Ι.Ν. Τιμίου Προδρόμου
  • Αρχική
  • Ο Επίσκοπος
  • Ιερός Ναός
  • Ειδήσεις
  • Ανακοινώσεις
  • Κήρυγμα
  • Αρθρογραφία
    • Ιστορικά
    • Αντιαιρετικά
    • Θεολογικά
    • Διάφορα
  • Εορτολόγιο
  • Radio
  • Επικοινωνία

Κυριακή των Αγίων Πάντων

6/10/2017

0 Comments

 
“Άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος ειμί”
(Α' Πέτρου α΄, 16)
Picture
Γράφει ο π. Κωνσταντίνος Παπανάτσιος: Εφημέριος Ιερού Ναού Γενεθλίου Τιμίου Προδρόμου.
​

Αυτή την Κυριακή, αγαπητοί μου αδελφοί, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, με μεγάλη χαρά, εορτάζει “πάντων των υπ αιώνος ευαρεστησάντων τω Θεώ Αγίων Αυτής”, τα νικητήρια της πίστεως της. Τιμά η εκκλησία μας, “τα αθάνατα και αμάραντα άνθη, της αγιότητας, και τους εμψύχους ναούς του Αγίου Πνεύματος” και “των εν όλω τω κόσμω Μαρτύρων, ως Πορφύρα και βύσσον τα αίματα, η εκκλησία σου στολισαμένη”. Γι' αυτό και εμείς, προς τιμή και σεβασμό των Αγίων του Θεού, και προς την πνευματική μας οικοδομή, θα στρέψουμε προς τους Αγίους μας, τον νουν μας και τον λόγο μας, και θα τους παρακαλέσουμε θερμά, να τον δεχθούν ως ταπεινό θυμίαμα ευλάβειας ενώπιον τους.

Read More
0 Comments

Η Μνημόνευση του Επισκόπου στην Θεία Ευχαριστία - π.Κωνσταντίνου Παπανάτσιου

2/27/2017

0 Comments

 
Γράφει ο π. Κωνσταντίνος Παπανάτσιος
Εφημέριος του Ιερού Ναού Γενεθλίου Τιμίου Προδρόμου
* * *
Μετά την μνημόνευση “των ζώντων και πάντων των κεκοιμημένων επ' ελπίδι αναστάσεως ζωής αιώνιου” κατά την ώρα της Θείας Ευχαριστίας, ο λειτουργός ιερέας ως εκπρόσωπος του εκκλησιάσματος, μνημονεύει το όνομα του Αρχιερέως Μητροπολίτου της Μητροπόλεως, και λέει “Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (...το όνομα του οικείου Μητροπολίτου...) ὃν χάρισαι ταῖς ἁγίαις σου Ἐκκλησίαις ἐν εἰρήνῃ, σῷον, ἔντιμον, ὑγιᾶ μακροημερεύοντα καὶ ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας”.

Η μνημόνευση του ονόματος του οικείου Αρχιεπισκόπου, και ειδικά κατά την Θεία Ευχαριστία, έχει πάρα πολύ μεγάλη και σπουδαία, πνευματική και θεολογική σημασία, έχει την Μέγιστη σημασία, την οποία δυστυχώς, οι περισσότεροι Χριστιανοί αγνοούν, γι' αυτό και επιβάλλεται να αναφέρουμε δύο λόγια προς πνευματική ωφέλεια και οικοδομή.

Read More
0 Comments

Ἡ σύγχρονος αἱρετικὴ Ἐσχατολογία (A' μέρος)

9/12/2016

0 Comments

 
Picture

Read More
0 Comments

Ο Άγ. Μάρκος ο Ευγενικός, ο σωτήρ της Κρήτης 

5/17/2016

0 Comments

 
Picture

Read More
0 Comments

Ἡ «Ὁμολογία Πίστεως Γνησίου Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

12/3/2015

0 Comments

 
Picture
Υπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Φωτίου
​

[Ὁμιλία ἐκφωνηθεῖσα στὴν Ἱερὰ Σύναξη Κληρικῶν Νοτίου Ἑλλάδος τῆς Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος, στὶς 18-11/1-12-2015, εἰς τὸν Ἱερὸν Καθεδρικὸν Ναὸν Κοιμήσεως Θεοτόκου Πειραιῶς].

Μακαριώτατε,
Σεβασμιώτατοι καὶ Θεοφιλέστατοι Ἀρχιερεῖς,
Πανοσιώτατοι καὶ Αἰδεσιμώτατοι Πατέρες,

Ἡ Ἐκκλησία τῶν Γ.Ο.Χ. τῆς Ἑλλάδος, τὴν 4/17.12.2014, ἐνέκρινε ἕνα κείμενο «Ὁμολογίας Πίστεως». Πολλοὶ θὰ ἀναρωτήθηκαν, γιὰ ποιὸ λόγο ἔγινε αὐτό; Δὲν εἴχαμε πρὶν Ὁμολογία Πίστεως; Ποιὸς ὁ σκοπὸς αὐτῆς τῆς ἀποφάσεως; Γιὰ νὰ λύσουμε αὐτὲς τὶς ἀπορίες καὶ νὰ ἀναφερθοῦμε στὸ περιεχόμενο τῆς Ὁμολογίας αὐτῆς γίνεται ἡ παροῦσα Εἰσήγηση.
Ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὴν σύνταξη καὶ ἔγκριση αὐτῆς τῆς Ὁμολογίας μᾶς δώθηκε ἀπὸ τὸν Νόμο περὶ Θρησκευτικῶν Κοινοτήτων, ποὺ ἐνέκρινε πέρυσι ἡ Ἑλληνικὴ Βουλή. Μεταξὺ τῶν ἐγγράφων, τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ συνυποβάλει στὸ Πρωτοδικεῖο μία Θρησευτικὴ Κοινότητα γιὰ νὰ ἀναγνωρισθεῖ ὡς Νομικὸ Πρόσωπο, εἶναι καὶ ἡ Ὁμολογία Πίστεως, ὅπου θὰ περιγράφει τὶ πρεσβεύει. Καὶ ἐμεῖς λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὸ παράγγελμα τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου πρὸς ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς νὰ εἶναι «ἕτοιμοι δὲ ἀεὶ πρὸς ἀπολογίαν παντὶ τῷ αἰτοῦντι ὑμᾶς λόγον περὶ τῆς ἐν ὑμῖν ἐλπίδος» (Α΄ Πετρ. γ΄ 15), ὀφείλαμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε, ὄχι δημιουργῶντας κάτι νέο ποὺ δὲν ὑπῆρχε πρίν, ἀλλὰ καταγράφοντας αὐτὸ ποὺ πάντα φρονούσαμε καὶ πιστεύαμε.
Πρότυπό μας γιὰ αὐτὴν τὴν Ὁμολογία, ὑπῆρξε ἡ Ὁμολογία ποὺ ἀπαγγέλλει ὁ πρὸς χειροτονίαν Ἐπίσκοπος, ἡ ὁποία ὑπάρχει στὸ Μέγα Εὐχολόγιο. Ἀπό αὐτὴν κρατήσαμε τὰ πλέον οὐσιώδη, τὰ ὁποῖα ἀφοροῦν ὅλους τοὺς Πιστούς καί –μὲ κάποιες μικρὲς γλωσσικὲς προσαρμογὲς ἐπὶ τὸ ἁπλούστερον- προσθέσαμε ἀκόμη λίγα, κυρίως τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἀντίθεσή μας πρὸς τὸν Οἰκουμενισμό. Ἔτσι διαμορφώθηκε ἡ Ὁμολογία Πίστεως, στὴν ὁποία ἀναφερόμαστε. Κατεβλήθη προσπάθεια νὰ εἶναι συνοπτικὴ καὶ περιεκτική.
Ἂς τὴν δοῦμε κατ’ ἄρθρον.


Read More
0 Comments

Ἡ Ἱερὰ Μνήμη τῆς Η΄ Ἁγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐπὶ Ἁγίου Φωτίου τοῦ Μεγάλου

12/3/2015

0 Comments

 
Picture
Εἰσήγησις του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ εἰς τὴν Ἱερατικὴ Σύναξιν Νοτίου Ἑλλάδος τῶν Κληρικῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος.

Είς μορφὴν PDF, βλ. 
ΕΔΩ.

0 Comments

Πρέπει νὰ συμμορφοῦται ἡ Ἐκκλησία πρὸς τὰς ἀπαιτήσεις τῆς συγχρόνου ἐποχῆς;

10/10/2015

0 Comments

 
Εἰσαγωγικὰ
 
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΥΣ τοῦ ἐνδιαφέροντος καὶ ἐπικαίρου ἄρθρου μὲ τὸν ὡς ἄνω τίτλο, τὸ ὁποῖο ἀναδημοσιεύουμε ἐν συνεχείᾳ, εἶναι ὁ Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ Τριάδος Ἀβέρκιος, ἕνας ἐπιφανὴς Ἱεράρχης τῆς Ἀδελφῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τὸ ἔτος 1976.
 
Ἡ ἀναδημοσίευσις γίνεται ἀπὸ τὸ ἐπίσημο 15νθήμερο τότε Ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας μας «Ἡ Φωνὴ τῆς Ὀρθοδοξίας» (ἀρ.φ. 610-611 / 15.2.1971, σελ. 1-5), ὅπου τὸ πρῶτον παρετέθη σὲ ἑλληνικὴ μετάφρασι.
 
Δι’ αὐτοῦ, ἐξηγεῖται ἐν πρώτοις μὲ τρόπο σαφῆ καὶ κατανοητὸ ἡ οὐσιώδης διαφορὰ Ὀρθοδοξίας καὶ ἑτεροδοξίας σὲ πνευματικὸ ἐπίπεδο. Ἡ πρώτη ἔχει ἀσκητικὸ χαρακτῆρα, ἀποβλέπει στὴν ἐκκοπὴ τῶν παθῶν καὶ τὴν καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν καὶ ὁδηγεῖ τὸν θεραπευμένο ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ πιστὸ στὴν αἰώνιο σωτηρία. Ἡ δεύτερη συμμορφώνει τὸν Χριστιανισμὸ στὶς ἀπαιτήσεις καὶ ἐπιδιώξεις τοῦ κόσμου τούτου καὶ ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο ἀθεράπευτο, χωρὶς ἐλπίδα αἰωνίου κοινωνίας μὲ τὸν Θεό.
 
Ἡ νεοφανὴς αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀποσκοπεῖ ἀκριβῶς σὲ αὐτὴ τὴν συμμόρφωσι καὶ τὸν συγχώνευσι τῆς Ὀρθοδοξίας πρὸς τὴν ἑτερόδοξο Δύσι, ὥστε νὰ παύση νὰ ἀποτελῆ τὴν Κιβωτὸ τῆς Σωτηρίας καὶ νὰ ἀπωλέση τὴν μοναδικότητα, ἰδιαιτερότητα καὶ ἀποκλειστικότητά της.
 
Πρὸς ἐπίτευξιν τούτου, ἀπὸ τὶς ἀρχὲς ἤδη τοῦ 20οῦ αἰῶνος, ἐπιστρατεύθηκε ἡ λῆψις μιᾶς σειρᾶς μέτρων, γιὰ τὴν ἀποδυνάμωσι καὶ κατάλυσι τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ Παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας, καθ’ ὅσον μάλιστα εἶναι γνωστόν, ὅτι οἱ Ἱεροὶ Κανόνες ἀποτελοῦν τὰ θεμέλια καὶ τὸν φύλακα ἄγγελο τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὁριοθετοῦν καὶ διασφαλίζουν τὸ Ὀρθόδοξο Ἦθος ἀπὸ κάθε ἐκτροπὴ καὶ ἔκπτωσι. Πλῆγμα κατὰ τῶν Κανόνων, σημαίνει εὐθέως πλῆγμα κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, διότι Δόγμα καὶ Ἦθος δὲν χωρίζονται.
 
Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο, ἡ ἐπιδίωξις τῶν Οἰκουμενιστῶν ἐξ ἀρχῆς ἦταν τὰ ἐκθεμελιωτικὰ ἀντικανονικὰ μέτρα τους νὰ ἐπικυρωθοῦν διὰ συνόδου, πρὸς ἄρσιν τῶν ἐμποδίων γιὰ τὴν προσέγγισι καὶ τὸν συγχρωτισμὸ μὲ τὴν ἑτεροδοξία καὶ γενικὰ μὲ τὸν ἐκπεσόντα κόσμο τῆς φθορᾶς καὶ τῆς ἀνομίας.
 
Στὴν προσπάθεια αὐτὴ ἄρχισε, συνεχίζεται ἀλλὰ καὶ ἐντείνεται, ἐν ὄψει μάλιστα καὶ τῆς ψευδοσυνόδου τῶν Οἰκουμενιστῶν τοῦ 2016, μία καταφρόνησις καὶ καταπάτησις τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, πολλοὶ ἐκ τῶν ὁποίων –σύμφωνα μὲ τοὺς Μεταρρυθμιστὰς- χρειάζονται ἤ ἀλλαγὴ ἤ κατάργησι.
 
Ὅμως, ὅπως ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀβέρκιος τονίζει, ὅσοι Ὀρθόδοξοι διατηροῦν τὴν γνησία ἐκκλησιαστικὴ Συνείδησί τους, δὲν θὰ δεχθοῦν ποτὲ τὴν ὁδὸ τοῦ συμβιβασμοῦ καὶ τὴν συγκατάλεξί τους στὴν παναιρετικὴ οἰκουμενιστικὴ ἀποστασία.
 
Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, τὸ ἀποκαλυπτικὸ καὶ ζηλωτικὸ αὐτὸ κείμενο ἀξίζει προσοχῆς καὶ προβολῆς, ὥστε νὰ μᾶς καλλιεργήση ὁμολογιακὸ φρόνημα ἐμμονῆς στὴν Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ καὶ μαρτυρίας τοῦ πνεύματος Αὐτῆς ἔναντι τῶν πλανωμένων ἀδελφῶν καὶ τοῦ παραπαίοντος κόσμου γύρω μας. 
 
***
Ὡς πρὸς τὸ συγγραφέα, Ἀρχιεπίσκοπο Ἀβέρκιο, κατὰ κόσμον Ἀλέξανδρο Παύλοβιτς Τάουσεφ, αὐτὸς ἐγεννήθη τὸ 1906 στὸ Καζὰν τῆς Ρωσίας. Τὸ 1920 μετανάστευσε μὲ τὴν οἰκογένειά του στὴν Βουλγαρία, λόγῳ τῆς ἐπικρατήσεως τῶν ἀθεϊστῶν στὴν πατρίδα του, ὅπου τὸ 1930 ἐπεράτωσε ὡς ἀριστοῦχος τὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Σόφιας. Τὸ 1931 ἐκάρη Μοναχὸς καὶ ἐχειροτονήθη Διάκονος καὶ τὸ 1932 Ἱερομόναχος. Ἐργάσθηκε ἱεραποστολικὰ στὴν Καρπαθορωσία ἐναντίον τῆς διαβρωτικῆς δράσεως τῶν Οὐνιτῶν. Ἔλαβε τὸ ὀφφίκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου τὸ 1944. Ὑπηρέτησε τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς στὸ Βελιγράδι καὶ τὸ Μόναχο καὶ ἀπὸ τὸ 1951 ἐγκαταστάθηκε στὴν Ἀνδρώα Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος στὸ Τζόρντανβιλ τῆς Νέας Ὑόρκης τῶν Η.Π.Α., ὅπου τὸ 1952 ἀνέλαβε ὡς Σχολάρχης στὴν ἐκεῖ ἑδρεύουσα Ἱερατικὴ Σχολή. Τὸ 1953 ἐχειροτονήθη Ἐπίσκοπος, μὲ τίτλο Συρακουσῶν, τὸ 1960 ἀνέλαβε καὶ Ἡγούμενος τῆς Μονῆς καὶ τὸ 1961 ἀνυψώθηκε στὸν βαθμὸ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου.
 
Λειτουργικός, ἀσκητικός, ἐξαίρετος κήρυκας τοῦ θείου λόγου καὶ ἀκαταπόνητος συγγραφεύς, κατέλιπε μνήμη καλοῦ καὶ ἀγαθοῦ Ποιμένος, μάρτυρος τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ Ὀρθοπραξίας. Τὰ δυναμικὰ κείμενά του κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τὸν ἀνέδειξαν σύγχρονο Ὁμολογητὴ Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἅγιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης (Μαξίμοβιτς) τὸν θεωροῦσε εἰδήμονα στὰ θέματα Πίστεως, ἐξέφραζε τὴν πλήρη συμφωνία του καὶ παρέπεμπε τοὺς ἐνδιαφερομένους εἰς αὐτόν. Ἔχαιρε μεγάλου σεβασμοῦ καὶ ἐκτιμήσεως μεταξὺ τῶν συνιεραρχῶν του, ὡς καὶ τοῦ Κλήρου καὶ τοῦ Λαοῦ τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα.
 
Ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀβέρκιος ἦταν θερμὸς φίλος καὶ ὑποστηρικτὴς τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος καὶ ἕως τῆς ὁσιακῆς Κοιμήσεώς του διατηροῦσε ἀδελφικοὺς δεσμοὺς προσευχῆς καὶ κοινωνίας μὲ τοὺς ἐν Ἀμερικῇ ἐκπροσώπους Αὐτῆς, καὶ δὴ μὲ τὸν μακαριστὸ Ἱεράρχη Ἀστορίας Πέτρο (+1997).
Picture
Εἴθε ἡ μνήμη τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Ἀβερκίου νὰ εἶναι αἰωνία καὶ τὸ παράδειγμα καὶ ἡ παρακαταθήκη του νὰ ἀποτελοῦν ὁδηγητικοὺς δεῖκτες πορείας καὶ ζωῆς!
 
***
Τὸ Κείμενο:
 
Πρέπει νὰ συμμορφοῦται ἡ Ἐκκλησία πρὸς τὰς ἀπαιτήσεις τῆς συγχρόνου ἐποχῆς;
 Ὑπὸ Ἀρχιεπισκόπου Ἀβερκίου Τῆς Ὀρθοδόξου Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς
 
«Οὐ πρέπει τῷ καιρῷ δουλεύειν, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ»
Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας, Ἐπιστολὴ πρὸς Δρακόντιον
 
ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΙΣ πρὸς τὴν ἐποχήν! Ἰδοὺ τὸ σύνθημα ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι κατὰ τὴν ἐποχήν μας καταβάλλουν τόσο μεγάλην προσπάθειαν διὰ νὰ ὁδηγήσουν τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ μακρὰν τοῦ Χριστοῦ, νὰ ὁδηγήσουν τὴν Ὀρθοδοξίαν μακρὰν τῆς ἀληθοῦς ὁμολογίας τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Πίστεως. Τὸ σύνθημα αὐτὸ ἴσως νὰ μὴν σαλπίζεται ἀπὸ ὅλους μὲ δύναμιν καὶ σαφήνειαν – αὐτό, στὸ κάτω-κάτω ἴσως ἀπεμάκρυνε μερικούς! Σημασίαν ἔχουν αἱ πρακτικαὶ συνέπειαι τοῦ συνθήματος αὐτοῦ εἰς τὴν ζωήν, ἡ προσπάθεια νὰ τεθῇ εἰς ἐφαρμογὴν κατὰ τὸν ἕνα ἤ ἄλλον τρόπον, κατὰ μεγαλύτερον ἤ μικρότερον βαθμὸν καὶ μέτρον.
 
Ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ «μοντέρνου», τόσον ἐπικινδύνου διὰ τὰς ψυχὰς συνθήματος, καθ’ οἱονδήποτε τρόπον καὶ ἄν κηρύσσεται ἤ τίθεται εἰς ἐφαρμογήν, δημοσίᾳ ἤ συγκεκαλυμμένως, δὲν δυνάμεθα παρὰ νὰ ἀγωνισθῶμεν ἡμεῖς τὰ πιστὰ τέκνα καὶ ἀντιπρόσωποι τῆς Ὑπερορίου Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας ἡ πεμπτουσία τῆς ἰδεολογίας, ἐν ὀνόματι τῆς ὁποίας ὑπάρχει ἐν τῷ κόσμῳ, δὲν εἶναι ἡ συμμόρφωσις πρὸς τὴν ἐποχήν, ἀλλὰ ἡ διατήρησις ἀκλονήτου ἀφοσιώσεως πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστόν, πρὸς τὴν ἀληθῆ Ὀρθόδοξον Χριστιανικὴν Πίστιν καὶ Ἐκκλησίαν.
 
Ἄς ἀνακαλέσωμεν εἰς τὴν μνήμην μας τί ἔγραψεν ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Ἀντώνιος, ἱδρυτὴς καὶ πρώτη κεφαλὴ τῆς Ὑπερορίου Ὀρθοδόξου Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, εἰς τὸ δοκίμιόν του: «Κατὰ τί διαφέρει ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις ἀπὸ τὰς Δυτικὰς Ὁμολογίας;». Εἰς τὸ δοκίμιον αὐτὸ γράφει ὅτι ἡ βαθεῖα διαφορὰ μεταξὺ τῆς Πίστεώς μας καὶ τῆς ἑτεροδοξίας εἶναι τὸ ὅτι ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία διδάσκει τὸν τρόπον τοῦ ζῆν κατὰ τὰς ἀπαιτήσεις τῆς Χριστιανικῆς τελειότητος, ἡ ἑτεροδοξία λαμβάνει ἐκ τοῦ Χριστιανισμοῦ μόνον ὅσα στοιχεῖα εἶναι συμβιβάσιμα μὲ τὰς συνθήκας τῆς συγχρόνου πολιτισμένης ζωῆς καὶ κατὰ τὸν βαθμὸν κατὰ τὸν ὁποῖον εἶναι συμβιβάσιμα. «Ἡ Ὀρθοδοξία βλέπει τὸν Χριστιανισμὸν ὡς τὸ αἰώνιον θεμέλιον τῆς ἀληθινῆς ζωῆς καὶ ἀπαιτεῖ ἐκ μέρους ἑκάστου, ὅπως βιάσῃ ἑαυτὸν καὶ τὴν ζωὴν μέχρις ἐπιτεύξεως αὐτῆς τῆς στάθμης· ἐνῶ ἡ ἑτεροδοξία βλέπει τὰ θεμέλια τῆς συγχρόνου πολιτισμένης ζωῆς ὡς ἕν ἀδιάσειστον γεγονός. Ἡ Ὀρθοδοξία ἀπαιτεῖ ἠθικὸν ἡρωϊσμόν· ἡ ἑτεροδοξία ἐρευνᾶ νὰ εὕρῃ εἰς τὸν Χριστιανισμὸν τί εἶναι χρήσιμον εἰς τὰς παρούσας συνθήκας τῆς ζωῆς μας. Διὰ τὸν Ὀρθόδοξον, κληθέντα εἰς τὴν πέραν τοῦ τάφου αἰωνιότητα ὅπου ἄρχεται ἡ ἀληθινὴ ζωή, ὁ κατὰ τὸν ροῦν τῆς ἱστορίας σχηματισθεὶς μηχανισμὸς τῆς συγχρόνου διαβιώσεως εἶναι ἕν φάσμα, ἐνῶ διὰ τὸν ἑτερόδοξον, ἡ περὶ μελλούσης ζωῆς πίστις εἶναι μία ὑψηλὴ ἰδέα, μία ἰδέα ἡ ὁποία ἐξευγενίζει καὶ βοηθεῖ ἔτι περισσότερον εἰς τὴν δημιουργίαν πραγματικῆς ζωῆς ἐνθάδε».
 
Αὐτοὶ εἶναι χρυσοῖ λόγοι, οἱ ὁποῖοι περιγράφουν μὲ σαφήνειαν καὶ ἀκρίβειαν ποῖα ἀπύθμενος ἄβυσσος διαχωρίζει τὴν γνησίαν Χριστιανικὴν πίστιν – τὴν Ὀρθοδοξίαν - ἀπὸ τὴν ἀκρωτηριασμένην μορφήν της – τὴν ἑτεροδοξίαν! Εἰς τὴν μίαν ὑπάρχει ἡ ἄσκησις, ἡ στροφὴ πρὸς τὴν αἰωνιότητα· εἰς τὴν ἄλλην ἰσχυρὰ προσκόλλησις εἰς τὴν γῆν, πίστις εἰς τὴν πρόοδον τῆς ἀνθρωπότητος ἐπὶ τῆς γῆς.
 
Περαιτέρω, συνεχίζει ὁ Μητροπολίτης Ἀντώνιος, «ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις εἶναι ἀσκητικὴ πίστις», καὶ «ἡ μακαρία κατάστασις τὴν ὁποίαν οἱ λάτραι τῆς δεισιδαιμονίας τῆς προόδου προσδοκοῦν ἐπὶ τῆς γῆς, θὰ πραγματοποιηθῇ, κατὰ τὴν ὑπόσχεσιν τοῦ Σωτῆρος, εἰς τὴν μέλλουσαν ζωήν· ἀλλ’ οὔτε οἱ Λατῖνοι οὔτε οἱ Προτεστάνται εἶναι πρόθυμοι νὰ συμμερισθοῦν αὐτὴν τὴν πίστιν, διὰ τὸν ἁπλοῦν λόγον ὅτι – διὰ νὰ ὁμιλήσωμεν εἰλικρινῶς - ἀσθενῶς πιστεύουν εἰς τὴν ἀνάστασιν. Αὐτοὶ πιστεύουν μὲ δύναμιν εἰς τὴν εὐτυχίαν ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ, τὴν ὁποίαν ὅμως ὁ Ἀπόστολος ὀνομάζει «ἀτμίδα ἀφανιζομένην» (Ἰακώβου Δ’, 14). Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος διὰ τὸν ὁποῖον ἡ ψευδο-Χριστιανικὴ Δύσις δὲν ἐπιθυμεῖ, καὶ εἶναι ἀνίκανος νὰ ἐννοήσῃ, τὴν ἀπάρνησιν τῆς παρούσης ζωῆς ὑπὸ τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὁ ὁποῖος δίδει ἐντολὴν ὅπως ἀγωνιζώμεθα, «ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτὸν» (Κολ. Γ’, 9-10).  
 
«Ἐὰν ἐξετάσωμεν ὅλας τὰς πλάνας τῆς Δύσεως», γράφει ὁ Ἀντώνιος, «τόσον ὅσας εἰσῆλθον εἰς τὴν δογματικήν της διδασκαλίαν ὅσον καὶ ὅσας ὑπάρχουν εἰς τὴν ἠθικήν της, θὰ ἴδωμεν ὅτι ἅπασαι εἶναι ἐρριζωμέναι εἰς τὴν ἀποτυχίαν κατανοήσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς ἀσκήσεως, ἥτις ὁδηγεῖ εἰς τὴν βαθμιαίαν τελείωσιν τοῦ ἀνθρώπου».
«Ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἀσκητικὴ θρησκεία», καταλήγει αὐτὸ τὸ ἐξαίρετον δοκίμιον. «Ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ συνεχοῦς ἀγῶνος κατὰ τῶν παθῶν· ἡ διδασκαλία τῶν μέσων καὶ προϋποθέσεων διὰ τὴν κτῆσιν τῶν ἀρετῶν. Αἱ προϋποθέσεις αὐταὶ εἶναι ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐσωτερικαὶ - αἱ δογματικαί μας πεποιθήσεις καὶ τὰ μυστήρια, τὰ ὁποῖα μεταδίδουν τὴν Χάριν πρὸς θεραπείαν τῆς ἀνθρωπίνης ἁμαρτωλότητος καὶ ἐξυψώσεως εἰς τὴν τελειότητα».
 
***
 
Τί βλέπομεν ὅμως τώρα εἰς τὴν σύγχρονον «Ὀρθοδοξίαν» - τὴν Ὀρθοδοξίαν ἡ ὁποία εἰσῆλθεν εἰς τὴν καλουμένην «Οἰκουμενικὴν Κίνησιν»; Βλέπομεν τὴν πλήρη ἄρνησιν τῶν ὡς ἄνω ἁγίων ἀληθειῶν· μὲ ἄλλας λέξεις: τὴν ἄρνησιν τῆς ἀληθοῦς Ὀρθοδοξίας χάριν τῆς πνευματικῆς συγχωνεύσεως μετὰ τῆς ἑτεροδόξου Δύσεως. Ἡ «Ὀρθοδοξία», ἡ ὁποία βαδίζει τὴν ὁδὸν τοῦ «Οἰκουμενισμοῦ» δὲν φροντίζει νὰ ἀνυψώσῃ εἰς τὴν στάθμην τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν καὶ τῶν ἀπαιτήσεων τῆς Ἐκκλησίας τὴν σύγχρονον ζωήν, ἥτις καθίσταται χειροτέρα θρησκευτικῶς καὶ ἠθικῶς, ἀλλὰ μᾶλλον «νὰ προσαρμόσῃ» αὐτὴν ταύτην τὴν Ἐκκλησίαν εἰς τὸ ἐπίπεδον αὐτῆς τῆς ζωῆς.
 
Αὐτὴν τὴν ὁδὸν τῆς ἀπαρνήσεως αὐτῆς ταύτης τῆς οὐσίας τῆς ἁγίας Ὀρθοδοξίας - ἤτοι τῆς ἀσκήσεως πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς ἐκριζώσεως τῶν παθῶν καὶ ἐμφυτεύσεως τῶν ἀρετῶν - ἠκολούθησαν εἰς τὸν καιρόν των οἱ θιασῶται τῆς ὀνομαζομένης «Ζώσης Ἐκκλησίας» ἤ «Ἀνακαινισθείσης Ἐκκλησίας». Ἡ κίνησις αὐτὴ διεδόθη ἀμέσως καὶ εἰς ἄλλας Ὀρθοδόξους χώρας ἐκ Ρωσίας, ἡ ὁποία ἐρρίφθη εἰς σύγχυσιν ὑπὸ τῶν θηριωδῶν ἀθέων. 
 
Εἶναι νωπὸν ἀκόμη εἰς τὴν μνήμην μας τὸ «Πανορθόδοξον Συνέδριον» τὸ συγκληθὲν ὑπὸ τοῦ λυπηρᾶς μνήμης Πατριάρχου Μελετίου τοῦ Δ’ τὸ 1923, κατὰ τὸ ὁποῖον ἐσχεδιάσθησαν «μεταρρυθμίσεις», ὅπως: ἔγγαμοι ἐπίσκοποι, δεύτερος γάμος τῶν  ἱερέων, κατάργησις τοῦ μοναχισμοῦ καὶ τῶν νηστειῶν, συντόμευσις τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, κατάργησις τοῦ ράσου, κλπ.
 
Παρὰ τὴν τότε ἀποτυχίαν τῶν ἀσεβῶν αὐτῶν σχεδίων, αἱ σκοτειναὶ δυνάμεις δὲν ἔπαυσαν νὰ δροῦν. Ἐξηκολούθησαν ἐπιμόνως τὴν δραστηριότητά των ἐξευρίσκοντες ὑπάκουα ὄργανά των μεταξὺ τῶν τάξεων τῆς ἱεραρχίας τῶν διαφόρων τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Σήμερον, κατὰ θείαν παραχώρησιν, ἔσχον μεγάλην ἐπιτυχίαν: ὅλαι σχεδὸν αἱ τοπικαὶ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι εἰσῆλθον ἤδη εἰς τὴν «Οἰκουμενικὴν Κίνησιν», ἡ ὁποία ἔθεσεν ὡς σκοπόν της τὴν κατάργησιν ὅλων τῶν νῦν ὑπαρχουσῶν ἐκκλησιῶν – περιλαμβανομένης, κατὰ φυσικὸν λόγον, καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας – καὶ τὴν ἵδρυσιν κάποιου εἴδους ἐντελῶς νέας «ἐκκλησίας», ἡ ὁποία θὰ εἶναι ἀπολύτως σύμμορφος πρὸς τὴν ἐποχήν, ἀφοῦ θὰ ἔχῃ ἤδη ἀπορρίψει ὡς ἄχρηστα ράκη, ὡς κάτι τὸ ἀπηρχαιωμένον καὶ παρωχημένον, κάθε γνήσιον στήριγμα τοῦ ἀληθοῦς Χριστιανισμοῦ καὶ κατὰ φυσικὸν λόγον πρῶτον ἐξ ὅλων τὸν ἀσκητισμόν, ἐνῶ αὐτὸς εἶναι ἡ ἀπαραίτητος προϋπόθεσις πρὸς ἐκρίζωσιν τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν καὶ ἐμφύτευσιν τῶν Χριστιανικῶν ἀρετῶν.
 
***
 
Ὡς παράδειγμα, ἔχομεν ἐνώπιόν μας ἕν ἐπίσημον ἔγγραφον αὐτοῦ τοῦ εἴδους, ἀνῆκον εἰς τὸν τοπικὴν Ἐκκλησίαν τῆς Σερβίας: τὸ περιοδικὸν «Θεολογία», τὸ ὁποῖον ἐκδίδεται ὑπὸ τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογικῆς Σχολῆς ἐν Βελιγραδίῳ (8ον ἔτος, τεύχη 1 καὶ 2 διὰ τὸ 1964). Εἰς τὸ περιοδικὸν αὐτὸ εὑρίσκομεν κύριον ἄρθρον μὲ τίτλον: «Ἡ ἀνάγκη τῆς Κωδικοποιήσεως καὶ Δημοσιεύσεως νέας Συλλογῆς Κανόνων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Ὁ συγγραφεὺς αὐτοῦ τοῦ ἄρθρου ἐνῶ ἐπιτηδείως βεβαιώνει ὅτι «αἱ ἰδεώδεις ἀρχαὶ τῆς Ἐκκλησίας θὰ παραμείνουν παντοῦ καὶ πάντοτε χωρὶς ἀλλαγήν», ἐν τούτοις προσπαθεῖ νὰ ἀποδείξῃ, ὅτι ἡ συλλογὴ τῶν Κανόνων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι μόνον τὸ προϊὸν χρόνου, ὁ ὁποῖος πρὸ πολλοῦ ἀνήκει εἰς τὴν αἰωνιότητα, καὶ διὰ τοῦτο δὲν δίδει ἀπαντήσεις εἰς τὰ προβλήματα τῆς σημερινῆς ζωῆς καὶ πρέπει νὰ καταργηθῇ καὶ ἀντικατασταθῇ ὑπὸ ἄλλης. Ἡ νέα αὐτὴ συλλογὴ Κανόνων, παρατηρεῖ, «πρέπει νὰ ἀχθῇ εἰς συμφωνίαν μὲ τὰς θεμελιώδεις ἀρχὰς τῆς ζωῆς», τὰς ὁποίας δῆθεν ἡ Ἐκκλησία «ἐλάμβανε πάντοτε ὑπ’ ὄψιν». «Ἡ ἐποχή μας», λέγει ὁ ἐπιτήδειος αὐτὸς συγγραφεύς, «διαφέρει κατὰ πολλὰς ἀπόψεις ἀπὸ τὴν ἐποχὴν τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, κατὰ τὰς ὁποίας συνετάχθησαν οἱ Κανόνες καὶ διὰ τοῦτο οἱ Κανόνες αὐτοὶ δὲν δύνανται νὰ ἐφαρμοσθοῦν τώρα».  
 
Ἄς ἴδωμεν τώρα ποίους Κανόνας ὁ μοντερνιστὴς αὐτὸς συγγραφεὺς θεωρεῖ ἀπηρχαιωμένους καὶ ὑποκειμένους εἰς κατάργησιν:
 
−Τὸν 9ον Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος ἀπαιτεῖ ὅπως οἱ πιστοὶ μετὰ τὴν εἴσοδον εἰς τὸν Ναὸν παραμένουν μέχρι τέλους τῆς ἱερᾶς Ἀκολουθίας καὶ μὴ ἀποχωροῦν τοῦ Ναοῦ προξενοῦντες οὕτως ἀταξίαν.
 
−Τὸν 80ὸν Κανόνα τῆς ἐν Τρούλλῳ (Πενθέκτης) Συνόδου, ὁ ὁποῖος τιμωρεῖ Κληρικοὺς διὰ καθαιρέσεως καὶ λαϊκοὺς δι’ ἀφορισμοῦ, ἐὰν χωρὶς σοβαρὰν αἰτίαν ἀπουσιάσουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν ἐπὶ τρεῖς συνεχεῖς Κυριακάς.
 
−Τὸν 24ον Κανόνα τῆς ἐν Τρούλλῳ (Πενθέκτης) Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύει εἰς Κληρικοὺς καὶ Μοναχοὺς νὰ μεταβαίνουν εἰς ἱπποδρομίας καὶ ἄλλας διασκεδάσεις· σχετικῶς μὲ αὐτὸν τὸν Κανόνα, ὁ συγγραφεὺς προσθέτει τὸ ἐντελῶς ἀφελὲς καὶ παράδοξον σχόλιον, ὅτι κατὰ τὸν παλαιὸν καιρὸν τοιαῦται διασκεδάσεις ἦσαν τόποι ἀχρειότητος καὶ κακίας, ἐνῶ τώρα ὑποτίθεται ὅτι εἶναι «κέντρα πολιτισμοῦ καὶ ἐκπαιδεύσεως» (;!).
 
−Τὸν 54ον Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύει εἰς Κληρικοὺς νὰ εἰσέρχωνται εἰς ταβέρνας χωρὶς ἀναπόφευκτον ἀνάγκην· ἐδῶ πάλιν κατὰ κάποιον τρόπον ἡ ταβέρνα θεωρεῖται ὅτι πρότερον ἦτο διαφόρου εἴδους κατάστημα ἀπὸ ὅ,τι εἶναι τώρα.
 
−Τὸν 77ον Κανόνα τῆς ἐν Τρούλλῳ (Πενθέκτης) Συνόδου καὶ τὸν 30ὸν τῆς Συνόδου τῆς Λαοδικείας, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν εἰς Χριστιανοὺς ἄνδρας νὰ λούωνται μετὰ γυναικῶν. Εἶναι ἐντελῶς ἀκατανόητον διατὶ εἶναι ἀπαραίτητον νὰ θεωρηθοῦν ὡς λίαν ἀπηρχαιωμένοι οἱ Κανόνες αὐτοί!
 
−Τὸν 96ον Κανόνα τῆς ἐν Τρούλλῳ (Πενθέκτης) Συνόδου, ὁ ὁποῖος καταδικάζει τὴν περιποίησιν τῆς κόμης καὶ τὴν χρῆσιν κοσμημάτων «μὲ σκοπὸν τὸν δελεασμὸν ἀστηρίκτων ψυχῶν» - ἀντὶ «τοῦ στολισμοῦ δι’ ἀρετῶν καὶ καλῶν καὶ χρηστῶν ἠθῶν»· αὐτὸς ὁ Κανὼν ὄχι μόνον δὲν πρέπει νὰ θεωρῆται ἀπηρχαιωμένος διὰ τὴν ἐποχήν μας, ἀλλὰ ἐπιτακτικός, ἐὰν λάβωμεν ὑπ’ ὄψιν τὸν ἀπρεπῆ καὶ ἀναιδῆ γυναικεῖον συρμὸν τῆς σήμερον, ὁ ὁποῖος εἶναι ἐντελῶς ἀκατάλληλος διὰ χριστιανὰς γυναῖκας.
 
Ἀρκοῦν αὐτὰ διὰ νὰ ἴδωμεν τί σκοπεύει ἡ προαναφερθεῖσα «μεταρρύθμισις» εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας, μὲ ποῖον σκοπὸν προτείνεται ἡ σύγκλησις Ὀγδόης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὴν ὁποίαν τόσον πολὺ ὀνειρεύονται ὅλοι οἱ «μοντερνισταί», ἔχοντες ἤδη πρόγευσιν τῆς «ἀμερίμνου ζωῆς», ἡ ὁποία τότε δημοσίᾳ θὰ ἐπιτραπῇ καὶ νομιμοποιηθῇ δι’ ὅλους!
 
Ἀλλ’ ἄς ἐμβαθύνωμεν ἐπὶ τῆς οὐσίας ὅλων αὐτῶν τῶν ἀπαιτήσεων πρὸς κατάργησιν τῶν δῆθεν «ἀπηρχαιωμένων» Κανόνων. Εἶναι τοῦτο: αὐτοὶ οἱ σύγχρονοι ἐκκλησιαστικοὶ «μεταρρυθμισταί», οἱ ὁποῖοι τώρα ὑψώνουν ἀναιδῶς τὰς κεφαλάς των καὶ ἐντὸς τῶν κόλπων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας (καὶ εἶναι φοβερὸν νὰ εἴπωμεν ὅτι εἰς αὐτοὺς περιλαμβάνονται ὄχι μόνον ἱερεῖς, ἀλλὰ καὶ διαπρεπεῖς ἱεράρχαι!), παραδέχονται τὴν σύγχρονον ζωὴν μὲ ὅλας τὰς τερατώδεις ἀνηθίκους ἐκδηλώσεις της ὡς μίαν ἀδιάσειστον πραγματικότητα (τοῦτο καθὼς εἴδομεν ἀνωτέρω δὲν εἶναι καθόλου Ὀρθόδοξος, ἀλλὰ ἑτερόδοξος, Δυτικὴ ἀντίληψις!) καὶ θέλουν νὰ καταργήσουν ὅλους τοὺς Κανόνας, οἱ ὁποῖοι ἀκριβῶς χαρακτηρίζουν τὴν Ὀρθοδοξίαν ὡς ἀσκητικὴν πίστιν, ἥτις καλεῖ εἰς ἄσκησιν πρὸς ἐκρίζωσιν τῶν ἐφαμάρτων παθῶν καὶ ἐμφύτευσιν τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν. Αὐτὴ εἶναι μία φοβερὰ κίνησις, ἐπικίνδυνος διὰ τὴν Πίστιν μας καὶ τὴν Ἐκκλησίαν· προσπαθεῖ νὰ ἐπιφέρῃ, κατὰ τὴν ρῆσιν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τὴν μωρίαν τοῦ ἅλατος· εἶναι κίνησις πρὸς ἀνατροπὴν καὶ ἐκμηδένισιν τῆς ἀληθοῦς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ διὰ τῆς πονηρᾶς ὑποκαταστάσεως αὐτῆς ὑπὸ μιᾶς ψευδοῦς ἐκκλησίας.
 
Τὸ ὡς ἄνω ἀναφερόμενον ἄρθρον τοῦ Σερβικοῦ Θεολογικοῦ περιοδικοῦ εἶναι ἀκόμη ἐπιφυλακτικὸν καὶ ἀποφεύγει τὴν πλήρη σαφήνειαν. Ὁμιλεῖ περὶ τοῦ κατ’ ἀρχὴν ἐπιτρεπτοῦ τοῦ γάμου τῶν ἐπισκόπων, ἀλλὰ καθημερινῶς ἀκούομεν ὁλονὲν καὶ συχνότερον συζητήσεις περὶ χειροτέρων – δηλαδὴ ὅτι εἶναι δῆθεν ἀνεφάρμοστοι εἰς τὴν ἐποχήν μας ὅλοι οἱ Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἀπαιτοῦν ἐκ μέρους τῶν ὑποψηφίων διὰ τὴν Ἱερωσύνην καὶ τῶν Ἱερέων καθαρὸν καὶ ἀκηλίδωτον ἠθικὸν βίον· ἤ διὰ νὰ ὁμιλήσωμεν ἁπλούστερον, περὶ τοῦ ἐπιτρεπτοῦ δι’ αὐτοὺς τῆς διαφθορᾶς, εἰς τὴν ἄβυσσον τῆς ὁποίας βυθίζεται ὁλονὲν καὶ περισσότερον ἡ σύγχρονος ἀνθρωπότης.
 
Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ μετάνοια διὰ τῆς γνώσεως καὶ ἀναγνωρίσεως τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀνάγκης τῆς μετανοίας καὶ διορθώσεως τοῦ βίου· καὶ εἶναι κάτι τὸ διαφορετικὸν ἡ νομιμοποίησις τῆς ἀνομίας, ἡ ἐπικύρωσις τῆς ἁμαρτίας, ἡ καθησύχασις τῆς συνειδήσεως καὶ ἡ κατάργησις αὐτῶν τούτων τῶν θεμελίων τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ἔχομεν τοιοῦτον δικαίωμα καὶ εἶναι βαρύτατον ἔγκλημα ἐνώπιον Θεοῦ, ἐνώπιον τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας καὶ ἐνώπιον τῶν ψυχῶν τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιζητοῦν τὴν αἰώνιον σωτηρίαν των.
 
Καὶ ἐπὶ πόσον, μέχρι ποίων ὁρίων θὰ ἐπιτρέπωμεν εἰς τοὺς ἑαυτούς μας τὴν πορείαν ἐπὶ τῆς ὀλισθηρᾶς ὁδοῦ τῆς καταργήσεως τῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι συγκροτοῦν τὴν χριστιανικὴν ἠθικήν; Τώρα εἰς τὴν Ἀμερικήν, καὶ καθὼς ἀκούομεν καὶ εἰς ἄλλας χώρας, αἱ ὁποῖαι ἐδέχθησαν τὸν σύγχρονον «πολιτισμόν», ἐπιτείνεται ἡ προπαγάνδα διὰ τὴν ἐπίσημον κατάργησιν τοῦ γάμου καὶ τὴν νομιμοποίησιν τοῦ «ἐλευθέρου ἔρωτος» ἀντ’ αὐτοῦ· ἐπικυροῦται ἡ χρῆσις τῶν ἀντισυλληπτικῶν καταποτίων διὰ τοὺς ἐγγάμους, καὶ ἀκόμη διὰ τοὺς ἀγάμους, ἐπειδὴ δῆθεν ὁ γάμος δὲν ἔχει ὡς σκοπὸν τὴν τεκνοποιΐαν ἀλλὰ τὸν «ἔρωτα»· προετοιμάζεται νομικὴ ἀναγνώρισις τοῦ ἀποτροπαίου παρὰ φύσιν πάθους τῆς ὁμοφυλοφιλίας μέχρις ἀκόμη τῆς καθιερώσεως εἰδικῆς ἐκκλησιαστικῆς τελετῆς γάμου διὰ τοὺς ὁμοφυλοφίλους (πρότασις ὑπὸ ἀγγλικανοῦ ἐπισκόπου) κλπ. κλπ.
 
Λοιπόν; Πρέπει ἡ Ἐκκλησία μας νὰ ἀκολουθήση τὴν «μοντέρναν» ὁδὸν τῆς συμμορφώσεως πρὸς τὴν ἐποχήν, ὥστε νὰ μὴ μείνῃ ὀπίσω εἰς τὴν πορείαν τῆς ζωῆς; Ἀλλὰ τί εἴδους «Ἐκκλησία» θὰ εἶναι αὐτή, ἡ ὁποία θὰ ἐπιτρέπῃ ὅλα αὐτὰ εἰς τὸν ἑαυτόν της ἤ ἀκόμη ἁπλῶς θὰ τὰ βλέπῃ μὲ παν-συγχωρητικὴν συγκατάβασιν; Δὲν θὰ πρόκειται πλέον περὶ Ἐκκλησίας, ἀλλὰ περὶ γνησίων Σοδόμων καὶ Γομόρρων, τὰ ὁποῖα ἀργὰ ἤ γρήγορα δὲν θὰ ἀποφύγουν τὴν φοβερὰν τιμωρίαν τοῦ Θεοῦ.
 
Δὲν πρέπει νὰ ἀφήσωμεν τοὺς ἑαυτούς μας νὰ πλανηθοῦν. Δὲν ἔχομεν ἀνάγκην μιᾶς τοιαύτης «Ἐκκλησίας» ἤ μᾶλλον «ψευδο-Ἐκκλησίας». Ἴσως εἴμεθα ἀσθενεῖς καὶ συχνὰ ἁμαρτάνομεν, δὲν θὰ ἐπιτρέψωμεν ὅμως τὴν κατάργησιν τῶν Κανόνων, διότι τότε θὰ καταστῇ ἀναγκαῖον νὰ ἀναγνωρίσωμεν αὐτὸ τοῦτο τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὸ ὁποῖον δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ ζοῦν οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι, «ὡς ἀπηρχαιωμένον» καὶ «ὅτι δὲν δίδει ἀπαντήσεις εἰς τὸ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς» καὶ νὰ καταργήσωμεν καὶ αὐτό.
 
Ἀλλὰ τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅλοι οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς καὶ αἱ ἐκκλησιαστικαὶ διατάξεις, περιγράφουν δι’ ἡμᾶς τὸ Χριστιανικὸν ἰδεῶδες πρὸς τὸ ὁποῖον πρέπει νὰ τείνωμεν, ἐὰν ἐπιθυμῶμεν τὴν αἰώνιον σωτηρίαν μας. Δὲν θὰ ἐπιτρέψωμεν νὰ ὑποβιβασθῇ αὐτὸ τὸ ἰδεῶδες πρὸς ἱκανοποίησιν ἐφαμάρτων παθῶν καὶ ἐπιθυμιῶν καὶ τὴν βλάσφημον κατάχρησιν τῶν ἱερῶν καὶ ὁσίων.
 

Ἡ ἀληθῶς πιστὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησιαστικὴ συνείδησις δὲν θὰ δεχθῇ ἤ ἀναγνωρίσῃ οἱασδήποτε «μεταρρυθμίσεις», τὰς ὁποίας ἴσως ἐπιθυμοῦν οἱ σύγχρονοι ἐγκληματίαι «μεταρρυθμισταί». Καὶ ὁ,τιδήποτε καὶ ἐὰν πράξουν οἱ ἀποστάται τῆς ἀληθοῦς Ὀρθοδοξίας, τῆς ἀσκητικῆς Πίστεως, δὲν θὰ ἐπιτρέψωμεν τὸν ἐκμοντερνισμὸν τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ΔΕΝ θὰ συμμορφωθῶμεν πρὸς τὰς ἀπαιτήσεις τῆς ἐποχῆς!
0 Comments

Το φρικτό ανθρωποφάγο τέρας της Ουνίας...

3/25/2015

0 Comments

 
Φευκτέον αὐτούς, (τους λατινόφρονες επισκόπους),ὡς φεύγει τις ἀπὸ ὄφεως,
ὡς αὐτοὺς τους χριστοκαπήλους και χριστεμπόρους
(Άγιος Μάρκος Εφέσου, ο Ευγενικός)
Picture
Γράφει ο π. Κωνσταντίνος Παπανάτσιος

Τ
α μεγαλύτερα ιστορικά και εκκλησιαστικά γεγονότα, τα όποια διαδραματίζονται και στις ημέρες μας φέρνοντας τους λαούς της Γης και περισσότερο τους λαούς της περιοχής των Βαλκανίων σε μια αναστάτωση, δεν είναι άσχετα και ξένα από την σκοτεινή πανουργία του πολιτικοθρησκευτικού αρχηγού του Βατικανού, του πάπα. Αυτός παραμένει ο ίδιος, πονηρός και αμετανόητος, έστω κι αν χαμογελά. Πάντα στο χέρι του, κρατά το σπαθί με το οποίο προσπαθεί να πετύχει τον ένα και μοναδικό σκοπό του. Την υποταγή στην παπική εξουσία «της Θεοπαράδοτης και πατροπαράδοτης Ορθοδοξίας». Και είναι μέγα γεγονός ότι όλοι οι πάπες και ο νυν, χρησιμοποιούν διάφορα δόλια τεχνάσματα, μεταξύ των οποίων την πρώτη θέση κατέχει ο Δούρειος ίππος, της αποκαλουμένης «Ουνίας», τα θύματα της οποίας είναι αναρίθμητα. 

Ακόμη και σήμερα κραυγάζουν οι 800.000 τάφοι των Ορθοδόξων της Σερβίας, οι οποίοι κατασφάχτηκαν την περίοδο του πολέμου το 1940-1945 για να υποταχθεί η Ορθόδοξη Εκκλησία της Σερβίας εις το φοβερό Βατικανό. 

Αρκετοί Έλληνες Ορθόδοξοι, ίσως να μην γνωρίζουν τι είναι αυτή η επάρατη νόσος της σατανικής Ουνίας. Γι αυτό λοιπόν θα αναφέρουμε λίγα χαρακτηριστικά περί του θέματος αυτού. 

Η Ουνία είναι ένα εχθρικό προς την Ορθοδοξία, φανατικό, λατινοπαπικό τάγμα ιερέων. Το τάγμα αυτών των ιερέων, είναι ενδεδυμένοι, όπως οι Ορθόδοξοι ιερείς, χρησιμοποιούν το Ορθόδοξο λειτουργικό τυπικό της Θείας λατρείας, καθώς και το σχήμα των Ιερών Ναών της Ορθοδοξίας μας, κ.λ.π. Έχουν έναν και μοναδικό σκοπό, να παραπλανούν τους «αφελείς και αμαθείς» Χριστιανούς, για να τους συλλάβουν στα πονηρά και σκοτεινά σχέδια του σατανικού παπισμού. Είναι γνωστό ότι τα σχέδια του Βατικανού, στηρίζονται και συνοδεύονται από τα χρήματα του Βατικανού. Η τράπεζα του Βατικανού, είναι μια εκ των μεγαλυτέρων τραπεζών του πλανήτη. 


Την ύπουλη και αντιορθόδοξη συμπεριφορά του Βατικανού πολλοί δεν θέλουν να την αντιληφθούν (ίσως σκοπίμως) και εναγκαλίζονται με την αίρεση του παπισμού και με τους εκπροσώπους αυτού.

Βεβαίως θα πρέπει να πω ότι όποιος λησμονεί την ιστορία του, την ίδια στιγμή χάνει και την μνήμη του, χάνει και την συνείδηση της καταγωγής του και όλων των θυσιών των προγόνων του.

Καλόν είναι εδώ να θυμηθούμε τον Μεγάλο υπερασπιστή της Ορθοδοξίας, τον διωκόμενο από τους λατινόφρονες Επίσκοπο, τον Άγιο Μάρκο Εφέσου τον Ευγενικό. Ο οποίος αγωνίστηκε στην ψευδοσύνοδο της Φεράρας - Φλωρεντίας το 1439, κατά του εωσφορικού τέρατος του παπισμού.

Στην ψευδοσύνοδο αυτή, έλαβε χώραν όλη η δαιμονική πολιτικοθρησκευτική παπική αίρεση με έναν και μόνον σκοπό. Να υποταχθεί ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία στον σατανικό παπισμό. Να δεχθεί ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία, όλα τα κακόδοξα και αιρετικά δόγματα και φρονήματα της Δύσεως, είτε με τον έναν τρόπο είτε με τον άλλον. Είτε δια της χρηματικής εξαγοράς, είτε δια των διωγμών, είτε με τις φυλακίσεις, είτε δια της ποινής του θανάτου. 

Όταν ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός αντιλήφθηκε τα σκοτεινά σχέδια του Βατικανού, αρνήθηκε την υπογραφή των πρακτικών της ψευδοσυνόδου. Τότε ο πάπας Ευγένιος ο Δ' είπε την ιστορική φράση: «Λοιπόν εποιήσαμεν ουδέν». Πράγματι, χάριν στην αρνητική στάση του Μεγάλου Ιεράρχου της Ορθοδοξίας Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, οδηγούμενος υπό την Φώτιση του Αγίου Πνεύματος, διασώθηκε ο Ελληνισμός και πολύ περισσότερον η Ορθοδοξία, από την υποταγή στην σατανική παποσύνη. 
Αρκετοί είναι εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν, ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερος εχθρός και μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ελλάδα και την Ορθοδοξία από τον πάπα. Ασφαλώς έχουν απόλυτον δίκαιο και αυτό μπορεί να αποδειχθεί. 

  1. Το Βατικανό επηρεάζει την διπλωματία  ολόκληρης της Ευρώπης αλλά και άλλων ηπείρων. Τούτο πρακτικώς σημαίνει ότι έχει την δυνατότητα να εξυπηρετεί τα συμφέροντα του.
  2. Διαθέτει αρκετό χρήμα. Όπως είπαμε παραπάνω έχει δική του τράπεζα το Βατικανό και μάλιστα από τις μεγαλύτερες του κόσμου. Συνεπώς έχει την δύναμη να απειλεί οικονομικώς τις οικονομίες των κρατών.
  3.  Κατέχει άριστη διπλωματία, ώστε να παρεμβαίνει και να εκμεταλλεύεται τις όποιες συγκυρίες, και αλίμονο στις κατά τόπους εκκλησίες των κρατών, όπου παρεμβαίνει το κράτος του Βατικανού. Πολλά τα παραδείγματα τα οποία μπορούμε να αναφέρουμε:
  • Τα δεινά τα οποία υπέστη η Βυζαντινή Αυτοκρατορία όταν δέχτηκε τις επιθέσεις των Οθωμανών-Τούρκων, με σκοπό την επέκταση των συνόρων τους. 
  • Τα δεινά που υπέστησαν οι Ορθόδοξοι της Ρωσίας, τον προσηλυτισμό που δέχτηκαν από την Ουνία, λόγω οικονομικών και άλλων διοργανωτικών προβλημάτων.
  • Όταν οι Ορθόδοξοι Σέρβοι αντιμετώπιζαν ένα σορό προβλήματα από τον εμφύλιο, η παπική παρασυναγωγή τους δίνει ακαριαία κτυπήματα, αναγνωρίζοντας την εκκλησία των Σκοπίων. Και αυτό, η αναγνώριση της εκκλησίας των Σκοπίων, είναι ένα χαστούκι του Βατικανού προς την Ελλάδα, διότι έτσι αναγνωρίζει το κράτος των Σκοπίων ως Μακεδονία. Και τούτο για να αλλοτριώσει το Ελληνικό Έθνος και τους Ορθοδόξους Έλληνες, ώστε να αποδειχθεί γι ακόμη μια φορά η σατανική πανουργία του Βατικανού, σε βάρος της Ελλάδας και της Ορθοδοξίας. Υπάρχουν άραγε Έλληνες με τόσα σατανικά γεγονότα που αναφέραμε, οι οποίοι να αμφιβάλουν ακόμη για την πανουργία και το μίσος του Βατικανού εναντίων των Ελλήνων και της φίλτατης Ορθοδοξίας μας; 

Και πάλι θα
θυμηθούμε τον Μεγάλο Άγιο αγωνιστή της πατροπαράδοτης Ορθοδοξίας, τον Επίσκοπο Εφέσου Μάρκο τον Ευγενικό, ο οποίος είχε απόλυτο δίκαιο όταν μας παρέδωσε την αθάνατη παρακαταθήκη του: «Φευκτέον αὐτούς, (τους λατινόφρονες επισκόπους), ὡς φεύγει τις ἀπὸ ὄφεως, ὡς αὐτοὺς τους χριστοκαπήλους και χριστεμπόρους».


Ορθόδοξοι Έλληνες Χριστιανοί! Αγρυπνείτε, γρηγορείτε, διότι ο πανούργος παπισμός με τον Δούρειο Ίππο του που λέγετε «Ουνία» πάντοτε θα μας απειλεί ως άγριο ανθρωποφάγο θηρίο. Πάντοτε θα μας σκάβει τον λάκκο μας εμάς τους Ορθοδόξους Έλληνες. Μην ξεχνάτε ποτέ αγαπητοί μου: «Οὐδέν Ὀρθοδοξίας ἴσον καί ἀνώτερον». «Εί ό θεός μεθ'ημών,ουδείς καθ'ημών».
0 Comments

Ἡ αἱρετικὴ «Εἰκόνα» τῆς Ἁγίας Οἰκογενείας 

1/26/2015

0 Comments

 
0 Comments

Η Συμφωνία με τους Μονοφυσίτες(Σαμπεζύ, 28 Σεπτεμβρίου 190)

10/2/2014

0 Comments

 
Ή Α' Κοινή Δήλωση περί της Χριστολογίας (Παράρτημα Ι ) πού
υιοθετήθηκε άπό τη Μικτή Επιτροπή του θεολογικού Διαλόγου μεταξύ
των Ορθοδόξων καί Ανατολικών Όρθοδόξων Εκλησιών κατά την
ιστορική συνάντησι στή Μονή αγίου Παϊσίου, από 20ης μέχρι 24ης Ιουνίου
1989, αποτελεί τήν βάση της Β' Κοινής Δηλώσεως περί των ακολούθων
θέσεων της κοινής πίστεως και ερμηνείας καί γιά τις διαδικασίες πού
πρέπει νά αναληφθούν γιά τήν πλήρη κοινωνία τών δύο οίκογενειων
Εκλησιών εν Χριστώ τω Κυρίω ημών, ό όποιος προσευχήθηκε ίνα ώσι
έν.'.
1. Οι δύο οικογένειες συμφωνούν στην καταδίκη της Εύτυχιανικής
αιρέσεως. Οί δύο οικογένειες ομολογούν ότι ο Λόγος, το δεύτερον
πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, ο μονογενής παρά του Πατρός πρό τών
αιώνων καί ομούσιος μέ Αυτόν ένσαρκώθη καί εγενήθη έκ της
Παρθένου Μαρίας της Θεοτόκου. Κατά πάντα ομούσιος μέ ημάς, τέλειος
άνθρωπος μέ ψυχή, σώμα και νούν· έσταυρώθη, άπέθανε,ενέταφιάσθη
καί ανέστη έκ νεκρών τήν τρίτην ημέραν και ανελήφθη στον επουράνιο
Πατέρα, όπου κάθεται εκ δεξιών του Πατρός ως κύριος πάσης Κτίσεως.
Κατά τήν Πεντηκοστή δια της ελεύσεως του αγίου Πνεύματος έφανέρωσε
τήν Εκλησία ώς το Σώμα Του. Προσδοκώμεν την έλευσίν Του πάλιν είς
την πληρότητα της δόξης Του σύμφωνα μέ τίς Γραφές.
2. Οί δύο οικογένειες καταδικάζουν τήν Νεστοριανικήν αίρεσι καί τον
κρυπτονεστοριανισμόν του θεοδωρήτου Κύρου. Συμφωνούν ότι δέν άρκεί
απλώς νά ομολογήσουμε οτι ό Χριστός είναι ομούσιος καί μέ τόν Πατέρα
καί μέ ημάς, κατά φύσιν θεός καί κατά φύσιν άνθρωπος. Είναι αναγκαίο
νά βεβαιώσουμε καί ότι ό Λόγος, ό οποίος είναι κατά φύσιν θεός, έγινε
κατά φύσιν άνθρωπος δια της ένσαρκώσεώς Του όταν ήλθε τό πλήρωμα
του χρόνου.
3. Οί δύο οικογένειες συμφωνούν ότι ή ύπόστασις του Λόγου έγινε
σύνθετος δια της ενώσεως της θείας άκτιστης φύσεως Αυτού καί της
φυσικής αυτής θελήσεως καί ενεργείας (τήν οποίαν έχει κοινήν μέ τόν
Πατέρα καί τό άγιον Πνεύμα), μετά της κτιστής ανθρωπινής φύσεως τήν
οποίαν προσέλαβε καί ώκειοποίησε κατά τήν ένανθρώπησιν, μαζί μέ τήν
φυσικήν της θέλησι και ενέργεια.
4. Οί δύο οικογένειες συμφωνούν οτι οί φύσεις ενώθηκαν ύποστατικώς καί
φυσικώς μετά των ιδίων ενεργειών και θελήσεων αυτών άσυγχύτως,
άτρέπτως, αδιαιρέτως, άχωρίστως και ότι διακρίνονται "τη θεωρία μόνη".
5. Οί δύο οικογένειες συμφωνούν ότι ό θέλων καί ενεργών είναι πάντοτε ή
μία 'Υπόστασις του Λόγου σεσαρκωμένη.
6. Οί δύο οικογένειες συμφωνούν είς τήν άπόριψιν τών ερμηνειών τών
Συνόδων πού δέν συμφωνούν πλήρως με τον όρον της Τρίτης
Οικουμενικής Συνόδου καί τήν επιστολή (43) τού Κυρίλλου Αλεξανδρείας
προς τόν 'Ιωάνην Αντιοχείας.
7. Οί "Ορθόδοξοι συμφωνούν οτι οί Ανατολικοί "Ορθόδοξοι θά συνεχίσουν
νά χρησιμοποιούν τήν Παραδοσιακήν Κυρίλλειον ορολογία "μία φύσις του
θεού Λόγου σεσαρκωμένη" έφ' όσον δι αυτής ενούν τήν διπλήν
όμουσιότητα τού Λόγου, τήν οποίαν ήρνείτο ό Ευτυχής. Οί "Ανατολικοί
"Ορθόδοξοι συμφωνούν οτι οί Ορθόδοξοι δικαίως χρησιμοποιούν τήν
διατύπωσιν δύο φύσεις, αφού δέχονται τήν διάκρισιν "τή θεωρία μόνη".
Τήν όρθήν ένοιαν τής τοιαύτης χρήσεως εκθέτει ό άγιος Κύριλλος εις την
προς τον Ιωάνην "Αντιοχείας "Επιστολήν του καί είς τάς έπιστολάς προς
τόν "Ακάκιον Μελιτινής (ΡG 7, 184-201), τόν Εύλόγιον (ΡG 7, 24 - 28)
καί τόν Σούκενσον (ΡG 7, 28 - 249).
8. Οί δύο οικογένειες αποδέχονται τίς τρείς πρώτες Οικουμενικές
Συνόδους, οί οποίες αποτελούν τήν κοινήν μας κληρονομιά. Σχετικά μέ
τίς τέσσερες μεταγενέστερες Συνόδους τής Ορθοδόξου Εκλησίας, οί
Ορθόδοξοι δηλώνουν ότι δι" αυτούς τά ανωτέρω σημεία 1 - 7 είναι οί
διδασκαλίες καί τών μεταγενεστέρων τεσσάρων Συνόδων τής τής
Ορθοδόξου Εκλησίας. Καί οί Ανατολικοί Ορθόδοξοι θεωρούν τήν
δήλωσιν αυτήν ως ερμηνεία των Ορθοδόξων. Μέ τήν άλληλοκατανόησιν
αυτήν οί Ανατολικοί Ορθόδοξοι ανταποκρίνονται είς τήν αυτήν θετικώς.
Σχετικά μέ τήν διδασκαλία τής Ζ' Οικουμενικής Συνόδου τής Ορθοδόξου
Εκλησίας οί Ανατολικοί Ορθόδοξοι συμφωνούν ότι η θεολογία καί ή
πράξις τής προσκυνήσεως των Εικόνων που έθέσπισε ή Σύνοδος είναι σέ
βασική συμφωνία προς τήν διδασκαλία καί πράξι τών Ανατολικών
Όρθοδόξων, πολύ πρό της συγκλήσεως τής Συνόδου, καί ότι έπ αυτού δέν
διαφωνούμεν.
9. 'Υπό τό φώς τής ημετέρας Κοινής Δηλώσεως έπί τής Χριστολογίας ώς
καί έπί τών ανωτέρω κοινών θέσεων έχομεν τώρα κατανοήσει σαφώς ότι
καί οί δύο οικογένειες διετήρησαν πάντοτε πιστώς τήν αυτήν αυθεντική
Ορθόδοξη Χριστολογική πίστι καί τήν αδιάκοπη συνέχεια τής
Αποστολικής Παραδόσεως, άν καί μπορεί κάποτε νά έχρησιμοποίησαν
χριστολογικούς όρους μέ διαφόρους τρόπους. Ακριβώς αυτή ή κοινή πίστις
καί συνεχής πιστότης προς τήν αποστολική παράδοσι πρέπει νά γίνη ή
βάσις τής ένότητός μας καί κοινωνίας.
10. Οί δύο οικογένειες συμφωνούν ότι όλοι οί άναθεματισμοί καί
καταδίκες άπό τό παρελθόν πού σήμερα μάς διαιρούν πρέπει νά αρθούν
άπό τήν Εκλησία γιά να φύγη μέ τήν χάρι και την δύναμι του θεού τό
τελευταίο εμπόδιο γιά τήν πλήρη ένωσι και κοινωνία. Οί δύο οικογένειες
συμφωνούν καί τών καταδικών θά πραγματοποιηθή μέ βάσι τήν
συμφωνία ότι οί Σύνοδοι καί οί Πατέρες, οί όποιοι άναθεματίσθηκαν και
καταδικάσθηκαν στό παρελθόν δεν είναι αιρετικοί.
Ώς έκ τούτου συνιστούμε στις Εκλησίες τά εξής πρακτικά βήματα.
Α. Οί Ορθόδοξοι πρέπει νά άρουν όλους τους άναθεματισμούς καί
καταδίκες πού υπάρχουν κατά πασών των Ανατολικών Ορθοδόξων
Συνόδων καί Πατέρων, τους οποίους έχουν αναθεματίσει η καταδικάσει
στο παρελθόν.
Β. Οί "Ανατολικοί Ορθόδοξοι πρέπει συγχρόνως νά άρουν όλα τά
αναθέματα καί τίς καταδίκες κατά πασών τών Όρθοδόξων Συνόδων και
Πατέρων, τους οποίους έχουν αναθεματίσει η καταδικάσει στό παρελθόν.
Γ. Ό τρόπος μέ τόν όποιον θά αρθούν οί άναθεματισμοί πρέπει
ν'άποφασισθή χωριστά από τήν κάθε μιά Εκλησία.
Προσβλέποντες στή δύναμι τού αγίου Πνεύματος, του Πνεύματος τής
αληθείας, ένότητος καί αγάπης, υποβάλουμε την Κοινή Δήλωσι καί
Προτάσεις, στίς σεβάσμιες Εκλησίες γιά ένημέρωσι καί ενέργεια.
Προσευχόμεθα όπως αυτό τό Πνεύμα μας οδηγήσει στην ενότητα γιά τήν
οποία ό Κύριος προσευχήθηκε καί προσεύχεται.
Υπογραφές
στην Β' Κοινή Δήλωσι καί Προτάσεις στίς Εκλησίες
Σαμπεζύ, 28 Σεπτεμβρίου 190
(Ακολουθούν οι υπογραφές των συμμετεχόντων)
Ή πιό πάνω "Κοινή Δήλωσις" η "Κοινή Όμολογία Όρθοδόξου πίστεως",
πού υπεγράφη άπό τους οικουμενιστές "Ορθοδόξους" καί τους
Μονοφυσίτες, δέν είναι τίποτε άλλο άπό συμφωνία Ενώσεώς τους.
Τί λένε;
Λένε, ότι ολοκληρώθηκε ό μεταξύ τους θεολογικός Διάλογος.
"Οτι έληξαν οί μεταξύ τους συζητήσεις. Καί ότι κατέληξαν σέ πλήρη
συμφωνία σ' όλα τά ζητήματα καί σέ κοινές διαπιστώσεις. κι οι
διαπιστώσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
α) "Οτι πάντοτε στό παρελθόν μέχρι σήμερα είχαν τήν ίδια πίστι.
β) "Οτι οί Μονοφυσίτες θά εξακολουθούν νά χρησιμοποιούν τήν ορολογία
"μία φύσις του θεού Λόγου σεσαρκωμένη".
γ) "Οτι οί Μονοφυσίτες θά εξακολουθούν ν' αναγνωρίζουν τρείς
Οικουμενικές Συνόδους.
δ) "Οτι οί "Ορθόδοξοι" θά άρουν τ' αναθέματα καί τίς καταδίκες εναντίον
των αιρετικών Συνόδων των Μονοφυσιτών, ώς καί εναντίον των
αιρετικών αρχηγών τους, όπως είναι ό Διόσκουρος, ό Σεβήρος, ό Τιμόθεος
Αίλουρος κ.ά., τους οποίους αυτοί τιμούν ώς αγίους καί Πατέρες της
"εκλησίας" τους!
"Ηδη, άπό τό 1964, πού άρχισε ανεπίσημα ό μεταξύ τους "θεολογικός
Διάλογος" στην πόλι Άάρχους της Δανίας, στό περιθώριο της 'Έπιτροπής
"Πίστις καί Τάξις",του λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκλησιών",
χαράχθηκε η ακολουθητέα 'γραμμή' γιά τήν ένωσι, σύμφωνα μέ τίς
κατευθύνσεις του οικουμενισμού. Σέ "κοινή "Εκθεσι", πού συνετάγη στην
πρώτη αυτή ανεπίσημη σύσκεψι τών οίκουμενιστών "Όρθοδόξων" καί
Μονοφυσιτών, έλέγοντο τά εξής:
"Έν τη ουσία του Χριστολογικού Δόγματος εύρομεν εαυτούς έν πλήρει
συμφωνία. Διά μέσου της διαφόρου ορολογίας, της χρησιμοποιουμένης ύφ'
εκάστης πλευράς είδομεν εκφραζομένην τήν άλήθειαν.. Διεπιστώσαμεν
την ανάγκην όπως πορευθώμεν ομού προς τά εμπρός". Μέ τά δεδομένα της συσκέψεως του Όρχους, κατά τά οποία οί
Μονοφυσίτες "έχουν τήν αυτήν πίστιν" μέ εμάς τους Ορθοδόξους άρχισε
επίσημα ό "θεολογικός Διάλογος" τό 1985 γιά τήν ένωσι. Δέν είναι, λοιπόν,
καθόλου παράδοξο τό ότι οι οικουμενιστές "Όρθόδοξοι" άπεδέχθησαν γιά
τους αίρετικούς Μονοφυσίτες τήν ονομασία "Ανατολικοί Όρθόδοξοι" καί
γιά τίς "Εκλησίες" τους τήν ονομασία Ανατολικές Όρθόδοξες Εκλησίες"!
Καί φθάνουμε στην τελευταία συνάντησι στίς 28 Σεπτεμβρίου 190 στό
Σαμπεζύ της Γενεύης, πού υπεγράφη ή "Κοινή δήλωσις" ή "Κοινή
ομολογία Όρθοδόξου πίστεως , κατά την 'Έκλ. Αλήθεια". Σ' αυτή, στην
παράγραφο 9 γράφουν:
"'Υπό τό φως της ημετέρας Κοινής Δηλώσεως επί της Χριστολογίας ώς καί
επί τών ανωτέρω κοινών θέσεων έχομεν τώρα κατανοήσει σαφώς ότι καί οί
δύο οικογένειες διετήρησαν πάντοτε πιστώς τήν αυτήν αυθεντική
'Ορθόδοξη χριστολογική πίστι καί τήν αδιάκοπη συνέχεια της αποστολικής
παραδόσεως, άν καί μπορεί κάποτε να έχρησιμοποίησαν Χριστολογικούς
όρους μέ διαφόρους τρόπους. Ακριβώς αύτη ή κοινή πίστις καί συνεχής
πιστότης προς τήν αποστολική παράδοσι πρέπει νά γίνη βάσις της ενότητος
και κοινωνίας' !
O ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΕΣ
Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Στην Ιεραρχία του Οκτωβρίου 204 σε σχετική εισήγηση για τους
διαλόγους της Ορθόδοξης Εκλησίας με τις διάφορες Ομολογίες
υποστηρίχθηκε η άποψη ότι στον διάλογο της Εκκλησίας με τους
χαρακτηριζόμενους ως Αντιχαλκηδονίους (Μονοφυσίτες) επιτεύχθηκε
συμφωνία στο Χριστολογικό δόγμα, αλλά υπάρχει διαφωνία, διότι οι
Μονοφυσίτες αρνήθηκαν να δεχθούν τις μετά την Γ΄ Οικουμενικές
Συνόδους, ιδιαιτέρως την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος.
Το απλό όμως ερώτημα είναι: Πώς είναι δυνατόν να θεωρηθή ότι επήλθε
συμφωνία στο Χριστολογικό δόγμα, όταν οι λεγόμενοι Αντιχαλκηδόνιοι
δεν παραδέχονται τις Οικουμενικές εκείνες Συνόδους (Δ΄, Ε΄, ΣΤ΄) που
οριοθέτησαν την ορθόδοξη διδασκαλία στο Χριστολογικό δόγμα, δηλαδή
στο δόγμα που αφορά τον τρόπο ενώσεως των δύο φύσεων στον Χριστό;
Θα ήθελα στην συνέχεια να παρουσιάσω με απλό –όσον είναι δυνατόν– και σύντομο τρόπο μερικά ενδιαφέροντα σημεία.
1. Η θεωρία του Νεοχαλκηδονισμού
Η άποψη ότι υπάρχει ταύτιση στο Χριστολογικό δόγμα, καίτοι δεν
γίνονται αποδεκτές οι μετά την Γ΄ Οικουμενικές Σύνοδοι από τους
Μονοφυσίτες, δείχνει ότι: ή οι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων δεν
αντελήφθησαν τα θέματα αυτά ή ότι ισχύει η παράδοξη θεωρία των
ξένων, αλλά και μερικών δικών μας θεολόγων, περί του
νεοχαλκηδονισμού, ότι δηλαδή υπάρχει μια εξέλιξη στις αποφάσεις των
Οικουμενικών Συνόδων. Σύμφωνα με την θεωρία αυτή η Γ΄ Οικουμενική
Σύνοδος που στηρίχθηκε στον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας είναι μια
μονοφυσιτίζουσα Σύνοδος, η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος που στηρίχθηκε στο
Τόμο του Πάπα Λέοντος διόρθωσε την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο και η Ε΄
Οικουμενική Σύνοδος επανήλθε στις αποφάσεις της Γ΄ Οικουμενικής
Συνόδου.
Η παραδοχή όμως μιας τέτοιας θεώρησης των πραγμάτων ανατρέπει τα
θεμέλια της Εκλησίας και υπονομεύει το “πνεύμα” και την υποδομή των
Οικουμενικών Συνόδων. Παρουσιάζει δε τους Πατέρας της Εκλησίας ως
στοχαζομένους και όχι ως ενεργουμένους από το Άγιον Πνεύμα και την
δική τους εν πνεύματι εμπειρία της αποκαλυπτικής αληθείας. Οι Πατέρες
όμως των Οικουμενικών Συνόδων, κατά τον λόγο του αγίου Γρηγορίου
του Θεολόγου εργάσθηκαν αλιευτικώς (όπως οι άγιοι Απόστολοι) και όχι
αριστοτελικώς (δηλαδή οι φιλόσοφοι) ήταν, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον
Παλαμά, “πάσχοντες τα θεία και ου διανούμενοι”.
Επομένως, η μη παραδοχή από τους λεγομένους Αντιχαλκηδονίους των
αποφάσεων των Δ΄, Ε΄, και ΣΤ΄ Οικουμενικών Συνόδων, αλλά και η
θεωρία μερικών ορθοδόξων θεολόγων περί νεοχαλκηδονισμού, στην
ουσία έχουν κοινό παρονομαστή και δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές
από την Ορθόδοξη Εκλησία.
Ακριβώς για τον λόγο αυτό δεν μπορούμε, από ορθοδόξου πλευράς, να
κάνουμε λόγο για Αντιχαλκηδονίους ή Προχαλκηδονίους, αλλά για
Μονοφυσίτας, αφού οι ονομαζόμενοι Αντιχαλκηδόνιοι πιστεύουν ότι ναι
μεν η ένωση στον Χριστό έγινε από δύο φύσεις, αλλά μετά την ένωση
υπάρχει μία φύση στον Χριστό. Μερικοί λεγόμενοι Αντιχαλκηδόνιοι
υποστηρίζουν ότι καίτοι υπάρχει μία φύση στον Χριστό μετά την ένωση,
εν τούτοις όμως δεν αναιρέθηκε η ανθρώπινη φύση. Και αυτή η άποψη
είναι παράδοξη. Πώς είναι δυνατόν να υπάρχη μία φύση στον Χριστό
μετά την ένωση, “μή αναιρουμένης της ανθρωπίνης φύσεως” και πώς
υφίσταται αυτή η ανθρώπινη φύση μόνη της, χωρίς να μη θεωρήται αυτό
νεστοριανισμός, τον οποίο οι Αντιχαλκηδόνιοι θέλουν να πολεμούν;
Αυτός είναι ο λόγος που με κάνει να τους ονομάζω Μονοφυσίτες και όχι
Αντιχαλκηδονίους ή Προχαλκηδονίους.
2. Οι βασικές Χριστολογικές διαφορές
Το ότι όμως δεν ευσταθεί η άποψη ότι συμφώνησαν οι Ορθόδοξοι με τους
Μονοφυσίτες στο Χριστολογικό δόγμα φαίνεται από την διαφορά
ερμηνείας σε μερικές χαρακτηριστικές χριστολογικές φράσεις, που
αποτελούν τον πυρήνα της διαφοράς.
Στα όσα θα γράψω στην συνέχεια θα γίνη προσπάθεια να
παρουσιασθούν απλοποιημένα –όσο μπορεί να γίνη αυτό– τα σημεία
αυτά. Και λέγω όσο μπορεί να γίνη αυτό, γιατί τα δογματικά θέματα δεν
απλοποιούνται πολύ.
α) “Μία φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη”
Η πρώτη φράση στην οποία φαίνεται η Χριστολογική διαφορά μεταξύ των
αγίων Πατέρων και των Μονοφυσιτών είναι η φράση του αγίου Κυρίλλου
Αλεξανδρείας: “μία φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη”. Οι όροι φύση και υπόσταση στην θύραθεν φιλοσοφία ταυτίζονταν
ενοιολογικά, άλλωστε ο όρος φύση προέρχεται από το ρήμα πεφυκέναι
και ο όρος υπόσταση προέρχεται από το ρήμα υφεστάναι και δηλώνει την
ύπαρξη. Με αυτήν την ένοια, δηλαδή της υπάρξεως, τους
χρησιμοποιούσαν οι Αλεξανδρινοί Πατέρες. Οι Καππαδόκες, όμως,
Πατέρες διεχώρισαν την φύση από την υπόσταση και ταύτισαν την φύση
με την ουσία, και την υπόσταση με το πρόσωπο. Έτσι καθόρισαν την
έκφραση “δύο φύσεις, έν πρόσωπον” στον Χριστό.
Πολλοί θεολόγοι παρετήρησαν ότι σε κείμενα του αγίου Κυρίλλου
εναλλάσσονται οι όροι “φύσις” και “υπόστασις” και ότι άλλοτε
χρησιμοποιείται ο όρος “φύσις” αντί του όρου “υπόστασις” και άλλοτε
χρησιμοποιείται ο όρος “υπόστασις” αντί του όρου “φύσις”. Σε επιστολή
του προς τον Θεοδώρητο γράφει: “Η φύσις του Λόγου ήγουν η υπόστασις,
ό εστιν αυτός ο Λόγος”. Εδώ φαίνεται ότι συνδέεται η φύση με την
υπόσταση και με αυτήν την ένοια φαίνεται ότι χρησιμοποιούσε και την
φράση “μία φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη”. Δεν μιλούσε όμως ποτέ για
μία ουσία σεσαρκωμένη. Επομένως, όπως υποστηρίζεται, χρησιμοποιούσε
την φράση “μία φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη” με την ένοια της μιας
υποστάσεως του Λόγου σεσαρκωμένης, όπως το λέγει στην τρίτη
επιστολή του προς Νεστόριο “υποστάσει μια τη του Λόγου
σεσαρκωμένη”, προκειμένου να αντιμετωπίση την αίρεση του
Νεστοριανισμού που υποστήριζε την άποψη ότι στον Χριστό υπάρχει
ένωση των δύο φύσεων-υποστάσεων και ότι μια τέτοια ένωση απετέλεσε
το ένα πρόσωπο της οικονομίας. Οπότε με αυτήν την ένοια
χρησιμοποιείται καταχρηστικώς η εναλλαγή φύσεως και υποστάσεως για
να αντιμετωπισθή ο Νεστοριανισμός. Άλλωστε η υπόσταση του Θεού
Λόγου έγινε υπόσταση και της ανθρωπίνης φύσεως, αφού η ανθρώπινη
φύση στον Χριστό δεν είναι ανυπόστατη ούτε αυθυπόστατη, αλλά είναι
ενωμένη με την θεία φύση στην υπόσταση του Λόγου και γι' αυτό και
ονομάζεται και ενυπόστατη.
Βέβαια, η εναλλαγή αυτή των όρων φύσεως και υποστάσεως από τον άγιο
Κύριλλο σε μερικά χωρία δεν σημαίνει ότι ταυτίζει ενοιολογικά τους
όρους φύση και υπόσταση, όπως έκανε ο Σεβήρος, αλλά χρησιμοποιεί
τους όρους “καταχρηστικώς”, χωρίς να ταυτίζη την φύση με την
υπόσταση ως ένοιες και ως “πράγματα”, αλλά τις θεωρούσε ως
υπάρξεις. Μάλιστα υπάρχουν μαρτυρίες σύμφωνα με τις οποίες ο άγιος
Κύριλλος θεωρούσε ότι άλλο είναι η φύση και άλλο η υπόσταση, όπως
επίσης υπάρχουν άλλα χωρία του αγίου Κυρίλλου, στα οποία γίνεται
λόγος για δύο φύσεις στον Χριστό και για την καθ' υπόσταση ένωση των
δύο φύσεων. Άλλωστε αυτό φαίνεται από το ότι στην Δ΄ Οικουμενική
Σύνοδο οι Πατέρες μελέτησαν τα “δώδεκα κεφάλαια” του αγίου Κυρίλλου
Αλεξανδρείας σε σχέση με τον Τόμο του Πάπα Λέοντος και διεπίστωσαν
την συμφωνία μεταξύ αυτών.
Οι Πατέρες της Εκλησίας, και προσωπικώς και Συνοδικώς, ερμήνευσαν
σωστά την φράση του αγίου Κυρίλλου “μία φύσις του Λόγου
σεσαρκωμένη”. Ο άγιος Ιωάνης ο Δαμασκηνός λέγει ότι δεν
διαπράτουμε σφάλμα με το να λέμε με αυτήν την φράση απόλυτα μία
υπόσταση του Θεού Λόγου, αλλά προχωρεί για να πη ότι ο άγιος
Κύριλλος με την φράση “μία φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη” δεν δήλωνε
ούτε μόνη την υπόσταση, ούτε το κοινό των υποστάσεων, “αλλά την
κοινήν φύσιν εν τη του Λόγου υποστάσει ολικώς θεωρουμένην”, δηλαδή
την κοινή φύση της θεότητος την ενθεωρουμένη στην υπόσταση του
Λόγου. Δηλαδή, δεν παραμένει στην φράση “μία φύσις”, αλλά επιμένει
στην φράση “μία φύσις του Λόγου”, που δηλώνει την ενυπόστατη ουσία.
Επίσης, ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής θεωρεί ότι με την φράση αυτή ο
άγιος Κύριλλλος ομολογούσε περιφραστικώς τις δύο φύσεις του Χριστού,
ήτοι με την λέξη “φύσις” ενούσε την θεία φύση και με την λέξη
“σεσαρκωμένη” ενούσε την ανθρώπινη φύση.0
Επομένως, η φράση αυτή του αγίου Κυρίλλου χρησιμοποιείται και
εναντίον του Νεστοριανισμού, με την ένοια “μία φύσις - υπόστασις του
Λόγου σεσαρκωμένη”, για να αποκλεισθούν τα δύο πρόσωπα - υποστάσεις στον Χριστό, και εναντίον του Μονοφυσιτισμού, με την ένοια
της ενώσεως της κοινής φύσεως με την ανθρώπινη φύση στην υπόσταση
του Λόγου, χωρίς να συμβή κράση ή σύγχυση ή φυρμός ή τροπή, αφού
όπως γράφει σε επιστολή του προς τον Ιωάνη Αντιοχείας, “μένει γαρ ό
εστιν αεί και ουκ ηλλοίωται, ουδ' αν αλλοιωθείη πώποτε και μεταβολής
έσται δεκτική”, και στην Β΄ επιστολή του προς Νεστόριον γράφει: “είς δε
εξ αμφοίν Χριστός και Υιός, ουχ ως της των φύσεων διαφοράς
ανηρημένης δια την ένωσιν…”.
Οι Μονοφυσίτες όμως την φράση του αγίου Κυρίλλου “μία φύσις του
Λόγου σεσαρκωμένη” την ερμήνευσαν σύμφωνα με την δική τους
παράδοση, που ταυτίζει ενοιολογικά την φύση με την υπόσταση,
εντελώς διαφορετικά από την παράδοση των Καππαδοκών Πατέρων και
του αγίου Κυρίλλου. Έτσι οδηγούνται στην μία φύση και τον
Μονοφυσιτισμό. Αυτό το απέκρουε ο άγιος Κύριλλος στα κείμενά του. Ο
άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μαρτυρεί ότι ο Σεβήρος “ταυτόν οίδεν
αλλήλαις, όρω τε και λόγω την φύσιν και την υπόστασιν” και μάλιστα
“κακούργως ταυτόν είναι λέγει τη φύσει την υπόστασιν…”, ο δε άγιος
Ιωάνης ο Δαμασκηνός τονίζει ότι “τούτό εστι το ποιούν τοις αιρετικοίς
την πλάνην, το ταυτόν λέγειν την φύσιν και την υπόστασιν”.
Το θέμα αυτό θα διασαφηνισθή ακόμη περισσότερο με τα όσα θα
γραφούν στην συνέχεια, αλλά πάντως πρέπει να υπογραμμισθή ότι
χρειάζεται μεγάλη προσοχή στην ερμηνεία του αγίου Κυρίλλου
Αλεξανδρείας.
β) “Δύο φύσεις τη θεωρία μόνη”
Η δεύτερη φράση, στην οποία φαίνεται η χριστολογική διαφοροποίηση
μεταξύ της Ορθοδόξου Εκλησίας και των Μονοφυσιτών, είναι η φράση
του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας περί του ότι κατανοείται η φυσική
διαφορά των δύο φύσεων στον Χριστό “τή θεωρία μόνη”, δηλαδή στον
Χριστό υπάρχουν “δύο φύσεις τη θεωρία μόνη”. Ο άγιος Κύριλλος
χρησιμοποιούσε την φράση αυτή εναντίον του Νεστορίου που υπεστήριζε
την πραγματική διαίρεση των δύο φύσεων. Οι Πατέρες της Εκλησίας
ερμήνευσαν αυτήν την φράση με την ένοια ότι στον Χριστό ενώθηκαν οι
δύο φύσεις “ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως”, αλλά και των
δύο φύσεων –θείας και ανθρωπίνης– υπόσταση είναι ο Λόγος, δηλαδή
χρησιμοποιήθηκε για να αποκλεισθή η διαίρεση των δύο φύσεων στον
Χριστό. Οπότε μετά την ένωση των δύο φύσεων δεν μπορούν να
υφίστανται αυτές οι φύσεις στον Χριστό ως ιδιοϋπόστατες και χωρισμένες
φύσεις, δηλαδή δεν υφίστανται χωριστά ως ιδιαίτερες υποστάσεις.
Άλλωστε και η προσληφθείσα ανθρώπινη φύση δεν ήταν πριν την
πρόσληψη αυθυπόστατη. Έτσι οι δύο φύσεις στον Χριστό, μετά την
υποστατική ένωση, δεν υπάρχουν ως ξεχωριστές, ανεξάρτητες μεταξύ
τους και αυθυπόσταστες, αφού και των δύο φύσεων υπόσταση έγινε ο
Λόγος, και με αυτό το σκεπτικό γίνεται λόγος για δύο φύσεις “τή θεωρία
μόνη”.
Οι Μονοφυσίτες όμως την φράση αυτή την ενούν με την άποψη ότι
μετά την ένωση των δύο φύσεων δεν μπορούμε να μιλούμε για δύο
φύσεις, αφού απετέλεσαν μία φύση, γι’ αυτό με την φράση “τή θεωρία
μόνη” πρέπει να θεωρήται ότι δεν υφίσταται η ανθρώπινη φύση μετά την
ένωση των δύο φύσεων στον Χριστό, αλλά μόνον θεωρητικώς και κατ'
επίνοιαν μπορούμε να μιλούμε για δύο φύσεις με ιδιαίτερες ενέργειες.
Επομένως οι Πατέρες της Εκλησίας χρησιμοποιούν την φράση “δύο
φύσεις τη θεωρία μόνη” με την ένοια ότι οι δύο φύσεις στον Χριστό δεν
διακρίνονται ανεξάρτητες μεταξύ τους, λόγω της υποστατικής ενώσεως,
ούτε είναι ιδιαίτερες υποστάσεις, ενώ οι Μονοφυσίτες την φράση αυτήν
την χρησιμοποιούν με την ένοια ότι δεν υφίσταται η ανθρώπινη φύση
στον Χριστό, μετά την ένωση.
γ) “Σύνθετος φύσις”, “σύνθετος υπόστασις”
Η τρίτη φράση στην οποία φαίνεται η διαφορά στην Χριστολογία μεταξύ
των Ορθοδόξων και των Μονοφυσιτών είναι οι εκφράσεις “σύνθετος
φύσις” και “σύνθετος υπόστασις”. Κατά την ερμηνεία των αγίων Πατέρων μπορούμε να μιλούμε,
αναφερόμενοι στον Χριστό, για “σύνθετον υπόστασιν”, ότι δηλαδή η
υπόσταση του Λόγου είναι η υπόσταση και των δύο φύσεων, ήτοι της
θείας και της ανθρωπίνης φύσεως. Αυτό σημαίνει ότι διατηρούνται τα
ιδιώματα των δύο φύσεων, αλλά και οι δύο φύσεις ενεργούν στην ενιαία
υπόσταση του Λόγου, “μετά της θατέρου κοινωνίας”. Έτσι οι δύο φύσεις
(θεία και ανθρώπινη) είναι ενωμένες μεταξύ τους στην μία σύνθετη
υπόσταση.2
Οι μονοφυσίτες δεν παραδέχονται τον όρο “σύνθετος υπόστασις” και
κάνουν λόγο για “σύνθετον φύσιν”, ότι δηλαδή μετά την ένωση των δύο
φύσεων αποτελέσθηκε μία φύση. Αυτό δεν μπορεί να γίνη παραδεκτό από
ορθοδόξου πλευράς, γιατί όπως υποστήριξαν οι Πατέρες της Εκλησίας,
ιδίως ο άγιος Ιωάνης ο Δαμασκηνός, ο όρος σύνθετος φύση σημαίνει ότι
χάνουν τα ιδιώματα οι δύο φύσεις που ενώνονται, γιατί αποτελούν μία
τρίτη ενιαία φύση, οπότε ο Χριστός δεν θα ήταν ούτε ομούσιος με τον
Πατέρα, ούτε ομούσιος με την Μητέρα. Για παράδειγμα, εάν ενώσουμε
μερικά είδη, ήτοι το νερό, το αλάτι, το λάδι κλπ. γίνεται μια καινούρια
φύση. Γι' αυτό “αδύνατόν εστιν εκ δύο φύσεων μίαν φύσιν σύνθετον
γενέσθαι”.
δ) “Εκ δύο φύσεων”, “εν δύο φύσεσιν”
Το τέταρτο σημείο που διαφοροποιεί την χριστολογία των Ορθοδόξων και
των Μονοφυσιτών είναι οι φράσεις “εκ δύο φύσεων” και “εν δύο
φύσεσιν”.
Οι Πατέρες της Εκλησίας, όπως το διατύπωσαν και συνοδικώς,
εκφράζουν την αλήθεια ότι στον Χριστό υπάρχουν δύο φύσεις που
ενώθηκαν στην υπόσταση του Λόγου, ότι η ένωση έγινε “εκ δύο φύσεων” ,
αλλά συγχρόνως ο Χριστός ενεργεί “εν δύο φύσεσιν”, αφού δεν
καταργούνται ούτε συμφύρονται τα ιδιώματα κάθε φύσεως μετά την
ένωση. Και ακόμη κάθε φύση ενεργεί στην υπόσταση του Λόγου “μετά
της θατέρου κοινωνίας”.
Οι Μονοφυσίτες δεν μπορούν να αποδεχθούν αυτήν την ορθόδοξη
διδασκαλία και πιστεύουν ότι καίτοι ο Χριστός αποτελέσθηκε από δύο
φύσεις –θεία και ανθρώπινη– εν τούτοις μετά την ένωση υπάρχει μία
φύση στον Χριστό. Αυτό ανατρέπει ολόκληρο το Χριστολογικό δόγμα. Η
άποψη μερικών Μονοφυσιτών ότι, παρά την ενιαία φύση, δεν αναιρείται η
ανθρώπινη φύση μετά την ένωση, δεν μπορεί να γίνη αποδεκτή, διότι
οδηγεί κατ' ευθείαν στον Νεστοριανισμό.
Σε αυτές τις βασικές τέσσερεις φράσεις φαίνεται η διαφορά της
Χριστολογίας μεταξύ Ορθόδοξης Εκλησίας και Μονοφυσιτών. Επειδή οι
Μονοφυσίτες δεν μπορούν να παρακάμψουν τις ερμηνείες στις φράσεις
αυτές –κλειδιά- γι’ αυτό και δεν επιτυγχάνεται η ένωση μεταξύ της
Ορθοδόξου Εκλησίας και Μονοφυσιτών και γι’ αυτό δεν μπορούμε να
κάνουμε λόγο για το ότι συμφώνησαν οι Ορθόδοξοι με τους Μονοφυσίτες,
κατά τον διάλογο, πάνω στο Χριστολογικό δόγμα.3
3. Εμπειρική δογματική
Βέβαια κάποιος που διαβάζει τέτοια κείμενα που αναλύουν τα δόγματα
της Εκλησίας μπορεί να θεωρήση ότι οι Πατέρες της Εκλησίας
φιλοσοφούσαν, όπως έκαναν και οι θεολόγοι των Μονοφυσιτών και γι'
αυτό πρέπει να παρακάμπονται αυτές οι φιλοσοφικές αναλύσεις για να
αποκτήσουμε κοινωνία μεταξύ μας.
Η άποψη αυτή δεν ευσταθεί. Οι Πατέρες της Εκλησίας, όταν
οριοθέτησαν το ορθόδοξο δόγμα, και στην προκειμένη περίπτωση το
Χριστολογικό, δεν το έκαναν για να αναπτύξουν την φιλοσοφία. Εκτός
από την αποδοχή της μαρτυρίας των Προφητών και των Αποστόλων
είχαν και δική τους αποκαλυπτική πείρα. Με την αποκαλυπτική εμπειρία,
κατά την θεοπτία των τριών Φώτων της Αγίας Τριάδος, είχαν εμπειρία ότι
το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ενηνθρώπησε και επομένως και
αυτή η τεθεωθείσα ανθρώπινη φύση στον Χριστό έγινε πηγή της ακτίστου
Χάριτος και ενεργείας του Θεού. Έβλεπαν το ένα Φώς που ήταν πηγή των
άλλων Τριών Φώτων και ήταν άσαρκο (Πατέρας), έβλεπαν ένα άλλο Φώς,
που προερχόταν από το Πρώτο, αλλά ήταν σεσαρκωμένο (Χριστός) και
έβλεπαν ένα άλλο Φώς που προερχόταν από το Πρώτο, αλλά δεν ήταν
σεσαρκωμένο (Άγιον Πνεύμα).
Έπειτα, όταν κοινωνούσαν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού,
κατά την θεία Ευχαριστία, ευρισκόμενοι οι ίδιοι σε κατάσταση εμπειρίας,
αισθάνονταν πνευματικά το τεθεωμένο Σώμα του Χριστού δια του οποίου
ενεργούσε η άκτιστος ενέργεια του Θεού, οπότε αντιλαμβάνονταν ότι δεν
ήταν ένας κοινός άρτος, αφού αλλοίωνε και μεταμόρφωνε την όλη
ύπαρξή τους.
Το ίδιο αισθάνονταν, όταν πρόφεραν με κατάνυξη το όνομα του Χριστού,
του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου του Θεού.
Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις (θεοπτία, θεία Κοινωνία, νοερά
προσευχή) βίωναν ενυπόστατο άκτιστο φως και ενυπόστατη θεία
ενέργεια, γι' αυτό και είχαν προσωπική πείρα του Τριαδικού Θεού και της
ενεργείας Του.
Αυτήν την εμπειρία που είχαν οι άγιοι Πατέρες, την εξέφρασαν με τους
όρους που χρησιμοποιούσαν την εποχή εκείνη για να ανατρέψουν τις
αιρέσεις των στοχαστών θεολόγων που δεν είχαν προσωπική
αποκαλυπτική εμπειρία. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ των αγίων
Πατέρων και των αιρετικών.4
4. Τρία κείμενα
Τα θέματα αυτά που παρουσίασα με συνοπτικό και απλό τρόπο είναι
σοβαρά και βεβαίως απαιτείται μελέτη σε βάθος. Υπάρχουν τρία βασικά
κείμενα τα οποία χρήζουν βαθυτέρας μελέτης από όσους ενδιαφέρονται
περισσότερο. Το ένα είναι τα “δώδεκα κεφάλαια” του αγίου Κυρίλλου
Αλεξανδρείας, που ευρίσκονται στην Γ΄ επιστολή του αγίου αυτού Πατρός
προς τον Νεστόριο, το δεύτερο είναι οι “διαλλαγές” του Ιωάνου που
ανευρίσκονται στην επιστολή του αγίου Κυρίλλου προς τον Ιωάνη
Αντιοχείας, και το τρίτο είναι ο “Τόμος” του Πάπα Ρώμης Λέοντος.
Υπάρχει μια θεολογική ενότητα μεταξύ των τριών αυτών κειμένων,
δηλαδή το ένα δεν αναιρεί τα άλλα, αφού και τα τρία αυτά κείμενα
εγράφησαν με διαφορετική αφορμή. Το γεγονός είναι ότι και τα τρία αυτά
κείμενα συνδέονται στενά με τον όρο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου και
τους όρους των μετέπειτα Συνόδων ήτοι της Ε΄ και της ΣΤ΄ Οικουμενικής
Συνόδου.
Το συμπέρασμα είναι ότι δεν μπορεί να υποστηριχθή από ορθοδόξου
πλευράς ότι επετεύχθη συμφωνία μεταξύ Ορθοδόξων και
Αντιχαλκηδονίων στην Χριστολογία, και ότι η διαφωνία υπάρχει μόνον
ως προς την αναγνώριση των Οικουμενικών Συνόδων. Κάτι τέτοιο είναι
αντιφατικό. Πώς επήλθε συμφωνία στο Χριστολογικό δόγμα, όταν δεν
γίνονται αποδεκτές οι Οικουμενικές Σύνοδοι που το καθόρισαν;
Επίσης, ο ορθότερος χαρακτηρισμός των ανθρώπων αυτών δεν είναι
απλώς Αντιχαλκηδόνιοι ή Προχαλκηδόνιοι, αλλά Μονοφυσίτες, αφού
δέχονται την άποψη ότι ο Χριστός αποτελέσθηκε “εκ δύο φύσεων”, αλλά
δεν παραδέχονται συγχρόνως και την ορθόδοξη διδασκαλία ότι ο Χριστός
ενεργεί και “εν δύο φύσεσιν” “εν μια υποστάσει”.–
0 Comments
    Αντιαιρετικά

    Αρχείο άρθρων

    All

Powered by Create your own unique website with customizable templates.