἱ Φράγκοι, ποὺ ἔπλα­σαν τὸ σχε­τι­κό μύθο. Ἀφοῦ, λοιπὸν, δὲν πρόκειται περὶ τό­που, ἀλλὰ τρόπου ζωῆς αἰω­νί­ου, ἂς δοῦμε πῶς πε­ρι­γρά­φε­ται ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πα­τέ­ρες ὁ τρό­πος αὐτός, δηλ. ἡ δι­πλῆ ὄψη τῆς αἰω­νιό­τη­τας, τὴν ὁποί­α θὰ ἀντι­με­τω­πίσου­με ὑποχρεωτικὰ κά­πο­τε ὅλοι οἱ θνη­τοί.
Τό­σο ἡ Ἁγί­α Γραφὴ, ὅσο καὶ οἱ Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκκλη­σί­ας, το­νί­ζουν ὅτι κατὰ τὴν ἔνδο­ξη Β’ Πα­ρου­σί­α θὰ ἐμφα­νι­σθεῖ ὁ Θε­άν­θρω­πος Ἰη­σοῦς Χρι­στὸς «ἐν τῇ δόξῃ Αὐτοῦ», δηλ. μέ­σα σὲ ὅλη Του τὴ Θεί­α Δό­ξα, ἤτοι λου­σμέ­νος μέ­σα στὸ ἄκτι­στο Φῶς τῆς θε­ό­τη­τάς Του, τὸ ὁποῖο Φῶς ὁ ἴδιος «ὡς ἱμά­τιον πε­ρι­βάλλε­ται». Αὐτὴ ἡ με­τοχὴ (κοι­νω­νί­α) καὶ ἡ θέ­α (θε­ω­ρί­α) τοῦ Θε­οῦ ἐκ μέ­ρους τοῦ ἀνθρώ­που εἶναι ὁ Πα­ράδει­σος, ἀνάλο­γα, βε­βαί­ως, μὲ τὸν βαθ­μὸ ἀσκη­τικῆς προ­πα­ρα­σκευῆς καὶ βου­λη­τικῆς δε­κτι­κό­τη­τας τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Ἄς ἀνα­φέ­ρου­με, ὅμως, κά­ποιες γνῶμες ἁγί­ων Πα­τέρων, οἱ ὁποῖοι μέσα ἀπὸ τὶς ἀπο­κα­λυ­πτι­κές ἐμπει­ρί­ες τους μᾶς δια­φω­τί­ζουν μὲ σχε­τικὲς εἰκό­νες γιὰ γε­γο­νότα καὶ πραγ­μα­τι­κό­τητες, σχε­τικὰ μὲ τὸ τό­σο ση­μα­ντικὸ αὐτὸ ζή­τημα τῆς μετὰ θά­να­το κα­τα­στά­σε­ώς μας, τὸ ὁποῖο ἀπο­τε­λεῖ ὄντως «Λυ­δί­α λί­θο» τοῦ Χρι­στια­νι­σμοῦ[3]. Ἀρχί­ζου­με ἀπὸ τὸν Μέ­γα Βασί­λειο, τὸν φω­στή­ρα τῆς Και­σα­ρείας καὶ συ­μπά­σης τῆς Ἐκκλη­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ. Αὐτὸς ὁ πνευ­μα­τέμ­φο­ρος Πα­τήρ ἑρμη­νεύ­ει ἕνα στί­χο τοῦ ἱε­ροῦ Ψαλ­τῆρος τοῦ Δα­βίδ καὶ μᾶς ὁμι­λεῖ γιὰ πῦρ αἰώ­νιο καὶ ἄκαυστο, ποὺ ὑπάρ­χει καὶ ἐνέχει δι­πλῆ ἰδιό­τη­τα: φω­τι­στικὴ καὶ καυ­στι­κή. Τὸ σχε­τικὸ Ψαλ­μικὸ (28) αὐτὸ χω­ρί­ο γράφει: «Φωνὴ Κυ­ρίου δια­κό­πτο­ντος φλό­γα πυρὸς». Ὁ πε­φω­τι­σμένος ἱε­ράρχης πα­ρα­τη­ρεῖ ὅτι, ἐπειδὴ ἀκριβῶς τὸ πῦρ ἔχει δύ­ο ἰδιό­τη­τες, ὅπως εἴπα­με, τὴ φω­τι­στικὴ καὶ τὴν καυ­στι­κή, ἡ φωνὴ τοῦ Κύ­ριου θὰ δια­κό­ψει τὸ πῦρ αὐτὸ «ὡς ἀλα­μπὲς μὲν εἶναι τὸ πῦρ τῆς κο­λά­σε­ως, ἄκαυ­στον δὲ τὸ φῶς τῆς ἀνα­παύ­σε­ως δια­μεῖναι»[4], δηλα­δή τὸ πῦρ τῆς Κο­λά­σε­ως θὰ εἶναι ἀλα­μπές, ἐνῶ τὸ φῶς τῆς ἀνα­παύ­σε­ως (Σαββατικό), στὸ ὁποῖο θὰ με­τέ­χουν οἱ δί­καιοι, θὰ πα­ρα­μέ­νει ἄκαυ­στο, δη­λαδὴ δὲν θὰ καί­ει[5]. Μὲ ἄλλα λό­για, αὐτὸ τὸ Φῶς ἔχει δι­πλῆ ἰδιό­τη­τα: φω­τί­ζει καὶ καί­ει· εἶναι φω­τι­στικό, ἀλλὰ καὶ καυ­στικὸ (κολα­στικό). Ὅσοι, λοι­πόν, ἔχουν κα­ταλ­λή­λως πνευ­μα­τικὰ ἑτοι­μα­σθεῖ ἀπὸ τὸν πα­ρό­ντα κό­σμο, θὰ βιώνουν καὶ θὰ βλέ­πουν αἰω­νί­ως τὸ Φῶς εὐερ­γε­τικὰ καὶ θὰ δέ­χονται τὴ φω­τι­στι­κή του Χά­ρη. Ὅσοι, ἀντί­θε­τα, δὲν ἑτοι­μά­σθη­καν πνευματικά, ἀλλὰ πα­ρέ­μει­ναν ἀναί­σθη­τοι καὶ ἀμε­τα­νό­η­τοι ἕως θα­νά­του, θὰ βλέ­πουν (με­τέχουν) ἀνα­γκαστικὰ καὶ αὐτοὶ μὲν τὸ ἴδιο Φῶς, ἀλλ᾿ ὡς πῦρ, «καιό­με­νοι» αἰω­νί­ως· καὶ αὐτὸ συ­νι­στᾶ τὴ λε­γό­με­νη Κό­λα­ση. Εἶναι, νο­μί­ζου­με, κα­τα­νο­ητὰ τὰ ἀνω­τέ­ρω. Μπο­ροῦμε νὰ τὰ φα­ντα­στοῦμε, χρη­σι­μο­ποιώντας ―τη­ρου­μέ­νων πά­ντο­τε τῶν ἀνα­λο­γιῶν καὶ τῆς «ὀντο­λο­γικῆς δια­φορᾶς»― πα­ρα­δείγ­μα­τα ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτή, ὅπως θὰ δοῦμε στὴ συνέχεια.
Μετὰ τὸν Μ. Βα­σί­λειο, καὶ ὁ ἄλλος «φω­στὴρ τῆς Τρι­ση­λί­ου Θε­ότητος» καὶ τῆς Θε­ο­λο­γί­ας ἐπώ­νυ­μος, ἅγιος Γρη­γό­ριος, ὁμι­λεῖ καὶ αὐτὸς περὶ τῆς δι­πλῆς κα­τα­στά­σε­ως, δηλ. τῆς δι­πλῆς μετοχῆς τοῦ ἀνθρώ­που στὶς Θεῖες ἐνέρ­γειες, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας τὸ πα­ρά­δειγ­μα τοῦ Ἡλί­ου, γιὰ νὰ δεί­ξει ὅτι, ὅπως ὁ αἰσθητὸς Ἥλιος φω­τί­ζει ἀλλὰ καὶ συγ­χρό­νως καί­ει, ἔτσι θὰ ἐνερ­γή­σει καὶ ὁ νο­η­τός τῆς «Δι­καιο­σύ­νης Ἥλιος» Χρι­στὸς στὸν μέλ­λο­ντα αἰώ­να, τη­ρου­μέ­νων, βε­βαί­ως, πά­ντο­τε, ὅπως εἴπαμε, τῶν ἀνα­λο­γιῶν. Ὁ Ἥλιος εἶναι ἕνας, το­νί­ζει ὁ ἅγιος Γρη­γό­ριος ὁ Θε­ο­λό­γος, ἀλλὰ τοὺς μὲν ὑγιεῖς ὀφθαλ­μοὺς φω­τί­ζει, τοὺς δὲ ἀσθε­νεῖς τυ­φλώ­νει: «Εἷς ἥλιος, ἀλλὰ φω­τί­ζει μὲν τὴν ὑγιαί­νου­σαν ὄψιν, ἀμαυ­ροῖ δὲ τὴν ἀσθε­νοῦσαν»[6]. Ὅπως, λοιπόν, ὁ Ἥλιος εἶναι ἕνας, ἀλλά ἐνερ­γεῖ διαφόρως, ἔτσι καὶ ὁ Ἕνας Κύ­ριος τοῦ πα­ντός, διὰ τῆς πα­ρου­σί­ας Του προ­κα­λεῖ σὲ ἄλλους μὲν τὴν ὀδύνη, σὲ ἄλλους δὲ τὴν ἡδονὴ[7] (καταστάσεις, ποὺ ἀρχί­ζουν, ὅπως ἀνα­φέ­ρα­με, ἀπὸ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωή), ἀνά­λο­γα μὲ τὴ στά­ση τοῦ κά­θε ἀνθρώπου ἀπέ­να­ντί Του: «Εἷς Χρι­στός, ἀλλ᾿ εἰς πτῶσιν κεῖται καὶ ἀνά­στα­σιν. Πτῶσιν μὲν τοῖς ἀπίστοις, ἀνά­στα­σιν δὲ τοῖς πι­στεύ­ου­σι»[8].
Τὸ αὐτὸ θὰ δι­δά­ξει καὶ ὁ ἅγιος Γρη­γό­ριος ὁ Πα­λαμᾶς, γράφο­ντας ὅτι ὁ Ἥλιος τῆς Ἀλη­θείας καὶ τῆς Δι­καιο­σύ­νης, Χρι­στὸς, «οὐ φύ­σιν μό­νον ἔχων καὶ φυ­σικὴν λα­μπρό­τη­τα καὶ δό­ξαν, ἀλλὰ καὶ θέ­λη­σιν κα­τάλ­λη­λον, οἷς ἄν ἐθέλῃ μό­νοις, καὶ ἐφ᾿ ὅσον θέλῃ, προ­μηθῶς καὶ σω­τηρίως ἐπι­λά­μπει»[9].
Πέ­ραν, ὅμως, τῶν Πα­τε­ρικῶν αὐτῶν ἀνα­φορῶν, τίς ὁποῖες πλού­σια μᾶς πα­ρέ­χει ἡ Φιλο­κα­λί­α τῶν ἱερῶν Νη­πτικῶν, πού ἀπο­τε­λεῖ, θά λέ­γα­με, τὸ Πανε­πι­στή­μιο τῆς πνευ­μα­τικῆς πο­λι­τεί­ας τῶν Χρι­στιανῶν, ἄν θε­λή­σου­με νά προ­σβλέ­ψου­με στήν ἐκκλη­σια­στι­κή μας Εἰκο­νο­γρα­φί­α, θά δοῦμε ἕναν Ὀρθό­δο­ξο τρό­πο ἐξει­κο­νι­σμοῦ τοῦ Πα­ρα­δεί­σου καί τῆς Κο­λά­σε­ως. Οἱ δύ­ο με­τά θά­να­τον αἰώ­νιες αὐτὲς κα­τα­στά­σεις ἀπο­τυ­πώ­νο­νται στὴ γνω­στή Βυ­ζα­ντινὴ εἰκό­να τῆς Δευ­τέ­ρας Πα­ρου­σί­ας, ἡ ὁποί­α ὑπάρ­χει στοὺς ἱε­ροὺς να­ούς, στούς νάρ­θη­κες πολ­λῶν ἱερῶν Μονῶν καί στίς οἰκί­ες τῶν Χρι­στιανῶν. Στήν ἀνω­τέ­ρω ἀπει­κό­νι­ση πα­ρουσιά­ζε­ται ἕνας (ἄλλος, ἀντίστοιχος τῆς ἐπίγειας Ἐδὲμ) «πο­ταμὸς πυρὸς» (μιὰ καυτὴ λά­βα), ὁ ὁποῖος, κατὰ τὸν ἱ. Χρυ­σό­στο­μο, κατ’ ἀκρίβεια δὲν πη­γά­ζει (ὅπως ἐσφαλ­μέ­να νομί­ζουν πολ­λοί)[10] ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θρό­νο τοῦ Θε­οῦ (διό­τι τό­τε θὰ σή­μαι­νε ὅτι καὶ τὸ κακὸ προ­έρ­χε­ται ἀπό τὸν Θε­ό, ὅπως πρέ­σβευε ὁ Ζω­ρο­α­στρι­σμός καὶ κάθε διαρχικὸ σύστημα), ἀλλὰ διέρ­χε­ται ἔμπρο­σθεν τοῦ Θρόνου, φλογίζοντας (ὡς ἄλλα πυριφλεγῆ Χερουβείμ, ἡ «φλογίνη» ρομφαία[11] τῶν ὁποίων στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη φαίνεται νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ) τοὺς ἐχθροὺς (ἁμαρτωλοὺς) τοῦ Θεοῦ καὶ συ­μπα­ρα­σύρο­ντάς τους, προ­κειμένου νὰ κρι­θοῦν[12]. Ἀνθρωποπαθῶς, τὴν Κόλαση (πύρινη λάβα), λοιπόν, τὴν «ἀνάβει» μὲν ἡ «πνοὴ τοῦ Κυρίου»[13] ―ὄντας πολὺ «θυμωμένος» μὲ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων[14], ὅπως ὁ (πυρίπνευστος) ταῦρος ἤ δράκων[15]―, ἀλλ’ αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι καὶ ἡ Κόλαση (ἀρνητικὴ Θεία ἐνέργεια) συνιστᾶ μέρος τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ (ὅπως καὶ ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ, ποὺ κτίζεται ἀπὸ τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ ἀποτελεῖ μέρος Του), ἀλλ’, ὁπωσδήποτε, ὅτι τὴν ἐνεργεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἀναφερόμενοι σ᾿ αὐτὸ τὸ κολαστικὸ πῦρ, δὲν ὁμιλοῦν θεοπρεπῶς, ὅπως θὰ ὁμιλοῦσαν γιὰ τὰ πρόσωπα τῆς Ἁγ. Τριάδας, ἀλλὰ μὲ εἰκόνες πιὸ ὑποδεέστερες καὶ ὑλικές. Ὁ καπνὸς (πύρινη πνοή), ποὺ συμβολίζει τὸν «θυμὸ» τοῦ Θεοῦ, πηγάζει ὄχι ἀπὸ τὴ φύση Του, ἀλλ’ ἀπὸ τὴν ἐνέργειά (δόξα) Του[16]. Μεταφορικά, ὅλος ὁ Θεῖος αὐτὸς θυμὸς περικλείεται στὶς χρυσὲς φιάλες τοῦ βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως, ποὺ κρατοῦν στὰ χέρια τους κλεισμένες μέχρι τὴ Δευτέρα Παρουσία οἱ Ἄγγελοι[17]. Ὁ μὲν Μ. Βασίλειος γράφει ὅτι τὸ καυστικὸ πῦρ αὐτὸ τῆς Κολάσεως ἀναπνέουν οἱ δαίμονες «διὰ τὴν πικρίαν τῆς προαιρέσεως»[18], ὁ δὲ ἱερὸς Χρυσόστομος τὸ παρομοιάζει μὲ τὸ καυτὸ νερὸ τοῦ λουτροῦ[19] ἤ τὴ θέρμη τοῦ πυρετοῦ. Συνεπῶς, τὸ πῦρ τῆς Κολάσεως μπορεῖ μὲν νὰ ἐκληφθεῖ ὡς Θεία (ἄκτιστη) ἐνέργεια[20], ὄχι ὅμως τῆς ἴδιας φύσεως μὲ τὶς ὑπόλοιπες ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, ἐφόσον οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ποικίλουν[21]. Ἡ ἔκχυση τοῦ Θείου πνεύματος δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν οὐσία αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ συνιστᾶ ἄκτιστη ἐνέργεια, ἡ ὁποία μερίζεται «ἀμερίστως»[22]. Τὸ δὲ «διέρ­χε­ται ἔμπρο­σθεν» ση­μαί­νει ὅτι ἡ Κό­λα­ση εἶναι ἐν γνώ­σει μὲν (κατὰ πα­ρα­χώ­ρη­ση) τοῦ Θε­οῦ, ἀλλὰ δὲν ὀφεί­λε­ται στὸν Ἴδιο, ἀλλὰ στὴν ἀνθρώ­πι­νη βού­λη­ση, ἡ ὁποί­α μετα­βάλ­λει τὴ Θεί­α Ἀγά­πη σὲ κα­κί­α καὶ μῖσος. Ὁ πο­τα­μός, λοι­πόν, αὐτός χω­ρί­ζε­ται σὲ δύ­ο μέ­ρη: τὸ πά­νω μέ­ρος του εἶναι «χρυ­σί­ζον», λα­μπε­ρό, φω­τεινό· ἐκεῖ βλέ­που­με νὰ βρίσκο­νται ὅλοι οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος Δί­καιοι καὶ Ἅγιοι· ὅλοι δηλ. οἱ δί­καιοι τῆς Πα­λαιᾶς Δια­θή­κης, αὐτοί οἱ ὁποῖοι διά τῆς θε­ωρί­ας τοῦ ἀσάρ­κου Λό­γου θε­ώ­θη­καν· ἐκεῖ καὶ ὅλοι οἱ με­τά ταῦτα Ἅγιοι τῆς καινῆς κτί­σε­ως «ἐν Χρι­στῷ» καὶ οἱ σε­σω­σμέ­νοι ὅλων τῶν αἰώ­νων, εὑρι­σκό­με­νοι μέσα στὸ Θεῖο, ἄκτι­στο καὶ ἀΐ­διο Φῶς τοῦ Σωτήρα Ἰη­σοῦ Χρι­στοῦ. Ἀντί­θε­τα, τώ­ρα, βλέ­που­με ἀπό ἕνα ση­μεῖο καὶ με­τά (πρός τά κά­τω) αὐτόν τὸν ἴδιο πο­τα­μό τῆς εἰκό­νας νὰ γί­νε­ται πύ­ρι­νος, αἱμα­τώ­δης καί φο­βε­ρός στή θέ­α! Ἐκεῖ μέ­σα βλέ­που­με νὰ πέ­φτουν οἱ μισό­κα­λοι δαί­μονες, ἀλλά … δυ­στυχῶς καί οἱ ἀμε­τα­νό­η­τοι ἄνθρω­ποι, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀρνή­θη­καν τὴν προ­σφε­ρό­με­νη ἀπό τὴ ζω­ή αὐτή ἀγά­πη καὶ λυ­τρω­τικὴ Χά­ρη τοῦ Τρια­δι­κοῦ Θε­οῦ. Κατὰ συ­νέ­πεια, ὁ πο­τα­μός αὐτός μὲ τὸν συμ­βο­λι­σμό του, ὅπως πα­ρου­σιά­ζε­ται, ἀπο­τε­λεῖ μιὰ πα­ρα­στα­τι­κή καὶ πολύ ἐκφρα­στι­κή εἰκό­να πε­ρί τοῦ Πα­ρα­δεί­σου καὶ τῆς Κο­λά­σε­ως. Ὅπως εἴπα­με, Πα­ρά­δει­σος καὶ Κό­λαση (ὡς πο­ταμὸς, ἤτοι ὡς ἡ ἄκτι­στη ἐνέρ­γεια τοῦ Ἁγί­ου Πνεύ­μα­τος, μὲ τὸν γνω­στὸ ἀπὸ τὴν Καινὴ Δια­θή­κη συμ­βο­λι­σμό τοῦ ὕδα­τος) «με­τέ­χο­νται» καὶ θε­ω­ροῦνται, δηλ. διέρ­χονται μπρο­στά, ἀλλὰ «χρωματί­ζο­νται» καὶ δια­χω­ρί­ζο­νται (δηλ. λει­τουρ­γοῦν/ἐπε­νερ­γοῦν καὶ ἐκδη­λώ­νο­νται δια­φο­ρε­τι­κά), ἀνάλο­γα μὲ τὶς πνευ­μα­τικὲς προ­ϋ­πο­θέ­σεις τοῦ κά­θε ἀνθρώ­που. Ὁ Θε­άν­θρω­πος Ἰη­σοῦς Χριστός «κεῖται εἰς πτῶ­σιν καὶ ἀνά­στα­σιν πολ­λῶν», ὅπως προ­φη­τικὰ ἀλλὰ καὶ πολὺ εὔστο­χα εἶχε πεῖ ὁ ἅγιος Συ­με­ών ὁ Θε­οδόχος στήν Ὑπε­ρα­γί­α Θε­ο­τόκο, κατὰ τὴν ἡμέ­ρα τῆς Ὑπα­πα­ντῆς. Εἶναι νο­μί­ζου­με κατανο­η­τό· «κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνά­στα­σιν πολ­λῶν», ἀνά­λο­γα μέ τόν τρό­πο, πού προ­σπε­λά­ζει ὁ ἄνθρω­πος τόν Ἰη­σοῦ Χρι­στό. Ὅποιος ἀντιτίθεται στὸν Χριστό (ἀντί-χριστος), «[ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον] συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὅν δ᾿ ἄν πέσῃ λικμήσει αὐτόν»[23]. 
____________________________________________________________________________
[1] Ἰω. Χρυσ., Εἰς τήν ἀσά­φειαν τῆς Πα­λαιᾶς Δια­θή­κης, MPG 56, 175-270.
[2] Βλ. Ν. Μα­τσού­κα, Δογ­μα­τι­κή και Συμ­βο­λι­κή Θε­ο­λογί­α, σ. 108.
[3] Βλ. π. Γ. Με­ταλ­λη­νοῦ, Δο­κί­μια Ορ­θό­δο­ξης μαρ­τυ­ρί­ας, σ. 178.
[4] Βλ. Μ. Βασι­λεί­ου, Ἔργα, Ε­ΠΕ 5, 120.
[5] Βλ. Ἱε­ρο­θέ­ου, Μη­τρ. Ναυ­πά­κτου, Ἡ ζω­ή με­τά τόν θά­να­το, σ. 190.
[6] Βλ. Γρη­γο­ρί­ου Θε­ο­λόγου, Ἔργα, Ε­ΠΕ 5, 382.
[7] Πρβλ. Ἀρχιμ. Ε Βίττη, Ἡδονὴ καὶ ὀδύνη. Ὁ διπλὸς καρπὸς τῆς αἰσθήσεως: Ὁ ὑπαρξιακὸς ἄξονας ἡδονῆς - ὀδύνης καὶ ἡ ὑπέρβασή του: Νηπτικὴ Ἁγιοπατερικὴ θεώρηση, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1994.
[8] Ὅπ.π., σ. 382.
[9] Γρη­γο­ρί­ου Πα­λαμᾶ, Ὁμι­λί­α ΛΕ’, 11.
[10] Βλ. καὶ σχετικὴ διαμάχη Καθηγητῶν Π. Χρήστου [«Μάξιμος Ομολογητής και Νικόλαος Ματσούκας», Κληρονομία 12, 1 (1980) 206-207] καὶ Ν. Ματσούκα (Μιὰ ἀπάντηση στὸν κ. Παναγιώτη Χρήστου, Θεσσαλονίκη 1981).
[11] Γεν. 3, 24.
[12] Ἰω. Χρυσ., Εἰς Ψαλμ. 6, 4, MPG 55, 77, Εἰς Ματθ. 54, 6, MPG 58, 540, Εἰς Φιλιπ. 7, MPG 62, 227, Εἰς Ἑβρ. 1, 4, MPG 63, 18. Πρβλ. Α’ Κορ. 3, 13.
[13] Ἡσ. 30, 33.
[14] Ἡσ. 30, 27.
[15] Πρβλ. εἰκονογραφικὲς παραστάσεις τῆς Κολάσεως στὴν Κοπτικὴ Ἐκκλησία [O. F. A. Meinardus, “An Inquiry: The Coptic Iconography of Hell”, Ἐκκλησία καὶ Θεολογία 6 (1985) 719].
[16] Ἡσ. 8, 11. 13.
[17] Ἀπ. 15, 7-8. 
[18] Εἰς Ψαλμ. 33, MPG 30, 372A-B.
[19] Ἀνάλογα, ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης (Κλῖμαξ, Λόγ. Δ’, 17) παρομοιάζει τὴν ἐσχατολογικὴ φλόγα τῆς Κολάσεως μὲ τὴ φωτιὰ τῆς μαγειρικῆς ἑστίας.
[20] Βλ. π. Ἰ. Romanides, “Orthodox and Vatican Agreement Balamand, Lebanon, June 1993”, Θεολογία 64/4 (1993) 576, π. Ἰ. Ρωμανίδου, «Ἐκκλησιαστικαὶ Σύνοδοι καὶ Πολιτισμός», Θεολογία 66/4 (1995) 646-680.
[21] Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολὴ περὶ τῶν γενομένων ἐν τῇ Ἀριμίνῳ τῆς Ἰταλίας, καὶ ἐν Σελευκείᾳ τῆς Ἰσαυρίας συνόδων, ΜPG 26, 753, Μ. Βασιλείου, Ἐπιστολὴ 234 Ἀμφιλοχίῳ Ἰκονίου, ΜPG 32, 869: «αἱ μὲν ἐνέργειαι τοῦ Θεοῦ ποικίλαι, ἡ δὲ οὐσία ἁπλῆ»).
[22] Γρηγορίου Παλαμᾶ, «Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, ἠθικά τε καὶ πρακτικά», Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, τ. Δ’, σ. 161. Πρβλ. Ἰωὴλ 3, 1.
[23] Ματθ. 21, 44.

0 Comments

Η Οδύσσεια της ζωής μας και ο προορισμός της, η Ιθάκη.

2/14/2014

0 Comments

 
Επιμέλεια: Νεανικός Ορθόδοξος Σύνδεσμος
Picture
Μοιάζουμε εμείς οι νέοι με έναν νοητό Οδυσσέα που ψάχνει την Ιθάκη του. Το ταξίδι του πολυετές, γεμάτο περιπέτειες και εμπόδια. Όπως και να ονομάζονται αυτά τα εμπόδια: Λωτοφάγοι, Κύκλωπες, Λαιστρυγόνες, Κίρκη, Σκύλλα και Χάρυβδη, Σειρήνες ή Καλυψώ μας βγάζουν από το δρόμο μας για την δική μας Ιθάκη. Ποιά είναι αυτά τα εμπόδια; Αν με ταξίδι του Οδυσσέα παρομοιάζεται η πνευματική ζωή του Χριστιανού και οι δυσκολίες της, τότε η Ιθάκη πρέπει να είναι ο προορισμός μας, η σωτηρία της ψυχής μας. Ποιά όμως είναι τα εμπόδια που βρίσκουμε στον πηγαιμό για την Ιθάκη; Όλα μπορούν να συμπυκνωθούν σε τρείς λέξεις: ΚΟΣΜΟΣ-ΑΜΑΡΤΙΑ-ΠΑΘΗ!
• Ο Χριστιανός ζει στην εποχή του μέσα στον κόσμο μαζί με τους άλλους ανθρώπους.
• Τοπικά είναι μέσα στον κόσμο, ενώ τροπικά έξω απ’ αυτόν. Είναι κοινωνικός άνθρωπος αλλά προσπαθεί να μην καταντά κοσμικός.
• Ο Χριστιανός αγωνίζεται και προσπαθεί να ελευθερωθεί από τα δεσμά της αμαρτίας. Τί είναι όμως αμαρτία; Αστοχία! 
• Είναι η αποτυχία να νικήσει τα πάθη του, τον «κακό εαυτό» του.
• Τί είναι τα πάθη; Οι αρρώστιες της ψυχής, με κορυφαία την φιλαυτία. Δηλαδή την ΕΓΩ-ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΖΩΗ.
• Αν η ψυχή παρομοιαστεί με πουλί, τα πάθη είναι τα βαρίδια που το εμποδίζουν να πετάξει προς τον ουρανό, την σωτηρία της.
• Τί είναι πνευματική ζωή; Πορεία προς την ελευθερία. Γιατί ελεύθερος πραγματικά είναι αυτός που σπάει τα δεσμά της αμαρτίας.
• Η πνευματική ζωή μοιάζει με ταξίδι, πάλη αλλά και μαραθώνιο δρόμο. Δρόμο δηλαδή υπομονής, επιμονής και αντοχής.
• Μοιάζει με παλαίστρα. Με πάλη με τρεις συγχρόνως αντιπάλους: 1. τον Διάβολο. 2. τον Κόσμο. 3. τα Πάθη του. 
• Πώς θα νικηθούν αυτοί οι αντίπαλοι; Με την βοήθεια του προπονητή-καθοδηγητή. Δηλαδή του διακριτικού πνευματικού πατέρα που είναι κοντά μας και κατευθύνει τον αγώνα μας.
• Τι χρειάζεται ο αθλητής για να κερδίσει τον αγώνα; Θέληση να αγωνιστεί προπόνηση προσήλωση στον στόχο του. 
• Θέληση χρειαζεται και ο χριστιανός και επιμονή στην πνευματική ζωή και προσήλωση στον στόχο του, την σωτηρία της ψυχής του. 
• Συχνή συμμετοχή στον αγιασμό της ψυχής που είναι η Θεία Λατρεία και η συμμετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας με κορυφαία την εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία!
Εάν θέλουμε, μπορούμε να αγνοήσουμε τις σειρήνες και να ξεπεράσουμε όλα τα εμπόδια στο μακρύ ταξίδι για την Ιθάκη μας. Αρκεί να θυμόμαστε ότι σημασία δεν έχει πόσο περιπετειώδες και δύσκολο είναι το ταξίδι αλλά ότι με υπομονή αγώνα και επιμονή και προπάντων ΠΙΣΤΗ θα φθάσουμε κάποτε στην Ιθάκη μας.
Καλό μας ταξίδι λοιπόν!

0 Comments

ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ, «ΑΚΤΙΝΕΣ ΚΑΙ ΔΑΔΟΥΧΙΑΙ ΕΚ ΤΡΙΣΗΛΙΟΥ ΑΥΓΗΣ»

2/11/2014

0 Comments

 
Του πατρός Νικηφόρου Νάσσου,
εφημερίου του Ιερού Ναού Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου Βόλου.
Picture
Εἶναι πολύ σημαντικό, ἕνας Ἅγιος να ἐγκωμιάζει ἄλλους Ἁγίους! Αὐτό τό βλέπουμε στήν περίπτωση τῶν Τριῶν Μεγάλων Πατέρων καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Εἰς αὐτούς τους ἀειλαμπεῖς φωστῆρας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἅγιος Φιλόθεος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, πλέκει τό ἐγκώμιο, ἀποδίδει τόν δίκαιο ἔπαινο καί καλεῖ ὅλους μας να ἐγκωμιάσουμε καί νά τιμήσουμε, ὡς μαθηταί αὐτῶν, ὡς τέκνα τέτοιων μεγάλων Πατέρων:

«Τούς διδασκάλους ἡμῶν ἐπαινέσωμεν∙ τούς πατέρας οἱ παῖδες κατά χρέος τιμήσωμεν. Τούς τρεῖς φιλοσόφους καί σοφούς τῆς Ἐκκλησίας ρήτορας, τά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, οἱ προσκυνηταί τῆς μεγάλης Τριάδος, κατά δύναμιν εὐφημήσωμεν. Τούς λόγους τοῖς ὄντως λογίοις, καί λόγον ὁμοῦ πνεύσασι τόν τε θεῖον ἅμα καί τόν ἀνθρώπινον, οἱ τούτων ἀκροαταί καί μύσται δῶρον προσάξωμεν».1

Τήν 30η τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, κατά τήν ὁποῖα ἑορτάζουν πλεῖστοι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τιμᾶται ἡ «παμφαής τριάς τῶν σοφοτάτων Διδασκάλων» καί ἑορτάζονται γηθοσύνως τά «πυξία τοῦ Πνεύματος» κατά τήν Ὑμνολογία, οἱ τρεῖς Γίγαντες τοῦ πνεύματος, Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὀρθά εἰπώθηκε ὅτι ἡ μνήμη τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἔρχεται νά συμβολίσει μεταφορικά τήν Ἁγία Τριάδα καί τόν ρόλο τῶν τριῶν Πατέρων στή διαμόρφωση τοῦ τριαδικοῦ δόγματος καί νά ὑποδηλώσει τά ὅρια προσέγγισης τοῦ ἐλληνικοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμού. Εἶναι μία ἑορτή, πού καθιερώθηκε τόν 11ο αἰῶνα, ὅπως γνωρίζουν ὅσοι μελετοῦν, ἀπό τόν ἐπίσκοπο Εὐχαΐτων Ἰωάννη τόν Μαυρόποδα.

Ἡ καθιέρωση ὡς ἑορτή τῶν τριῶν ἐπιφανῶν Θεολόγων τῆς Ὀρθοδοξίας τήν ἴδια ἡμέρα, κατά τήν Συναξαριακή Παράδοση, ἔχει τήν ἀφορμή ἀπό τό γεγονός τῆς διαφωνίας κάποιων περί τῆς ὑπεροχῆς ἑνός ἐκ τῶν Τριῶν Πατέρων στήν ἀρετή, ἀφοῦ ἄλλοι ὑποστήριζαν ὡς πρῶτο και ἀνώτερο ὅλων τόν Μ. Βασίλειο, ἄλλοι τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί ἄλλοι τόν Ἰωάννη τον Χρυσόστομο. Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν χωριστεῖ σέ τρία στρατόπεδα καί εἶχαν λάβει ὀνομασίες χαρακτηριστικές τῆς ὑποστηρίξεως κάθε ἑνός ἐκ τῶν τριῶν Πατέρων. «Στάσις γέγονε παρά τῶν ἐλλογίμων καί ἐναρέτων ἀνδρῶν…ὡς συμβαίνει διαιρεθῆναι τά πλήθη, καί, τούς μέν Ἰωαννίτας λέγεσθαι, τούς δέ Γρηγορίτας, Βασιλείτας δέ τούς λοιπούς».

Ὁ σοφός ἐπίσκοπος Ἰωάννης Μαυρόπους, τό ἔτος 1054, βλέποντας ὅτι καί οἱ τρεῖς Πατέρες ἑορτάζουν μέσα στόν Ἰανουάριο, καθιέρωσε κοινή ἑορτή καί τῶν τριῶν κατά τήν 30η τοῦ αὐτοῦ μηνός. Μάλιστα δέ ὁ ἴδιος φιλάγιος καί φιλάρετος ἐπίσκοπος, συνέθεσε ὕμνους καί ἠδύμολπα τροπάρια στή μνήμη τῶν τριῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν και Κανόνα στον Ὄρθρο τῆς ἑορτῆς μέ ἀκροστιχίδα: «Τρισήλιον Φῶς, τρεῖς ἀνῆψεν ἡλίους». Ὑπῆρξαν ὄντως ἥλιοι πνευματικοί, «τοῦ ἐπιγείου στερεώματος Ἥλιος∙ ἀκτῖνες καὶ δᾳδουχίαι, ἐκ τρισηλίου αὐγῆς, τῶν ἐσκοτισμένων ἡ ἀνάβλεψις, ἀκτῖνες καί δαδουχίαι, ἐκ τρισηλίου αὐγῆς», ὅπως λυρικότατα τούς ἀποκαλεῖ ψάλλοντας τή μνήμη τους ἡ Ἐκκλησία!

Τί σημαίνουν τά λόγια αὐτά; Ὅτι οἱ Ἅγιοι αὐτοί ὑπῆρξαν, μία ἀντανάκλαση τῆς τρισηλίου Τριάδος στή γῆ, φῶτα ἐκ Φωτός. Οἱ τρεῖς φωστῆρες, φῶτα ἐν κόσμω, λαμπτήρες νοητοί καί δαδοῦχοι τῆς προσκυνητῆς Τριάδος. Ὅπως ἡ Τριάς εἶναι Φῶς καί φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ἐπί γῆς, ἔτσι καί οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες φωταγωγοῦν κάθε πιστό ὁ ὁποῖος σ᾿ αὐτούς προσπίπτει. Σάν νοητός ἥλιος ἡ ἐπίγειος Τριάς περιαυγάζει μέ τίς ἀκτῖνες της ἀκόμη καί τά πιό μεγάλα σκοτάδια τοῦ κόσμου. Ἀναδίδει εὐλογία σέ ὅσους, παρότι ἔχουν τήν σωματική ὅραση, ἔχουν χάσει τήν ὅραση τοῦ Θεοῦ στό κάτοπτρο τῆς ψυχῆς τους…


Ὁ βίος τῶν Τριῶν ἁγιωτάτων Πατέρων, καθαρότατος! Τό ποιμαντικό, πνευματικό καί κοινωνικό τους ἔργο, ἀπαράμιλλο! Ἡ παιδεία τους, λαμπρά καί λιπαρή! Ἡ διδασκαλία τους, θεοφώτιστη, μαρτυροῦσα τό πλεόνασμα τῆς ἐν Χριστῷ ἐμπειρίας τους! Οἱ ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγῶνες τους μεγάλοι καί ὄντως ἀπροσμέτρητοι! Τό φρόνημά τους ἔναντι τῶν αἱρετικῶν ἀλλά καί τῶν ποικιλωνύμων ἀδίκων καί διωκτῶν, χαλίβδυνο καί ἀδαμάντινο! Ὁ λόγος τους, ὁ γραπτός καί ὁ προφορικός, ὑψηλός, ἁγιοπνευματικός, διδακτικός, διαχρονικός, καλλιεπέστατος, διεισδυτικός καί πύρινος!

Οἱ τρισόλβιοι αὐτοί Πατέρες, δέν ἔλαβαν τά χαρίσματα τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί τίς θεῖες μαρμαρυγές χωρίς ἀγῶνα καί κόπο! Ὄχι ἁπλῶς κοπίασαν γιά τήν ἀπόκτηση τῆς γνώσεως καί τῆς ἀρετῆς, ἀλλά «ἔδωσαν αἶμα καί ἔλαβον πνεῦμα» κατά τό Πατερικόν… Ἔζησαν τήν κατά Θεόν ζωή καί τήν μοναχική πολιτεία διά πόνων ἀσκήσεως καί ἑνώθηκαν κατά Χάριν μέ τόν μόνο Θεό! Αὐτόν εἶδαν ὡς Φῶς ἀληθινό καί Προαιώνιο νά καταυγάζει τήν ὕπαρξή τους, ἀφοῦ μετεῖχαν στήν Ἄκτιστη Δόξα Του καί ὅπως χαρακτηριστικά λέγει σέ ἕνα ἐγκώμιό του ὁ Ν. Καβάσιλας, «τῆς ἐκεῖθεν ἔμπλεοι κατέστησαν αἴγλης, ἄνθρακες τινές κατά τόν ψαλμωδόν ἀναφθέντες καί φῶτα τέλεια, τελείου φωτός γεννήματα»…

 Νά σημειώσουμε στήν παροῦσα ταπεινή ἀναφορά, μιά λεπτομέρεια ἄγνωστη στούς πολλούς, ὅτι, ὅπως γράφει ὁ ἱστορικός Β. Στεφανίδης, στή διεθνή θεολογία εἶναι γνωστή ἡ τριάδα τῶν Μεγάλων Καππαδοκῶν Πατέρων, δηλαδή ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ἀδελφός του Γρηγόριος ὁ Νύσσης καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἀργότερα, ἡ Ἐλληνική Ἐκκλησία, ἀφήρεσε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Νύσσης μέσα ἀπό τήν τριάδα τῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν καί πρόσθεσε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.2

Ἄς ἐκζητοῦμε θερμῶς τίς πρεσβείες τῶν μεγάλων τούτων κολοσσῶν τῆς πίστεως, ὅλοι, κληρικοί και λαϊκοί. Ἄς τιμοῦμε πάντοτε τή μνήμη τῶν Ἁγίων αὐτῶν, οἱ ὁποίοι εἶναι ἐκτός τῶν ἄλλων καί οἱ προστάτες τῆς παιδείας μας. Καί ὅσοι ἐπιδιώκουμε νά ψηλαφήσουμε τίς ὁδούς τῆς βαθυτέρας γνώσεως καί νά προσεγγίσουμε τήν ἐνδοτέρα χώρα τῆς σοφίας, αὐτούς τούς ἀρίστους παιδαγωγούς, τούς λαμπρούς ὁδοδεῖκτες καί πάντοτε ἐπίκαιρους Διδασκάλους ἄς ἔχουμε ὡς ὁδηγούς!

Καί ὅπως ἡ ἱερά Ὑμνολογία (Κανόνες τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν) μᾶς προτρέπει, «τοὺς τῶν θείων πραγμάτων, καὶ τῶν ἀνθρωπίνων σοφοὺς ἐπιστήμονας, τὰς τῶν ὄντων φύσεις, φιλαλήθως ἡμῖν σαφηνίσαντας, καὶ τὸν τούτων Κτίστην, πᾶσι γνωρίσαντας ὡς θέμις, εὐχαρίστοις φωναῖς ἀμειψώμεθα».
__________________________________________________________________________________________
1 Λόγος ἐγκωμιαστικός, Ἁγίου Φιλοθέου, Πατριάρχου Κων/πόλεως τοῦ Κοκκίνου, Εἰς τούς τρεῖς Ἱεράρχας, MPG. 154, 767 Α.
2 Βλ. Β. Στεφανίδου Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, σελ. 463


0 Comments

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ ΖΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ. ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ, ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ, ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΟ.

2/9/2014

0 Comments

 
Γράφει ο ιερομόναχος π. Νικηφόρος Νάσσος,
εφημέριος του Ιερού Ναού Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου Βόλου
Picture
Ἀπό τον Ἰούνιο τοῦ 2013, τίθεται σέ ἰσχύ ὁ ἀπό 16/6/2011 ψηφισθείς νόμος Λοβέρδου, κατά τόν ὁποίο, ὅλοι οἱ πολίτες τῆς χώρας μας, εἶναι δυνάμει δότες ὀργάνων. Καί ὅποιος δέν δηλώσει πρίν τό θάνατό του τήν ἄρνηση τῆς ἀφαιρέσεως τῶν ζωτικῶν ὀργάνων του, θεωρεῖται δεδομένη ἡ λήψη τους! Ὑπάρχει, βεβαίως, στό τέλος τοῦ πρώτου ἐδαφίου τῆς παραγράφου τοῦ 2 τοῦ ἄρθρου 9 τοῦ νόμου 3984/2011 καί ἡ φράση: «καί κατόπιν συνένεσης τῆς οἰκογενείας του».

Πρός τοῦτο, ἔχει συνταχθεῖ ἀπό κάποιους φορεῖς ἕνα σχέδιο Ὑπευθύνου Δηλώσεως, τὴν ὁποία πολλοί πιστοί, μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουν ὑπογράψει καὶ ἀποστείλει στὸν Ἐθνικὸ Ὀργανισμὸ Μεταμοσχεύσεων, μέσῳ τοῦ τοπικοῦ «Κ.Ε.Π.», ὅπου δηλώνουν τήν ἀντίθεσή τους στήν ἀφαίρεση τῶν ζωτικῶν ὀργάνων τους, ἐάν εὑρεθοῦν σέ κατάσταση βαρυτάτης ἀσθενείας, ἤ κώματος.

Τί συμβαίνει τελικά μέ τίς μεταμοσχεύσεις, γιά τίς ὁποίες κρίθηκε ἀπαραίτητη ἡ πολυσυζητημένη τελευταία «εἰκαζόμενη» συναίνεση; Ἄς ἀναφερθοῦμε δι᾿ ὁλίγων, ἐνημερωτικῶς.1


Μεταξύ τῶν θεμάτων τῆς λεγομένης Βιοηθικῆς, τῆς Ἠθικῆς πού ἀσχολεῖται μέ τήν ἀρχή καί τό τέλος τοῦ βίου τοῦ ἀνθρώπου, οἱ μεταμοσχεύσεις ζωτικῶν ὀργάνων ἔχουν ἐξελιχθεῖ σέ ἀκανθωδες πρόβλημα, εὑρισκόμενο στό ἐπίκεντρο συζητήσεων ἐκκλησιαστικῶν καί ἄλλων παραγόντων στίς ἡμέρες μας. Ἔχουν εἰπωθεῖ καί γραφεῖ πολλά καί ἡ βιβλιογραφία περί τοῦ συγκεκριμένου ζητήματος αὐξάνεται συνεχῶς. Στά παρακάτω, θά διατυπωθοῦν συνοπτικά οἱ γενικές ἀρχές τῆς ὀρθοδόξου θεολογικῆς ἀνθρωπολογίας, τήν ὁποία ἀχρηστεύει παντελῶς ἡ πρακτική τῶν μεταμοχεύσεων. Στή συνέχεια θά ἀναφέρουμε ἕνα σύγχρονο θαῦμα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Αἰγίνης, προκειμένου νά δοῦμε τήν ἀπάτη τοῦ λεγομένου «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου», περί τοῦ ὁποίου θά γίνει λόγος διεξοδικώτερα στό τρίτο μέρος τοῦ κειμένου αὐτοῦ.


1) Κατά τήν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία ὅπως διδάσκεται στήν Ἁγία Γραφή καί τήν Πατερική μας Παράδοση, ὁ ἄνθρωπος, δέν εἶναι μόνο σῶμα, ἀλλά εἶναι σῶμα μέ ψυχή ὑποστατική. Ἡ ψυχή εἶναι καί αὐτή δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, κτίζεται ἀρρήτως καί ἀγνώστως ὑπό τοῦ θείου Δημιουργοῦ κατά τή σύλληψη τοῦ ἀνθρώπου2, εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ θείου «ἐμφυσήματός» στόν ἄνθρωπο, κτιστό ἀποτέλεσμα τῆς ἀκτίστου ἐνεργείας καί Χάριτος. «Καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον χοῦν ἀπό τῆς γῆς (ὑλικό στοιχεῖο) καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς (πνευματικό στοιχεῖο) καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν (δηλαδή ὕπαρξη)».3

Ὁ Θεός, ὅπως παρήγαγε τίς ἀσώματες δυνάμεις, ἔτσι χάρισε «διά τοῦ ἐμφυσήματος» τήν ἀσώματη καί λογική ψυχή – ζωτική δύναμη.4

Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου βρίσκεται σέ ὅλο τό σῶμα, «διά παντός ἐκκέχυται τοῦ σώματος», κατά τήν Πατερική Διδασκαλία.5 Ὁ Ἀναστάσιος Ἀντιοχείας, γράφει ἐν προκειμένῳ κάτι πολύ ἐκπληκτικό, ὅτι ὅπως δέν γνωρίζουμε τόν τόπο πού κατοικεῖ ὁ Θεός, ἀλλά πιστεύουμε ὅτι βρίσκεται παντοῦ, ἔτσι δέν γνωρίζουμε καί τόν τόπο πού κατοικεῖ ἡ ψυχή στό σῶμα, ἀλλά γνωρίζουμε ὅτι σέ ὅλο τό σῶμα βρίσκεται ἐγκατεσπαρμένη καί ἐνεργεῖ μέσα σ᾿ αὐτό. «Οὔτε τόν τοῦ Θεοῦ τόπον ἔγνωμεν, ἔνθα κατοικεῖ, ἀλλά μόνον πιστεύομεν ὅτι πάντη ἐστίν, οὔτε τόν τόπον τῆς ψυχῆς ἔνθα οἰκεῖ ἐν σώματι ἐπιστάμεθα, ἀλλά μόνον οἴδαμεν ὅτι ἐν τῷ παντί σώματι ἐστι και ἐνεργεῖ».6

Δέν ἑδρεύει σέ συγκεκριμένο ὄργανο τοῦ σώματος ἡ ψυχή, ἀλλά βρίσκεται σέ ὅλα τά σημεῖα τοῦ σώματος, ζωοποιεῖ δέ καί κινεῖ τά μέλη τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, ὅπως τό διατυπώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: «Συνέχουσα τό σῶμα ᾧ καί ἐκτίσθη, πανταχοῦ τοῦ σώματος ἐστίν, οὐχ ὡς ἐν τόπῳ οὐδ᾿ ὡς περιεχομένη, ἀλλ᾿ ὡς συνέχουσά τε καί περιέχουσα καί ζωοποιοῦσα τοῦτο». Κατά τήν Πατερική θεολογία, ἡ ψυχή συνέχει τό σῶμα καί ὄχι τό ἀντίθετο.

Στούς Θεολόγους καί Νηπτικούς Πατέρες, γίνεται λόγος καί περί τοῦ νοῦ, ὄχι με την ἔννοια πού ἐμεῖς τόν νοοῦμε. Ὁ νοῦς κατά τούς Πατέρες, δέν θεωρεῖται ἡ διάνοια, τό μυαλό ὅπως λέμε ἐμεῖς, ἀλλά κάτι διαφορετικό. Εἶναι ἡ ἀνωτέρα δύναμη τῆς ψυχῆς, ὁ λεγόμενος «ὀφθαλμός» της, τό «καθαρώτατον» μέρος της κατά τή ἔκφραση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Κατά τήν Ὀρθόδοξη θεολογική ἀνθρωπολογία, τό φυσικό πνευματικό κέντρο τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ὁ ἐγκέφαλος, ἀλλά ὁ νοῦς μέ τήν πνευματική ἔννοια τοῦ ὅρου, ὁ ὁποῖος χρησιμοποιεῖ τήν φυσική καρδιά ὡς ὄργανο. Ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ εἶναι στόν ἐγκέφαλο (διάνοια), ἀλλά ἡ οὐσία του εἶναι μέσα στήν καρδιά τή φυσική, ἀπό τήν ὁποία βεβαίως δέν ἐγκλείεται, ἀλλά ὅπως εἴπαμε τήν χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο γιά τή λειτουργία του. Ἐκεῖ ἀποκαλύπτεται ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ, συντελεῖται ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό καί ἀνακαλύπτεται τό ἀνθρώπινο πρόσωπο.

Καί πρέπει νά ὑπογραμμιστεῖ, ἔστω καί ἐπιγραμματικά, ὅτι τό ἀνθρώπινο πρόσωπο δέν ἑδράζεται στόν ἐγκέφαλο ἀλλά στήν «βαθεῖα καρδία», στό βάθος τοῦ ἀνθρώπου, πού δέν ἔχει σχέση μέ τόν ἐγκέφαλο, ὅπως διδάσκουν οἱ Πατέρες μας. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στό γνωστό ἔργο του «Συμβουλευτικόν ἐγχειρίδιον», θά γράψει ἐν προκειμένῳ τά ἑξῆς: «Ἐν τῷ ἐγκεφάλω δέ, ὡς ἐν ὀργάνω εὑρίσκεται, οὐχί ἡ οὐσία καί ἡ δύναμις τοῦ νοός, ἤτοι τῆς ψυχῆς· ἀλλά μόνη ἡ τοῦ νοός ἐνέργεια, ὡς προείπομεν ἐν τῇ ἀρχῇ, καί ἄφες τούς νεωτέρους φυσικούς καί μεταφυσικούς νά λέγωσιν, ὅτι ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς εὑρίσκεται εἰς τόν ἐγκέφαλον, καί εἰς τό τοῦ ἐγκεφάλου κωνάριον· διότι τοῦτο εἶναι τό ἴδιον, ὡσεί νά εἴπῃ τις, ὅτι ἡ φυτική ψυχή δέν ευρίσκεται ἀρχικῶς εἰς τήν ρίζαν τοῦ δένδρου, ἀλλά εἰς τόν κλάδον καί εἰς τόν καρπόν».7

Ὁ ἐγκέφαλος, εἶναι ἕνα ὄργανο τοῦ σώματος. Ἡ ἐνέργεια τοῦ νοός πού λέγεται διάνοια εἶναι αὐτή ἡ ὁποία μέ τήν σειρά της κινεῖ τόν ἐγκέφαλο καί διά τοῦ ἐγκεφάλου κινεῖται τό σῶμα. 


Ἀντίθετα, τώρα, ἡ Ἐπιστήμη, ἀγνοεῖ ὅτι ἡ ἕδρα τῆς οὐσίας τῆς ψυχῆς καί τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου εἶναι ὁ χῶρος τῆς φυσικῆς καρδιᾶς, ἀλλά ὑποστηρίζει ὅτι ἡ ἕδρα τοῦ προσώπου στόν ἄνθρωπο, τό πνευματικό του κέντρο, ἡ οὐσία του, εἶναι στόν ἐγκέφαλο. Καί ἑπομένως, κατά τούς ἐπιστήμονες, ὅταν νεκρωθεῖ ὁ ἐγκέφαλος (ἡ λεγόμενη ἰατρικά «νέκρωση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους»), τελειώνει ὁ ἄνθρωπος. Ὀρθά τονίζει ὁ καθηγητής Γ. Μαντζαρίδης ὅτι ἡ ταύτιση τοῦ χωρισμοῦ τῆς ψυχής ἀπό τό σῶμα μέ τή μή ἀναστρέψιμη παύση τῆς λειτουργίας τοῦ ἐγκεφάλου, δηλαδή ἡ ταύτιση τοῦ θανάτου, ὅπως αὐτός ὁρίζεται ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἀνθρωπολογία, μέ τόν ἐγκεφαλικό θάνατο εἶναι αὐθαίρετη. Ὁ ἐγκέφαλος δέν εἶναι τό δοχεῖο ἀλλά τό ὄργανο τῆς ψυχῆς. Ἡ πίστη μας διδάσκει ὅτι παρά τή νέκρωση τοῦ ἐγκεφάλου, ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου δέν ἔχει ἀναχωρήσει ἀπό τό σῶμα! Ἀλλά αὐτό πῶς νά τό ἀποδεχτεῖ ἡ Ἐπιστήμη, ὅταν δέν δέχεται τήν ψυχή ὡς οὐσία, ὡς φύση, ὡς τή συνεκτική ἐκείνη, ὑποστατική δύναμη στόν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία τόν ζωοποεῖ καί τόν συνέχει;

Εἶναι, ἑπομένως, διαφορετικές οἱ ἀνθρωπολογικές προϋποθέσεις τῆς Θεολογίας καί τῆς Ἐπιστήμης καί συνεπῶς διαφορετικός καί ὁ προσδιορισμός τοῦ θανάτου καί γι᾿ αὐτό ὑπάρχουν καί διαφορετικές τοποθετήσεις.

Εἶναι γεγονός, ὅπως προελέχθη, ὅτι ἡ Ἐπιστήμη δέν δέχεται τόν ἄνθρωπο ὡς ὕπαρξη μέ κατ᾿ οὐσίαν ψυχή. Τόν δέχεται ὡς ὕπαρξη μέ κατ᾿ ἐνέργειαν ψυχή, ὅπως τά ζῶα, στά ὁποῖα ἡ ψυχή πεθαίνει μαζί μέ τό σῶμα τους, ἀφοῦ ἐκεῖ ὁμιλοῦμε γιά θνητή ψυχή καί ὄχι γιά ἀθάνατη (κατά Χάριν), ὅπως εἶναι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ἑπομένως, ὅταν ἡ Ἐπιστήμη θεωρεῖ τόν ἄνθρωπο ὡς ἀποτέλεσμα τῆς βιολογικῆς ἐξελίξεως τῶν Εἰδῶν καί ὄχι ὡς κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργημένο ὄν, δισύνθετο, ἀποτελούμενο ἀπό ψυχή κατ᾿ οὐσίαν καί σῶμα πού ζωογονεῖται καί συνέχεται ὅπως εἴπαμε ἀπό τήν λογική ψυχή, τότε ἀνάλογη εἶναι καί ἡ θέση της στό ζήτημα τῶν Μεταμοσχεύσεων ὅπου τά ζωτικά ὄργανα τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νά θεωρηθοῦν ὡς «ἀνταλλακτικά» πού μποροῦν να ἀντικατασταθοῦν, ἤ νά μεταμοσχευθοῦν! Ἡ Ἐπιστήμη, λοιπόν, δέν δέχεται ὅτι ὁ νοῦς, εἶναι ὁ ὀφθαλμός, τό κέντρο τῆς ψυχῆς, ἡ πνευματική καρδία. Οὔτε δέχεται ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐκτός ἀπό τά ὄργανα του σώματός του ἔχει καί ἀθάνατη ψυχή, ἡ ὁποία ὑπάρχει καί συνεχίζει νά ζεῖ καί μετά τόν βιολογικό θάνατο.

Ἕνας λόγιος Ἁγιορείτης μοναχός, σέ μία περισπούδαστη μελέτη του περί τῶν Μεταμοσχεύσεων, ἐν προκειμένῳ παρατηρεῖ: «Ὑπάρχει μέγα χάσμα, στό ἀνθρωπολογικό ζήτημα, μεταξύ Ἐπιστήμης καί Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τῆς διδασκαλίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐρήμου, ἀκόμη καί ἐάν ἡ φυσική καρδιά ἀφαιρεθῆ ἀπό ἕναν ἄνθρωπο καί ἀντικατασταθῆ μέ μία ἄλλη, ἡ ψυχή συστέλλεται στό ὑπόλοιπο σῶμα καί ἑδράζεται σέ ἄλλο κύριο ζωτικό ὄργανο. Τό ἴδιο συμβαίνει καί ὅταν ὁ ἐγκέφαλος καταστραφῆ καί παύση νά λειτουργῆ, ἐνῶ ἡ καρδιά εἶναι σέ λειτουργία, μέ ὑποστηρικτικά μέσα. Ἡ ψυχή συστέλλεται ἀπό τόν ἐγκέφαλο καί συσπειρώνεται στό ὑπόλοιπο σῶμα. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἕνας «ἐγκεφαλικά νεκρός», μπορεῖ νά μήν εἶναι βιολογικά νεκρός».8

2) Ἔχει ἔρθει στό φῶς τῆς δημοσιότητας9, μεταξύ ἄλλων ἕνα σύγχρονο θαῦμα τοῦ ἁγίου Νεκταρίου Αἰγίνης, σχετικό μέ τό ζήτημα πού ἐξετάζουμε, τό ὁποῖο θαῦμα ἐν συντομίᾳ παρουσιάζουμε.

Κάποιος νέος τραυματίσθηκε βαρύτατα σέ αὐτοκινητιστικό δυστήχημα και κατά τη μεταφορά του στο Νοσοκομεῖο ἔγινε ἀπό τους γιατρούς ἡ διαπίστωση ὅτι δεν ὑπάρχει ἐλπίδα σωτηρίας και ἀνανήψεώς του και ἔτσι προτάθηκε να τοῦ ἀφαιρεθοῦν τα ὄργανα καί νά δοθοῦν ἀλλοῦ, ὥστε νά σωθεῖ ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος. Ἔπεισαν καί τή μητέρα τοῦ νέου νά τό δεχθεῖ καί νά ὑπογράψει καί τά σχετικά ἔντυπα. Ἡ πιστή, ὅμως, ἐκείνη μητέρα, βλέποντας τό παιδί της νά βρίσκεται ἀκόμη στή ζωή, ἔστω καί στήν κατάσταση τοῦ «ἐγκεφαλικά νεκροῦ» κατά τή διάγνωση τῶν γιατρῶν, ἔστρεψε τήν ἐλπίδα της στόν τά πάντα δυνάμενο Κύριο, τόν «ἐνδοξαζόμενον ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ». Κατῆλθε μετά ἀπό λίγο στήν Αἴγινα καί κατευθύνθηκε στό ἱερό προσκύνημα τοῦ θαυματουργοῦ Ἁγίου τῆς ἐποχῆς μας, ὅπου πλῆθος πιστῶν ἀδιακόπως προσέρχεται καί συχνότατα λαμβάνει τή λύση στόν πόνο καί τήν ἀσθένεια παρά τοῦ Παντοδυνάμου Θεοῦ μέ τήν πρεσβεία τοῦ Ὁσίου Νεκταρίου. Προσευχήθηκε θερμά μετά δακρύων καί ὁ φιλόστοργος Ἅγιος δέν παρέβλεψε τήν ἱκεσία καί τόν στεναγμό τῆς πονεμένης μάνας καί τό θαῦμα δέν ἄργησε νά πραγματοποιηθεῖ!

Τήν ἑπομένη μέρα, ὅπου οἱ γιατροί ἐπρόκειτο νά ἀφαιρέσουν τά ὄργανα τοῦ «ἐγκεφαλικά» ἀλλά ὄχι βιολογικά νεκροῦ ἐκείνου νέου, καταφθάνει στό νοσοκομεῖο ἡ πιστή μητέρα καί ἀφοῦ ἐκφράζει μέ πίστη στούς γιατρούς τήν βεβαιότητα ὅτι ὁ ἅγιος Νεκτάριος θά θεραπεύσει τό παιδί της, μεταβαίνει μαζί μέ αὐτούς στό δωμάτιο τοῦ ἀσθενοῦς καί τί βλέπουν; Τό σημεῖο τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ! Βλέπουν τόν «ξεγραμμένο» (ὅπως λέμε) ἀπό τούς γιατρούς ἀσθενῆ ἐκεῖνο νέο, πού δεν εἶχε προηγουμένως καμία ἐπαφή μέ τό περιβάλλον, νά κάθεται στό κρεβάτι του καί νά τούς χαμογελᾶ! Ὁ Θεός ἔδωσε παράταση ζωῆς στό νέο ἐκεῖνο, τόν ὁποῖο οἱ γιατροί μέ τή διαδικασία τῆς ἀφαιρέσεως τῶν ὀργάνων θά ἔστελναν πρόωρα στήν ἄλλη ζωή…

Καί πρέπει νά τονίζεται καί αὐτό τό γεγονός, πού ἀποτελεῖ ἀνθρωποκτονία, ὅτι τά ὄργανα ἀφαιροῦνται ὅταν ὁ ἀσθενῆς εἶναι ἀκόμη ζωντανός (ἄρα τόν σκοτώνουν), ἀφοῦ ὅταν εἶναι νεκρός, τά ὄργανά του πλέον εἶναι ἄχρηστα! Ἀπό ζωντανό δότη ἑπομένως παίρνουν τά ὄργανα! Καί αὐτό τό λένε σήμερα…ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο καί σπεύδουν δυστυχῶς νά τό ὑπόστηρίζουν καί κάποιοι ἐκκλησιαστικοί παράγοντες! Δηλαδή, νά ἀφαιρέσουμε μιά ζωή, ὥστε νά συντελέσουμε στήν παράταση μιᾶς ἄλλης ζωῆς! Ὅμως οἱ Ὀρθόδοξοι, τῶν ὁποίων τό πολίτευμα «ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» κατά τον Ἀπόστολο, δέν θά πρέπει σέ καμία περίπτωση νά ἐφαρμόζουμε τό ρητό «ὁ σκοπός ἁγιάζει τά μέσα», οὔτε νά μετερχόμαστε τά πάντα, θεμιτά καί ἀθέμιτα, προκειμένου νά ἐπιτύχουμε τήν παράταση αὐτῆς τῆς ἐπιγείου καί φθαρτῆς ζωῆς, ἀλλά νά τήν χρησιμοποιοῦμε ὡς «καιρόν» καί ἀφορμή ἑτοιμασίας γιά τήν μέλλουσα αἰώνια καί ἄφθαρτη ζωή! Ἄλλωστε, «πρός ἑτέρου βίου παρασκευήν ἅπαντα πράττομεν», κατά τόν Μέγα, οὐρανοφάντωρα Βασίλειο10! Σκοπός μας, ὡς Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, θά πρέπει νά εἶναι τό πῶς θά μπορέσουμε ἐν Χριστῷ, νά «ἐμβολίσουμε» τήν παρούσα ζωή μέσα στήν αἰωνιότητα, καί ὄχι τό πῶς θά ἐξασφαλίσουμε τήν μακροχρόνια διαβίωση στήν ἐνταῦθα παροικία, μέ ὅποιο μέσον καί τρόπο…

Καί, ναί μέν, θά κάνουμε τό ἀνθρωπίνως δυνατό, τήν ὅποια προσπάθεια μέσῳ τῆς Ἐπιστήμης, τῆς ἰατρικῆς πρός θεραπείαν τῶν νοσούντων, ἀλλά δέν θά φθάνουμε σέ τέτοιες μεθόδους, νά συμφωνήσουμε μέ ὅσους ἀφαιροῦν τά ὄργανα ἀπό ἀσθενεῖς προκαλώντας τους τόν θάνατο προκειμένου νά χαρίσουν τή ζωή σέ ἄλλους ἀσθενεῖς. Δέν εἶναι δυνατόν, τό καλό τοῦ λήπτη νά γίνεται μέ ζημία τοῦ δότη! Δέν εἶναι οὔτε χριστιανικό, οὔτε ἀνθρώπινο! Δέν τό ἔπραξαν οἱ Πατέρες μας!

Ὀρθά ἑπομένως ἔχει παρατηρηθεῖ ὅτι «ἡ ὑπερβολική ἐπιστοσύνη στίς μεταμοσχεύσεις ἐπικεντρώνει τό ἐνδιαφέρον τοῦ ἀνθρώπου στή σωματική μόνο ἀκεραιότητα καί ταυτόχρονα καλλιεργεῖ τήν ψευδαίσθηση κάποιας σχετικῆς ἐπίγειας ἀθανασίας. Ἡ ἀναζήτηση ὅμως τῆς ἀθανασίας αὐτῆς δέν ἐναρμονίζεται μέ τήν προσδοκία τῆς αἰωνιότητας καί τήν πίστη στήν διά τοῦ Χριστοῦ νίκη τοῦ θανάτου. Αὐτά σημαίνουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά θέσει ὡς στόχο της τή διάδοση κάποιου συνθήματος τοῦ τύπου δώσε καί σώσε πού εὔκολα ἐντάσσεται καί σέ καταναλωτικές ἤ ἐμπορικές προοπτικές. Μιά τέτοια τοποθέτηση θά φανέρωνε ἐκκοσμίκευση καί ἔνταξη στό ρεύμα τῆς ἐποχής. Στήν προοπτική τῆς Ἐκκλησίας ἡ βιολογική ζωή καί ὁ βιολογικός θάνατος χάνουν τή δραματική ἀντιπαλότητά τους καί σχετικοποιούνται. Ἄλλωστε ἀπό τή φύση τους ἡ ζωή καί ὁ θάνατος συμπλέκονται καί συνυφαίνονται. Ἡ ζωή ἐκδιπλώνεται ὡς διαδικασία θανάτου. Καί ὁ θάνατος ὑπάρχει σέ κάθε φάση της ζωής».11

Πάντως, τήν ἀγάπη μας, τήν αὐτοθυσία καί τήν προσφορά μας, μποροῦμε κάλλιστα νά τή δείξουμε στίς περιπτώσεις τῆς μεταμοσχεύσεως διπλῶν ὀργάνων (νεφρῶν, ὀφθαλμῶν κλπ.), ὥστε καί ἡ ἀγάπη πρός τόν λήπτη νά ἐκφραστεῖ, ἀλλά καί ἡ ζωή τοῦ δότη (μέ τό ἐναπομείναν μέλος του) νά ἐξασφαλισθεῖ.

3) «ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ»

Ὑπάρχει διάγνωση θανάτου; Ὄχι! Ὑπάρχει πιστοποίηση θανάτου καί ὄχι διάγνωση θανάτου! Αὐτό μέχρι τώρα ὅλοι γνωρίζουμε καί θεωροῦμε ὡς δεδομένο καί αὐτονόητο. Τά δεδομένα ὅμως «ἀλλάζουν», ὅπως κάποιοι ἐπιθυμοῦν…

Ὁ Νόμος 3.984/2011, ὁ ὁποῖος ψηφίσθηκε ἀπὸ τὴν Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων καὶ ἀφορᾶ στὴν «Δωρεὰ καὶ μεταμόσχευση ὀργάνων», στὸ Ἄρθρο 9, ἀποδέχεται ὡς κριτήριο τῆς ἐπελεύσεως τοῦ θανάτου τὴν «νέκρωση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους», δηλαδὴ δέχεται ὡς πραγματικὸ βιολογικὸ θάνατο τὸν λεγόμενο «ἐγκεφαλικὸ θάνατο». Ὁ θάνατος αὐτός προσδιορίζεται μέ βάση τή μηχανιστική ἀνθρωπολογία τῆς σύγχρονης ἰατρικῆς, ὡς μή ἀναστρέψιμη παύση τῆς λειτουργίας τοῦ ἐγκεφάλου μέ ὁριστική ἀπώλεια τῆς συνειδήσεως.

Τό ζήτημα τοῦ λεγομένου «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου», εἶναι μιά ἐπινόηση πού ἦρθε τό 1968 ἀπό τήν Ἀμερική12, ἀφοῦ ἕνα χρόνο πρίν στή Νότιο Ἀφρική εἶχε πραγματοποιηθεῖ ἡ πρώτη μεταμόσχευση καρδιᾶς. Θεωρήθηκε ἴσως προσβολή ὅτι ἕνα τέτοιο ἰατρικό βῆμα ἔλαβε χώρα στήν Ἀφρική. Καί ἔτσι, μετά ἀπό λίγο καιρό, στό Πανεπιστήμιο τοῦ Harvant συνεστήθη εἰδική ἐπιτροπή μέ σκοπό τήν εἰσήγηση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου καί ὅπως ἀκριβῶς ἐγράφη «ὁ κύριος σκοπός μας εἶναι ὁ ὁρισμός τοῦ μή ἀναστρεψίμου κώματος, ὡς ἑνός νέου κριτηρίου θανάτου». Διαλλέγει δηλαδή ἡ ὡς ἄνω ἐπιτροπή ἕνα νέο κριτήριο θανάτου… Πρέπει ὅμως νά ὑπογραμμιστεῖ μέ ἔμφαση ὅτι ὁ «ἐγκεφαλικός θάνατος» δέν ταυτίζεται μέ τόν βιολογικό θάνατο!

Ὁ καθηγητής Κ. Καρακατσάνης, στή διοργανωθεῖσα Ἡμερίδα τῆς Μητροπόλεως Γλυφάδος περί τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου», μεταξύ ἄλλων κατάθεσε ὅτι ὑπάρχει καί ἕνα ἄλλο ἀτράνταχτο στοιχεῖο πού χαρακτηρίζεται ἀπό ἰατρούς ὡς «βόμβα» καί αὐτό εἶναι μία κατατεθειμένη ἄποψη τοῦ Ἐθνικοῦ Συμβουλίου Βιοηθικῆς τῶν Η.Π.Α, τό ὁποῖο κάνει εἰσηγήσεις στόν ἑκάστοτε πρόεδρο τῶν Ἠνωμένων Πολιτειῶν γιά ὅλα τά βιοηθικά ζητήματα. Τό Ἐθνικό Συμβούλιο Βιοηθικῆς, λοιπόν, τοῦ ἔτους 2008 ἀναφερόμενο στό ζήτημα τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ὅπως ταυτίζεται ἀπό τούς Ἄγγλους μέ τόν θάνατο τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους ἀπεφάνθη ὅτι αὐτή ἡ ταύτιση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου μέ τόν θάνατο τοῦ ἐγκεφαλικοῦ στελέχους θεωρεῖται ὡς ἔννοια «ἐννοιολογικῶς ὕποπτη καί κλινικῶς ἐπικίνδυνη»! Ἰατροί, καθηγηταί, νευροχειρουργοί, μεγάλοι ἐπιστήμονες καταθέτουν τά ἀνωτέρω! Τό ἴδιο αὐτό Ἐθνικό Συμβούλιο, τό 2008, κατέγραψε στήν ἴδια λεγόμενη «λευκή βίβλο», ἀφήρεσε τόν ὅρο «ἐγκεφαλικός θάνατος», ἀντικαθιστώντας τον μέ τόν ὅρο «ὁλική ἀνεπάρκεια τῶν λειτουργιῶν τοῦ ἐγκεφάλου».

Ἐπίσης, ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι ἕνας μεγάλο ἐπιστήμων ἰατρός, διευθυντής καρδιολογικῆς κλινικῆς στό μεγαλύτερο Νοσοκομεῖο τοῦ Cambridge στήν Ἀγγλία, ὅπου γίνονται μεταμοσχεύσεις καρδιᾶς καί πνευμόνων, ὁ D. W. Evans, ἀρνήθηκε νά παράσχει τή συγκατάθεσή του τότε στήν πραγματοποίηση μεταμοσχεύσεων, διότι θεωροῦσε καί διεκήρυττε ὅτι οἱ ἐγκεφαλικῶς νεκροί ἀσθενεῖς δέν εἶναι νεκροί! Θεωροῦσε καί αὐτός τήν ταύτιση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου μέ τόν βιολογικό θάνατο ὡς ἀπάτη! Πιεζόμενος δέ ἐπί τριετίαν ἀπό διαφόρους ἰσχυρούς παράγοντες νά ἀναθεωρήσει τή γνώμη του, ἀναγκάστηκε νά ποαραιτηθεῖ τῶν καθηκόντων του…

Τό ἔτος 2009, σέ ἕνα ἀπό τά πλέον ἐπιστημονικά περιοδικά τοῦ κόσμου, τό Nature, ἐγράφη ὅτι «ἔχει ἔλθει ὁ καιρός γιά ἐπανασχεδιασμό τῶν νόμων οἱ ὁποῖοι ὠθοῦν τούς ἰατρούς σέ μιά μορφή ἀπάτης»! Δηλαδή, οὔτε λίγο οὔτε πολύ τονίζεται ὅτι ἡ πληροφορία πού παρέχεται στούς ἀνθρώπους ἐκ μέρους τῆς ἰατρικῆς κοινότητος, ἀλλά καί ἐκ μέρους τῶν ἑκάστοτε κρατούντων περί τοῦ θέματος τῶν μεταμοσχεύσεων, δέν εἶναι ἀξιόπιστη! Ἔτσι, οἱ παραπλανηθέντες ἄνθρωποι, σχηματίζουν τήν ἐντύπωση ὅτι θά βρίσκονται σέ μιά κάρτα δωρεᾶς ὀργάνων μετά θάνατον, νομίζοντας ὅτι αὐτή ἡ δωρεά θά λάβει χώρα σέ μιά κατάσταση πτωματική, ὅταν δέν θά ὑπάρχει καμία λειτουργία τοῦ ὀργανισμοῦ τους οὔτε καρδιακή, οὔτε ἀναπνευστική, οὔτε ἡππατική, οὔτε νεφρική, ἐνῶ ἡ πραγματικότητα εἶναι τελείως διαφορετική, ὅπως κατεδείχθη. Αὐτή εἶναι ἡ καλοστημενη παγίδα καί ἡ ἀπάτη, ὅπως φανερώνουν ἐπιστημονικές θεωρήσεις.

Ἑπομένως, φαίνεται καθαρά τό διαβλητῶν τῶν μεταμοσχεύσεων…

Καί ἄν σέ ὅλα αὐτά προστεθεῖ καί ἡ πληροφορία ὅτι ἔχει γίνει στό παρελθόν συζήτηση στη χώρα μας, ἀλλά καί εἰσήγηση - τήν ἔκανε καθηγητής πανεπιστημιακός τῶν οἰκονομικῶν - γιά ἀγοραπωλησία13 τῶν ἀνθρωπίνων ὀργάνων (!!!), τά ὁποῖα ἔχουν χαρακτηρισθεῖ ὡς…«ἐθνικός πλοῦτος», τότε…μποροῦμε ἀμυδρῶς νά ἀντιληφθοῦμε ποῦ μᾶς ὁδηγοῦν τά σκοτεινά κέντρα πού κατευθύνουν τίς τύχες τῶν λαῶν…

Εὐλόγως, λοιπόν, ὁ καθηγητής Καρακατσάνης διερωτᾶται, πῶς εἶναι δυνατόν νά συμφωνήσει ἡ Ἐκκλησία στήν ἀλλαγή τῆς ἐννοίας τοῦ θανάτου, ἐνῶ εἶναι σαφέστατο ὅτι αὐτή ἡ ἀλλαγή ἔγινε ὄχι γιά λόγους ἐπιστημονικούς, ἀλλά καθαρῶς χρησιμοθηρικούς, καί ὅτι σχετικοποιήθηκε ἡ ἔννοια τοῦ βιολογικοῦ θανάτου;

Ὁ ἐν λόγῳ καθηγητής, κατά τήν προειρημένη εἰσήγησή του, παρουσίασε βίντεο, ὁπτικά ντοκουμέντα, στά ὁποῖα ὑπάρχουν φαίνονται ἀσθενεῖς πού θεωροῦνται ἐγκεφαλικά νεκροί, δηλαδή πτώματα ὅπως θέλουν νά τούς παρουσιάζουν οἱ ὑποστηρικτές τῶν μεταμοσχεύσεων, οἱ ὁποῖοι ὅμως «ἐγκεφαλικά νεκροί», κάνουν κινήσεις μέχρι τοῦ σημείου να σηκωθοῦν ὄρθιοι! Πολλά εἶναι τά παραδείγματα ἀνανήψεως ἀνθρώπων ἀπό τήν κατάσταση τοῦ «ἐγκεφαλικά νεκροῦ» (ὅπως τοῦ νέου πού ἀναφέραμε, ὁ ὁποῖος ἔλαβε τήν θεραπεία ἀπό τόν ἅγιο Νεκτάριο) καί αὐτά ἔχουν καταγραφεῖ, εἰδικῶς μάλιστα παρουσιάζεται ἀπό ἐπιστήμονες ἰατρούς ἡ περίπτωση ἑνός νέου στό ἐξωτερικό, ὁ ὁποῖος συνῆλθε καί ἀνένηψε καί ἔζησε ἄλλα εἴκοσι χρόνια, ὥν προηγουμένως «ἐγκεφαλικά νεκρός»!

Ὁ ἰατρός καί καθηγητής τῆς χειρουργικῆς τοῦ Α.Π.Θ., κ. Δ. Τσαντήλας, σέ ἐκδήλωση περί τῶν Μεταμοσχεύσεων πού πραγματοποιήθηκε στή Θεσσαλονίκη στίς 10-3-2013, προσέφερε μία προσωπική μαρτυρία καί ἐμπειρία. Ἀνέφερε, λοιπόν, ὅτι, κατά τήν ἐφημερία του, συνέβη ἕνα θαυμαστό γεγονός. Πρό 15 ἐτῶν, μία κοπέλα, ἐτῶν 19, ἀνένηψε ἐκ τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» καί τώρα χαίρει ἄκρας ὑγείας, μέ τήν οἰκογένεια καί τά παιδιά της, ἀφοῦ λίγο καιρό μετά τήν βαρύτατη ἐξ ἀτυχήματος ἀσθένειά της ἀνάρρωσε, ἐνυμφεύθη καί ζεῖ στήν περιοχή τῆς Ἀριδαίας! Νά σημειωθεῖ ὅτι ὁ ἐν λόγῳ εὐσυνείδητος ἰατρός καί πιστός Χριστιανός, ἐντός τοῦ γραφεῖου του στό Ἰπποκράτειο τῆς Θεσσαλονίκης, συνεργάστηκε μέ τήν μητέρα τῆς ἀσθενούσης καί ἀποφάσισαν νά μήν ὑπογράψουν, οὔτε ἡ μητέρα, οὔτε ἐκεῖνος ὡς εἰδικός, τά σχετικά ἔγγραφα προκειμένου νά ἀρχίσει ἡ Μεταμόσχευση, ὅπως τά εἶχαν προγραμματίσει οἱ ἄλλοι ἰατροί. Ἀλλά περί ἀνθρώπων, οἱ ὁποίοι ἀνένηψαν ἐκ τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» μέ θαυμαστά σημεῖα τῆς Χάριτος, «ἔστι καί ἄλλα πολλά»…

Μή λησμονοῦμε, πάντως, ὅτι «τό ἀνθρώπινο σῶμα εἶναι ἱερό. Καί πρέπει νά γίνεται σεβαστό, ὄχι μόνο ζωντανό ἀλλά καί νεκρό. Δέν εἶναι σωστό νά ἀντιμετωπίζεται ὡς θεραπευτικό ὑλικό ἤ ὡς ἀποθήκη ἀνταλλακτικῶν. Τίποτε δέ βεβαιώνει τήν εἰκαζόμενη συναίνεσή του γιά προσφορά ἱστῶν ἤ ὀργάνων τοῦ σώματός του, ἤ πολύ περισσότερο τήν προεξόφληση τῆς συγκαταθέσεώς του, ὅταν δέν ὑπάρχει διατυπωμένη ἀντίθετη ἐπιθυμία του. Τέλος, τίποτε δέ νομιμοποιεῖ τή δογματική ἐπιβολή τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου ὡς ἀποκλειστικοῦ κριτηρίου προσδιορισμοῦ τῆς στιγμῆς τοῦ θανάτου στίς συνειδήσεις αὐτῶν πού βλέπουν τό θάνατο ὡς μυστήριο χωρισμοῦ ἤ ἐξόδου τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα».14

Ἐπειδή ζοῦμε σέ μία ἐποχή κατά τήν ὁποία, ὅπως ὀρθά εἰπώθηκε, «ἡ διάκριση ἀνάμεσα στό «ἔξεστι» καί στό «συμφέρει», πού προβλημάτιζε τόν ἀπόστολο Παῦλο, φαίνεται σέ μεγάλο βαθμό νά ἔχει παραμερισθεῖ»15, δέν εἶναι δυνατόν ἡ Ἐκκλησία νά συσχηματίζεται μέ τόν κόσμο καί νά ἀκολουθεῖ πάντοτε τήν Ἐπιστήμη, ἀρνούμενη τήν Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία της, ἡ ὁποία συνδέεται μέ τήν Χριστολογία καί τήν Θεολογία, ἀφοῦ, «Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί»16.

Θά πρέπει νά ἀγωνισθοῦν ὅλοι οἱ Ὀρθοδοξοι ἐναντίον τῆς πολεμικῆς καί τῆς ἀπαξιώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ἡ ὁποία συστηματικῶς ἐπιχειρεῖται στίς ἡμέρες μας μέ πολλούς τρόπους καί σέ πολλά ἐπί μέρους πεδία τῆς Βιοηθικῆς καί ἐν προκειμένῳ διά τῶν Μεταμοσχεύσεων. Μπροστά στήν ἀπαξίωση καί κυρίως στήν ἀπανθρωποίηση τοῦ ἀνθρώπου δέν θά πρέπει νά σιωπήσουμε, ὅσο ἔχουμε δύναμη, ἀλλά να ἀντιστασθοῦμε ὁμολογιακῶς «παντί σθένει» μέ ἔργα καί λόγια καί νά ἀντκρύσουμε μέ σεβασμό τό ὕψος καί τό μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τό ὁποῖο ὀφείλουμε νά προστατεύουμε. Καί τοῦτο, διότι γνωρίζουμε τήν ἀξία του ἀπό τή θεία Γραφή καί τήν Παράδοσή μας καί δέν λησμονοῦμε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού κατά τήν Ἐπιστήμη εἶναι ἕνα «φυσικόν ζῶον», γιά τήν Πίστη μας εἶναι «ζῶον θεούμενον» καί φανερώνει εἰκόνα Θεοῦ μέ την αἰώνια προοπτική της, εἶναι ἕνα ὄν δισύνθετον, κρᾶμα καί μεθόριον μεταξύ δύο κόσμων, «ἀνακεφαλαίωσις τῶν τοῦ Θεοῦ κτισμάτων»17.

____________________________________________________________________________
1 Γιὰ περαιτέρω ἐμβάθυνση καὶ προβληματισμὸ περί τοῦ ἀκανθώδους ζητήματος τῶν Μεταμοσχεύσεων, περί τῶν ἐκκλησιολογικῶν προεκτάσεων τῆς δωρεᾶς ὀργάνων, ὡς καί περί τοῦ ἀντίκτυπου αὐτῶν στό σύγχρονο κόσμο, εἶναι κατά τή γνώμη μας ἀπαραίτητη ἡ μελέτη σοβαρῶν ἐπιστημονικῶν βιβλίων καί ἄρθρων, μεταξύ τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀξιόλογη μελέτη τοῦ Ἁγιορείτου Μοναχοῦ π. Δαμασκηνοῦ μέ τίτλο «Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία καί Μεταμοσχεύσεις ζωτικῶν ὀργάνων», ἐκδ. Μυριόβιβλος, ὅπως ἐπίσης τό βιβλίο τοῦ ἰατροῦ - καθηγητοῦ Κ. Καρακατσάνη, «Ἐγκεφαλικός θάνατος», University Stuntio Press, Θεσσαλονίκη 2000 κ.ἄ.
2 «Ἅμα δέ τό σῶμα καί ἡ ψυχή πέπλασται, οὐ τό μέν πρῶτον, τό δέ ὕστερον». Βλ. ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, «Ἔκδοσις ἀκριβῆς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως», ἐκδ. Πουρναρᾶ, Εἰσαγωγή, σχόλια, Ν. Ματσούκα, σελ. 150
3 Γεν. 2, 1.
4 Βλ. Σπ. Τσιτσίγκου, Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, σελ. 45.
5 Βλ. Πρός Διόγνητον ἐπιστολή.
6 MPG. 89, 1146D, Ἐκ τοῦ κατ᾿ εἰκόνα.
7 Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, «Συμβουλευτικόν ἐγχειρίδιον», Ἀθῆνα 1991, σελ. 164.
8 Βλ. Δαμασκηνοῦ μοναχοῦ, Ἁγιορείτου, Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία καί Μεταμοσχεύσεις ζωτικῶν ὀργάνων, ἐκδ. Μυριόβιβλος, 2007, σελ. 40.
9 Βλ. Περιοδικό ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ, ἔτος Ζ΄, Τεῦχος 4, σελ. 551
10 «Πρός τούς νέους», ΕΠΕ, 7, 318
11 Γ. Μαντζαρίδη, Μεταμοσχεύσεις καί ἐγκεφαλικός θάνατος, Ἄρθρο στό περιοδικό Πεμπτουσία, τ. 10.
12 Βλ. Γ. Κ. Καρακατσάνη, «Ἐγκεφαλικός θάνατος», University Stundio Press, Θεσσαλονικη, 2000: «Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ θάνατος γινόταν ἐπί αἰῶνες κατανοητός ὡς ἕνα βιολογικό φαινόμενο καί ἡ ἐπέλευσή του διαπιστωνόταν ἀπό τήν ὁριστική παύση τῆς καρδιακῆς καί ἀναπνευστικῆς λειτουργίας. Τό ἔτος, ὅμως, 1968 ἡ ἁρμόδια ἐπιτροπή τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Harvard ὅρισε τήν ἔννοια τοῦ «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» για καθαρῶς κοινωνικούς λόγους (ἐξοικονόμηση κλινῶν καί χρημάτων στίς Μονάδες Ἐντατικῆς Θεραπείας καί ἀπόκτηση ζωτικῶν ὀργάνων γιά μεταμοσχεύσεις)»…
13 Ἤδη ἔχει δημοσιευθεῖ ὅτι δύο βουλευτές τῶν ΑΝ.ΕΛ. ὁ Γ. Δημαρᾶς καί ὁ Γ. Ἀβραμίδης, κατέθεσαν στήν Ἑλληνική Βουλή…τιμοκατάλογο (!!!) ἀνθρωπίνων ὀργάνων! Δηλαδή, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, ζητεῖται νά μετατραπεῖ ἡ χώρα μας σέ ἕνα μεγάλο κρεοπωλεῖο! Ἐκεῖ φθάσαμε!
14 ὅπου π. Γ. Μαντζαρίδη, Μεταμοσχεύσεις…
15 Βλ. Β. Φανάρα , δρ. Θεολογίας, Ὑποβοηθούμενη ἀναπαραγωγή, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 12.
16 Α΄ Τιμ, 3, 16.
17 Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΝΓ΄, ΕΠΕ, 11, 330-332: «Ἄνθρωπος γάρ, ὁ μείζων οὗτος ἐν μικρῷ κόσμος, ἡ συνδρομή τοῦ παντός, ἡ ἀνακεφαλαίωσις τῶν τοῦ Θεοῦ κτισμάτων…»


0 Comments

Ο ΑΕΤΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ

2/6/2014

0 Comments

 
Γράφει ο ο εφημέριος του Ι.Ν. Τιμίου Προδρόμου,
Ιερομόναχος π. Νικηφόρος Νάσσος
Picture
«Ἐνθέοις πράξεσι, τὸ σῶμα σὺν τῇ ψυχῇ, νομίμως προκαθηράμενος, τῷ τῆς θεολογίας ὄρει προσέβης, τὰ θεῖα μυσταγωγούμενος, Θεοφάντορ Γρηγόριε· καὶ τὸν ἄδυτον ὑπελθὼν γνόφον, τὴν θεοτύπωτον ἐδέξω νομοθεσίαν, ὁμοούσιον, ἐγγεγραμμένην Τριάδα».1

Στίς 25 τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει τό ὑψηλό ἀνάστημα, τόν «τριαδικόν Θεολόγον», τόν ἀετό τῆς Θεολογίας καί «ἀκρότατον νοῦν», τό Ναζιανζηνό Πατέρα καί ἀειλαμπῆ φωστῆρα, ἕνα ἐκ τῶν τριῶν Μεγάλων Ὀἰκουμενικῶν Διδασκάλων, τόν Γρηγόριο, Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως (+391).

Υἱός τοῦ Γρηγορίου, πρώην εἰδωλολάτρου καί μετέπειτα ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου τῆς Ναζιανζοῦ καί τῆς εὐλαβεστάτης Νόνας, Καππαδόκης τό γένος, ἔδειξε πολύ νωρίς ὁποῖος ἔμμελε γενέσθαι. Ἀπό τῆς νεαρᾶς του ἡλικίας, ἐστράφη στή θύραθεν παιδεία, σπούδασε, στήν Ἀθῆνα, ὅπου συνεδέθη μέ τόν Μ. Βασίλειο μέ ἄρρηκτη ἑνότητα ἰσοβίως, ἔχοντας καί οἱ δύο τά πάντα κοινά καί μία ψυχή πού συνέδεε δύο ξεχωριστά σώματα, ὅπως ὁ ἴδιος τά περιγράφει στά περίφημα «ἔπη» του: «Τά πάντα μέν δή κοινά, καί ψυχή μία, δυοῖν δέουσα σωμάτων διάστασιν».

Στή συνέχεια ὁ Γρηγόριος στρέφεται πρός τήν ὀρθόδοξη Χριστιανική παιδεία, τήν ἀληθινή φιλοσοφία, ἐμβαθύνοντας στό νόημα τῶν θείων Γραφῶν. Μετά τήν ἐπιστροφή του ἀπό τήν Ἀθῆνα καί τήν ἐπί ἕνα χρόνο ἄσκηση τῆς ρητορικῆς στή Ναζιανζό, ἀναχωρεῖ γιά τήν ἔρημο ἡ ὁποία καθ᾿ ὅλο τό διάστημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του τόν ἤλκυε φοβερά, καί ἀσκεῖται στόν Πόντο ἐπί μακρόν. Ἐκεῖ ἀπολαμβάνει ἀκορέστως καί μετά «ἀπαθοῦς πάθους» τό γλυκύτατον τῆς ἡσυχίας μέλι, γευόμενος «κατ᾿ αἴσθησιν ψυχῆς» τήν θεία ἀγάπη, τό «ἄκρον τῶν ἐφετῶν», αὐτήν τήν πανευδαίμονα θεία κατάσταση τήν ὁποῖα ὀ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ὀνομάζει «μέθην ψυχῆς», «πηγήν πυρός» καί «μακαρίαν μανίαν»….

Ἐκεῖ «ἐκαθάρθη, ἐφωτίσθη, ἐθεώθη», πράγματα πού ἀποτελοῦν προϋποθέσεις τῆς ἀληθινῆς θεολογίας, ὅπως ὁ ἴδιος ἐπισημαίνει2.

Ἐπιστρέφει ἔπειτα στόν κόσμο πρός βοήθειαν τοῦ προβεβηκότως στήν ἡλικία πατρός του καί συνεχίζει αὐτοῦ τό ἔργο στή Ναζιανζό. Ὑπό πίεσιν δέχεται τούς τρεῖς βαθμούς τῆς ἱερωσύνης, ὅπως ταπεινοφρόνως τό καταθέτει στόν λίαν ἀξιόλογο ἐκεῖνο ἀπολογητικό του λόγο «Περι τῆς εἰς τόν Πόντον φυγῆς», λέγοντας στήν ἀρχή τήν περιεκτική φράση: «Ἥττημαι καί τήν ἧτταν ὁμολογῶ»3…

Κατά διαστήματα, βεβαίως, πρίν καί ἐνδιάμεσα ἀπό τήν ἀνάδειξή του στά ὑψηλά ἀξιώματα ἀναχωρεῖ γιά τήν ἀγαπημένη του ἡσυχία τήν ὁποία ὀνομάζει «μητέρα καί συνεργόν τῆς θείας ἀναβάσεως καί θεοποιόν»4, ἀλλά πάλι ἐπιστρέφει γιά νά ἀναχωρήσει ἐκ νέου ὅταν ἐκλεγεῖ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, μέ συνοδική ἀπόφαση τό ἔτος 381 μ. Χ.

Τά τελευταῖα χρόνια τῆς ἁγιασμένης ζωῆς του ὁ Γρηγόριος, ἀναχωρεῖ γιά τόν Πόντο, ὅπου ὁ ὑμνητικός αὐτός ἐρωδιός τῆς Ἁγίας Τριάδος γράφει τά θαυμάσια «ἔπη» του, ἡρεμεῖ καί προσεύχεται καί διδάσκει ἐκ τοῦ μακρόθεν τήν Ἐκκλησία, λέγοντας «μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον»…

Τό εὐλογημένο τέλος τῆς ἐδῶ παροικίας, τόν βρίσκει στό οἰκογενειακό του ἀγρόκτημα τό ἔτος 391 μ. Χ. καί εἰσέρχεται πλέον στήν Αἰωνία καί ἄληκτο ζωή, τήν ὁποία ἀπό ἐδῶ προγευστικῶς ἐβίωνε…

Ὁ Ἅγιος αὐτός Πατήρ, μᾶς δίδαξε, πέραν τῶν ἄλλων, ποιά εἶναι ἡ ἀληθής Θεολογία καί ὅτι τό νά ὁμιλεῖς γιά τόν Θεό δέν εἶναι εὔκολο πρᾶγμα, οὔτε τοῦ καθενός, οὔτε αὐτῶν πού βρίσκονται προσκολημμένοι στά βιοτικά καί τά πάθη, ἀλλά εἶναι ἔργο τό ὁποῖο συντελεῖται ἀπό ὁλίγους καί ὑπό ὅρους πνευματικούς. Εἶναι ὑπόθεση αὐτῶν πού πέρασαν τίς πνευματικές ἐξετάσεις, πού πορεύθηκαν ἀπό τήν κάθαρση στό φωτισμό καί τή θεωρία, ἤ τουλάχιστον τῶν ἀγωνιζομένων νά καθαρθοῦν. «Οὐ παντός, ὦ οὖτοι, τό περί Θεοῦ φιλοσοφεῖν, οὐ παντός, οὐχ οὕτω τό πρᾶγμα εὔωνον καί τῶν χαμαί ἐρχομένων. Προσθήσω δε, οὐδέ πάντοτε, οὐδέ πᾶσιν οὐδέ πάντα, ἀλλ᾿ ἔστίν ὅτε καί οἷς καί ἐφ᾿ ὅσον. Οὐ πάντων μέν, ὅτι τῶν ἐξητασμένων καί διαβεβηκότων ἐν θεωρίᾳ καί πρό τούτων, καί ψυχήν καί σῶμα κεκαθαρμένων ἤ καθαιρομένων τό μετριώτατον». 5

Τέτοιος Θεολόγος ἐμπειρικός ὑπῆρξε ὁ Γρηγόριος! Ἡ ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού κάνει σέ μία ὁμιλία του στήν Πεντηκοστή λέγοντας: «παρέστω μοι τό Πνεῦμα καί διδότω λόγον»6, φανερώνει αὐτή τήν καθοδηγητική ἔμπνευση τοῦ Παρακλήτου, τήν ὁποία εἶχε ὡς θεοκίνητο ὄργανο τῆς Χάριτος καί ἔνεκα τῆς ὁποίας εἰσῆλθε στό «ἀπόθετον κάλλος» τῆς Γραφῆς, ὅπου ἑρμήνευσε, δίδαξε καί θεολόγησε ἀπλανῶς7. Ὁ ἴδιος μᾶς μίλησε καί γιά τρεῖς μεταθέσεις βίου, τίς ὁποίες ἀποκαλεῖ «σεισμούς γῆς», καί πρόκειται γιά τρία μεγάλα μεταβατικά στάδια στήν ἱστορία τοῦ κόσμου:

«Δύο γεγόνασι μεταθέσεις βίων ἐπιφανεῖς ἐκ παντός αἰῶνος, αἵ καί δύο διαθῆκαι καλοῦνται καί σεισμοί γῆς διά τό τοῦ πράγματος περιβόητον∙ ἡ μέν ἀπό τῶν εἰδώλων ἐπί τόν νόμον, ἡ δέ ἀπό τοῦ νόμου εἰς τό εὐαγγέλιον. Καί τρίτον σεισμόν εὐαγγελιζόμεθα τήν ἐντεῦθεν ἐπί τά ἐκεῖσε μετάστασιν, τά μηκέτι κινούμενα μηδέ σαλευόμενα».8

Παρά τήν ὑψηλή διείσδυση, ἀλλά καί τήν ἔξίσου ὑψηλή ἀρετή τοῦ θεοφόρου αὐτοῦ Πατρός, ἡ ταπεινοφροσύνη ἦταν «σύνοικός» του σέ ὅλη του τη ζωή, γι᾿ αὐτό καί τόν βλέπουμε νά ἐλεεινολογεῖ τόν ἑαυτό του, εἴτε ἐπειδή τόν ἄφησε ἐλεύθερο νά περπατεῖ στά θεολογικά ὕψη τά ὁποῖα τοῦ ἄνοιξε ὁ Θεός, εἴτε γιά τίς ἀστοχίες πού θεωροῦσε ὅτι ἔπρατε, εἴτε γιά ἄλλους λόγους, μάλιστα δέ, σέ κάποιο κείμενό του φθάνει νά παρακαλεῖ τόν Κύριο νά τόν βγάλει «ἀπό τήν φοβερή ἄβυσσο τῆς πνευματικῆς ἀναισθησίας»!.. Μᾶς θυμίζει τόν συνώνυμό του Γρηγόριο, τον Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης τόν Παλαμᾶ, τόν ὁποίον, κατά τόν βιογράφο του, βλέπουμε νοερῶς νά φωνάζει μετά συντριβῆς καί θρήνου μέσα στίς λευκές καί ἀτελείωτες νύχτες τοῦ Ἁγίου Ὄρους : «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, φώτισόν μου τό σκότος»…

Ἄν ὁ Εὐαγγελιστής τῆς Ἀγάπης, ἀπόστολος Ἰωάννης εἶναι ὁ τῆς Θεολογίας ἀετός, πού ἀνῆλθε καί κατόπτευσε τό φῶς, ὁ τριαδικός Θεολόγος Γρηγόριος εἶναι ὁ «πληγωμένος Ἀετός», ὅπως τόν ὀνόμασε ὁ μακαριστός μεγάλος Πατρολόγος, Στ. (μετέπειτα Γεράσιμος μοναχός) Παπαδόπουλος…

____________________________________________________________________________


1 Ἰδιόμελον τῆς Λιτῆς, ἀπό την Ἀσματική ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.
2 «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθάραι, σοφισθῆναι καί οὕτω σοφίσαι, γενέσθαι φῶς καί φωτίσαι, ἐγγίσαι Θεῷ καί προσαγαγεῖν ἄλλους». ΕΠΕ, 1, 164.
3 ΕΠΕ, 1, 74.
4 ΕΠΕ, 1,216.
5 MPG. 36, 13 CD.
6 MPG. 36, 436.
7
8 MPG. 36, 160, Λόγ. 31, 25.


0 Comments

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΚΤΙΣΤΗ ΧΑΡΗ ΚΑΙ ΠΩΣ ΜΕΤΕΧΕΤΑΙ;

2/5/2014

1 Comment

 
 Γράφει ο εφημέριος του Ιερού Ναού Τιμίου Προδρόμου, Ιερομόναχος π. Νικηφόρος Νάσσος

Α' ΜΕΡΟΣ
Picture
Τί εἶναι αὐτό πού ἀποκαλεῖται θεολογικά «Ἄκτιστος Χάρις»;

Πῶς ἑρμηνεύεται καί πῶς μετέχεται; Μέ ἁπλά λόγια καί σύντομα, θά τό ἐξηγήσουμε στό κείμενο αὐτό, σέ δύο μέρη.

Ἄκτιστη Χάρη, εἶναι ἡ θεία Ἐνέργεια, ἡ ὁποία γίνεται προσιτή καί καταληπτή στούς ἀνθρώπους, ὡς «μεθεκτή», σέ ἀντίθεση μέ τήν θεία Οὐσία, ἡ ὁποία εἶναι παντελῶς ἀκατάληπτη, ἀπρόσιτη, «ἀμέθεκτη».

Ὁ Τριαδικός Θεός, ὡς ὕπαρξη πάνω καί πέρα ἀπό κάθε ὕπαρξη, ὡς ὁ Ὤν ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε στόν Μωυσῇ πάνω στό Σινᾶ, ὅταν τόν ρώτησε ποιό εἶναι τό ὄνομά Του («Ἐγώ εἰμί ὁ Ὤν»,Ἐξ. 3, 14), ἔχει Οὐσία, ἔχει καί Ἐνέργεια. Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι Ἄκτιστος, δηλαδή Αἰώνιος, Ἄναρχος καί Ἀδημιούργητος, Ἄκτιστη εἶναι καί ἡ Οὐσία Του, Ἄκτιστη καί ἡ Ἐνέργειά του. Δέν ἔχει ἀρχή, οὔτε τέλος, ὅπως ἔχουν τά ἀνθρώπινα, τά κτιστά. Ἐμεῖς οἱ κτιστοί, οἱ ἐν χρόνῳ δημιουργημένοι, ἔχουμε κτιστή οὐσία καί ἐνέργεια, ἀλλά ὁ Θεός ἔχει Ἄκτιστη Οὐσία καί Ἄκτιστη Ἐνέργεια.

Καί ἡ μέν Οὐσία τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἀκατάληπτη, ὑπερβατική καί ἐντελῶς ἄγνωστη σέ ἀγγέλους καί ἀνθρώπους, σέ νοερά καί αἰσθητά, στούς πάντες! Κανείς ποτέ δέν εἶδε, οὔτε πρόκειται νά δεῖ τήν θεία φύση! Ἡ Ἐνέργεια ὅμως τοῦ Θεοῦ, ἡ «πρός τά ἔξω κίνησή του» ὅπως λέμε, γίνεται καταληπτή καί μεθεκτή, ἀφοῦ αὐτή εἶναι τό μέσον, ὁ τρόπος, ἡ γέφυρα πού συνδέει τόν Ὑπερβατικό - Ἄκτιστο Θεό μέ τήν κτιστή δημιουργία. Εἶναι τό «συνδοῦν» πού ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ κατεξοχήν ἀναπτύξας τή θεολογική αὐτή Διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Υπάρχουν πολλά εἶδη Ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ δίδονται ἀπό τούς Πατέρες διάφορα ὀνόματα, ἀνάλογα μέ τά ἀποτελέσματά της, ὅπως λ. χ. γίνεται λόγος γιά τήν ζωοποιό Ἐνέργεια, τήν οὐσιοποιός, τήν σοφοποιός, τήν θεοποιός. Δέν θά ἀναλύσουμε τά ἀνωτέρω, μόνο θά ποῦμε γιά τήν Χάρη ἐκείνη πού ἐνεργεῖ τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἕνωσή του μέ τόν Τριαδικό Θεό, διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί «ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ».

Ἄκτιστη Χάρη εἶναι τό φῶς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καί ἡ παραμονή τοῦ φωτός αὐτοῦ ἐντός τοῦ πιστοῦ. Ἄκτιστη Χάρη εἶναι ἡ Ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἀναγεννᾷ τόν ἄνθρωπο διά τοῦ βαπτίσματος καί συνάπτει αὐτόν μετά τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ διά τῆς Θείας Εὐχαριστίας! Ἡ Ἁγιοπνευματική Χάρη, ἐνεργεῖ στή ζωή τοῦ Χριστιανοῦ, ὑπό προϋποθέσεις. Ἔρχεται μέσα μας καί «ἐνοικεῖ». Χωρίς αὐτήν τήν «ἐνοίκηση», γιά τήν ὁποία κάνει λόγο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος («Εἴπερ Πνεῦμα Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ἡμῖν», Ρωμ. 8, 9.), δέν σώζεται κανείς! Τί εἶναι ἡ σωτηρία; Εἶναι ἡ ἕνωση κατά Χάριν μέ τόν Τριαδικό Θεό, ἡ μετοχή στήν ἁγιοτριαδική ζωή, γεγονός πού ἀρχίζει ἀπό τόν κόσμο αὐτόν (προγευστικῶς) καί παρατείνεται στήν ἄπειρη Αἰωνιότητα! Εἶναι ἡ μέθεξη (ὅπως λέγεται θεολογικά) τῆς θείας Χάριτος! Εἶναι ἡ γεύση τοῦ Θεοῦ θετικῶς! Διότι ἡ Χάρη λειτουργεῖ καί ἀρνητικῶς, καυστικῶς, κολαστικῶς, ὅταν δέν ἔχουμε καθαρή καρδιά ἀπό τά πάθη. Συμβαίνει ὅτι καί μέ ἕνα φάρμακο, πού λειτουργεῖ θεραπευτικά σέ ἕναν ὀργανισμό πού ἔχει κατάλληλες προϋποθέσεις, ἀλλά μπορεῖ νά λειτουργήσει καί ἀρνητικά - θανατικά σέ ἕναν μή κατάλληλο ὀργανισμό.

Τήν σωτηρία ἐξασφαλίζει ἡ μονιμότητα παραμονῆς τῆς Χάριτος ἐντός τοῦ εἶναι μας. Ἄκτιστος Χάρις, ὅπως σημειώνει ὁ καθηγητής Γ. Μαντζαρίδης, εἶναι ἡ δόξα τῆς Μεταμορφώσεως, ἡ πνοή τῆς Πεντηκοστῆς, ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ ἐντός τοῦ πιστοῦ και ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ ἐντός τοῦ Χριστοῦ (βλ. Γ. Μαντζαρίδη, Παλαμικά).

Τώρα, πῶς θα κατοικήσει μέσα μας ὁ Θεός, ὥστε νά εἶναι μᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή, «ἐνοικῶν καί ἐμπεριπατῶν» (βλ. Κορ. 6, 16); Πῶς θα μετάσχουμε τῆς Ἀκτίστου Χάριτος, γιά νά καταλάβουμε, μᾶλλον νά βιώσουμε ὑπαρξιακά ἀπό ἐδῶ προγευστικῶς τί εἶναι ὁ Παράδεισος, ἡ Οὐράνιος Βασιλεία γιά τήν ὁποία εἴμαστε προορισμένοι «πρό καταβολῆς κόσμου»;

Ἡ Χάρη, ἤ Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, προσεγγίζει τόν ἄνθρωπο διά τῆς Ἐκκλησίας καί τόν καλεῖ στήν «καινή ζωή», τή νέα ζωή πού ἔφερε στόν κόσμο ὁ Χριστός. Αὐτή ἡ πρόσκληση, ὅμως, ζητεῖ καί ἀνταπόκριση. Ὅταν ἡ πρόσκληση δέν γίνεται δεκτή, τότε ἀποβαίνει ματαία. Ὅταν ἡ Χάρη δέν βρεῖ ἀνταπόκριση, παραμένει κενή, διότι ὁ Θεός δέν βιάζει τή θέληση τοῦ ἀνθρώπου, ἄν ἐκεῖνος, ὡς ἐλεύθερος πού εἶναι κατά τήν πλάση του, δέν θέλει νά δεχθεῖ στή ζωή του τόν Θεό. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος δεχθεῖ τήν Χάρη καί πεῖ τό ναί στόν Θεό (καί ἐδῶ εἶναι ἡ ἔννοια τῆς λεγομένης θεολογικά «συνεργείας», δηλ. συνεργασίας μέ τόν Θεό), τότε τά πάντα ἐντός του ἀλλάζουν ριζικά! Τότε τόν ἐπισκιάζει ἡ θεία Χάρις! Τόν ἀνασυνδέει μέ τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος ἐπειδή εἶναι ἡ πηγή τῆς Ζωῆς ( ἡ «Αὐτοζωΐα» ὅπως ἀκοῦμε στό Συναξάριο τοῦ Μ. Σαββάτου) καταργεῖ τόν θάνατο καί προσφέρει τήν ἀληθινή ζωή. Μήπως νομίζουμε, ὅτι εἶναι…ζωή αὐτό πού βιώνουμε ἐδῶ, στόν χώρο τῆς προσωρινῆς παροικίας μας, μέσα σέ τόσα βάσανα, μέσα στή θνητότητα, παθητότητα καί φθαρτότητα τῆς φύσεώς μας, μέσα στίς ἀσθένειες καί τίς ποικίλες δοκιμασίες, στίς ἀποκλίσεις καί ἐρεβώδεις περιπλανήσεις καί πτώσεις τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου; Ὄχι βεβαίως! Ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ πραγματική ζωή!

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…


1 Comment

    Θεολογικά

    Αρχείο άρθρων  

    January 2018
    May 2017
    September 2016
    August 2016
    July 2016
    June 2016
    May 2016
    March 2016
    February 2016
    January 2016
    December 2015
    October 2015
    August 2015
    July 2015
    June 2015
    May 2015
    March 2015
    January 2015
    November 2014
    October 2014
    September 2014
    August 2014
    July 2014
    June 2014
    May 2014
    April 2014
    March 2014
    February 2014
    January 2014
    December 2013
    November 2013
    October 2013
    September 2013

Powered by Create your own unique website with customizable templates.