Ἀριθμὸς Πρωτ. 2483
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΩΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ Πρεσβύτεροι καὶ Διάκονοι·
Θεοφιλὲς Ποίμνιο τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας μας
τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος·
Ἡ Χάρις καὶ ἡ Εὐλογία παρὰ Θεοῦ νὰ εἶναι μετὰ πάντων ὑμῶν!
ΟΠΩΣ εἶναι γνωστόν, συνεκλήθη πρὸ μηνὸς στὸ Κολυμπάρι Χανίων στὴν Κρήτη ἡ λεγομένη «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», τὴν ὁποίαν προέβαλαν τὰ κοσμικὰ μέσα ἐνημερώσεως ὡς δῆθεν γεγονὸς ἰδιαίτερα σημαντικὸ καὶ ἱστορικό.
Ἐπὶ ἕναν περίπου αἰῶνα, καὶ ἰδίως κατὰ τὴν τελευταία ἑξηκονταετία, τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως εἶχε τὴν πρωτοβουλία γιὰ τὴν σύγκληση μιᾶς τέτοιου εἴδους συνόδου, σὲ μὴ Ὀρθόδοξη ὅμως βάση καὶ μὲ διάθεση ἐπιβολῆς Καινοτομιῶν, ὅπως εἶχε προβλεφθεῖ τόσο ἀπὸ τὸ Πατριαρχικὸ Διάγγελμα τοῦ 1920, ὅσο καὶ ἀπὸ τὸ λεγόμενο «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ 1923 στὴν Κωνσταντινούπολη, ὑπὸ τὸν γνωστὸ τέκτονα πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη.
Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Πατροπαραδότου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου, ἡ ὁποία ἀποτολμήθηκε ἐντελῶς ἀντικανονικὰ τὸ ἑπόμενο ἔτος 1924, εἰς ἐφαρμογὴν Οἰκουμενιστικῶν καὶ Ἀντιχριστιανικῶν διατάξεων, ἄνοιξε τοὺς ἀσκοὺς τοῦ αἰόλου γιὰ τὴν αἰχμαλωσία καὶ τὸν ἐξοικουμενισμὸ τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Ἡ ἵδρυση τοῦ λεγομένου «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν» τὸ 1948 καὶ ἡ λεγομένη Ἄρση τῶν Ἀναθεμάτων μὲ τοὺς Παπικοὺς τὸ 1965, κατέδειξαν πασιφανῶς ὅτι ἡ χαραχθεῖσα ἑνωτικὴ/οὐνιτικὴ πορεία δὲν ἦταν κατὰ Θεόν, ἐφ’ ὅσον σήμαινε τὴν ἀνεπίτρεπτη ἀνάμειξη ἀληθείας καὶ ψεύδους καὶ ἔπληττε εὐθέως τὸ 9ο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως: «Εἰς μίαν ἁγίαν καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».
Διότι γιὰ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δὲν ὑπάρχουν αἱρέσεις καὶ αἱρετικοί, ἐφ’ ὅσον ἡ Ἐκκλησία ἔχει δῆθεν ἀπεριόριστα ὅρια, στὰ ὁποῖα συμπεριλαμβάνονται ὅλοι οἱ βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ὅτι ὅλοι μαζὶ συναποτελοῦν δῆθεν τὸ κοινὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ δὲ θεολογικὲς διαφορὲς συνιστοῦν δῆθεν «διαφορετικὲς παραδόσεις», ὡς νόμιμες ἐκφράσεις τῆς αὐτῆς Πίστεως, ποὺ δὲν ἔχουν ἀρνητικὴ ἐπίπτωση στὴν μυστηριακὴ χάρη καὶ δομὴ τῶν διαφόρων «ἐκκλησιαστικῶν κοινοτήτων» τῶν ἑτεροδόξων· μέσῳ δὲ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅλα αὐτὰ γίνονται δεκτὰ καὶ διακηρύσσονται ἐπὶ δεκαετίες, βιώνονται καὶ ἐκφράζονται μὲ πολλοὺς τρόπους καὶ σὲ πολλὰ ἐπίπεδα.
Ὅμως, ἐπιθυμία ἀνέκαθεν τῶν κατ’ ὄνομα ὀρθοδόξων, ἀλλὰ κατ’ οὐσίαν αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν, ἦταν ὅλα τὰ ἀνωτέρω νὰ ἀποκτήσουν καὶ μία «πανορθόδοξη συνοδικὴ» ἔγκριση καὶ ἐπιβεβαίωση, ὥστε νὰ νομιμοποιηθοῦν καὶ νὰ ἀποτελοῦν τμῆμα ὑποχρεωτικὸ τῆς ἐπισήμου πιστευτέας διδασκαλίας τους.
Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο ἤθελαν ἐπίσης νὰ ἐπιλύσουν καὶ ἄλλα χρόνια προβλήματα ποὺ τοὺς ταλανίζουν σὲ τοπικὸ καὶ εὐρύτερο γεωγραφικὸ ἐπίπεδο.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἐσπευσμένα, παρὰ τὶς ἕως καὶ τὴν τελευταία στιγμὴ διαφορές τους, ἀκόμη μάλιστα καὶ τὶς δηλωμένες ἀποχὲς τοπικῶν ἐκκλησιῶν, προχώρησαν ἀκάθεκτοι στὴν πραγματοποίηση τῆς ὡς ἄνω λεγομένης συνόδου τους, μὲ τὴν ἐπιμονὴ τῆς πρωτοπόρου σὲ αὐτὸ τὸ ὅραμα Κωνσταντινουπόλεως διὰ τοῦ ἐπικεφαλοῦς αὐτῆς κ. Βαρθολομαίου καὶ τοῦ ἐπιτελείου του.
Ὅμως, γιὰ οὐσιαστικοὺς καὶ γιὰ τυπικοὺς λόγους ἔχει ἤδη τονισθεῖ καὶ ἀποδειχθεῖ, ὅτι δὲν ἐπρόκειτο περὶ ὄντως «Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου», ἀλλὰ γιὰ «συνοδικὴ καινοτομία» καὶ «συνοδικὸ πραξικόπημα», γιὰ «συνέδριο Ἀποστασίας τῶν Χανίων» ἤ ἀκριβέστερα γιὰ «οὐνιτική, οἰκουμενιστικὴ καὶ φιλοπαπικὴ ψευδοσύνοδο».
Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἠχηρὰ ἀρνητικοί, ἀλλὰ ἀληθέστατοι χαρακτηρισμοί, αἰτιολογήθηκαν τόσο ἀπὸ ἡμᾶς προοιμιακῶς, στὸ Μήνυμα Ἐγρηγόρσεως τῆς Διορθόδοξου Συσκέψεώς μας πρὸ διμήνου, ὅσο καὶ ἀπὸ σοβαροὺς καὶ ἀπροκαταλήπτους κριτικούς της μετὰ τὴν σύγκληση τῆς κατ’ οὐσίαν ψευδοσυνόδου αὐτῆς στὴν Κρήτη.
Ἀπὸ ὁμολογιακὴ αἴσθηση εὐθύνης, ὡς Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μὲ πρώτιστο καθῆκον «τὴν οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» καὶ «τὴν ἑνότητα τῆς Πίστεως» (Ἐφεσ. δ’ 5) ἐπιβεβαιώνουμε, ὅτι ἡ Οἰκουμενιστικὴ Συνάθροιση τοῦ Κολυμβαρίου Χανίων δὲν ἀποτελοῦσε συνέχεια τῶν ὄντως Ἁγίων Συνόδων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διότι ἀντὶ νὰ καταδικάσει αἵρεση καὶ αἱρετικούς, ἐνέκρινε τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ δέχθηκε προσεκτικὰ μέν, ἀλλὰ μὲ τρόπο καταφανῆ, τὶς κοινότητες τῶν αἱρετικῶν ὡς «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες» καὶ τοὺς ἀντιπροσώπους αὐτῶν, τοὺς ὁποίους προσεκάλεσε ἐπισήμως, ὡς «παρατηρητὲς ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν»!
Ψῆφο εἶχαν μόνον οἱ Προκαθήμενοι τῶν λεγομένων ἐπισήμων τοπικῶν ἐκκλησιῶν ποὺ συμμετεῖχαν, οἱ ὁποῖοι ἐνήργησαν, ὅπως ὀρθὰ παρατηρήθηκε, ὡς «συλλογικοὶ πάπες», οἱ δὲ κολοβωμένες ἐπισκοπικὰ ἀντιπροσωπίες τους δὲν εἶχαν οὔτε δικαίωμα ἐλευθερίας λόγου καὶ ἐκφράσεως, ἐφ’ ὅσον ἀποκάλυψαν κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς ὅτι ὑπέστησαν πίεση ἤ καὶ ὑβρίσθηκαν σὲ περίπτωση διαφωνίας! Τὸ ἄν θὰ ὑπέγραφαν ἤ ὄχι τὰ ἐγκριθέντα κείμενα ἦταν κάτι ἄνευ οὐσιαστικῆς σημασίας. Οἱ Προκαθήμενοί τους ὑπέγραψαν γιὰ λογαριασμὸ τῶν ἐκκλησιῶν τους τὰ ἕτοιμα κείμενα γιὰ ἕξι θέματα, τὰ ὁποῖα ὑπέστησαν ἁπλῶς κάποιες «διακοσμητικὲς» διορθώσεις καὶ ἔτσι φάνηκε ὅτι ὑπῆρξε «συνοδικὴ ὁμοφωνία» στὴν ψήφισή τους, σύμφωνα μὲ μία ἐπίπλαστη, προσχεδιασμένη καὶ ἀναγκαστικὴ σχεδὸν συμφωνία.
Τὸ κύριο ἐνδιαφέρον ἦταν στραμμένο στὸ κείμενο: «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον», μέσῳ τοῦ ὁποίου ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ θεσμοθετήθηκε-ἐπισημοποιήθηκε καὶ θριάμβευσε. Οἱ δῆθεν διορθωτικὲς προτάσεις, ποὺ ἀφοροῦσαν μᾶλλον στὴν ὁρολογία, ἀπὸ μέρους τῆς Νεοημερολογιτικῆς ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δὲν ἄλλαξαν τὸ νόημα τοῦ ἀπαραδέκτου κειμένου καὶ δὲν ἀπέτρεψαν τὴν εἰσαγωγὴ τῆς κακοδοξίας.
Ὅσοι ὅμως «ἀνθίστανται τῇ ἀληθείᾳ» καὶ εἶναι «περὶ τὴν πίστιν ἀδόκιμοι» (Β’ Τιμ. γ’ 8) καὶ ἄστοχοι (Α’ Τιμ. στ’ 21), δὲν ἀκολουθοῦν τὴν ὑγιαίνουσα διδασκαλία καὶ λογίζονται ὡς «πλανῶντες καὶ πλανώμενοι» (Β’Τιμ. γ’ 13)· «οἱ τοιοῦτοι τῷ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ οὐ δουλεύουσιν» (Ρωμ. ιστ’ 18), γιὰ τὸν λόγο δὲ αὐτὸ ἀποκόπτονται ὡς καταστροφεῖς τῆς ἑνότητος τῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄρα λοιπόν, ὅσοι ἐπίσκοποί τους δὲν ὑπέγραψαν τὸ ὡς ἄνω κείμενο ἤ καὶ ὁποιοδήποτε ἄλλο σὲ ἐκείνη τὴν Συνάθροιση, δὲν εἶναι «ὁμολογητές», ὅπως διετυμπάνισαν κάποιοι, γιὰ νὰ ἐξαπατοῦν ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους, ἀφοῦ δὲν διεχώρησαν τὴν θέση τους καταγγέλοντες τὴν κακοδοξία καὶ ἀποκηρύσσοντες αὐτὴν καὶ τοὺς ἀκοινωνήτους κακοδόξους φορεῖς αὐτῆς.
Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ ἀνησυχοῦντες κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς Καινοτομίας, οἱ ὁποῖοι καταβάλουν προσπάθεια νὰ ἀποδείξουν τὸ ἤδη γνωστόν, ὅτι δὲν ἐπρόκειτο γιὰ Σύνοδο Ἁγία καὶ Μεγάλη· πράττουν ὅμως τοῦτο γιὰ νὰ πείσουν τοὺς ἑαυτούς τους καὶ ὅσους τοὺς ἀκολουθοῦν, ὅτι πρόκειται γιὰ κάτι ἄκυρο καὶ ἄρα μὴ ὑποχρεωτικὸ καὶ ἐφαρμόσιμο καὶ ὅτι δύνανται πάντως αὐτοὶ νὰ συνεχίσουν ἀδιατάρακτα τὴν κοινωνία τους μὲ τοὺς ἀποδεδειγμένα κακοδόξους. Αὐτὴ ἡ πονηρὴ σκοπιμότητα, ἡ ὁποία πιθανὸν νὰ συμβαίνει ἀνεπιγνώστως, εἶναι πλανερὴ καὶ καταδικαστέα.
Ἀφελὴς ἐπίσης φαίνεται καὶ ἡ προσδοκία κάποιων ἄλλων, ὅτι οἱ μὴ συμμετέχουσες τέσσερις τοπικὲς ἐκκλησίες διατηροῦν δῆθεν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ θὰ συγκαλέσουν σύνοδο γιὰ νὰ ἀκυρώσουν τὴν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμβαρίου! Διότι εἶναι γνωστὸν ὅτι τὰ πατριαρχεῖα Ἀντιοχείας καὶ Μόσχας συμμετέχουν ἐνεργὰ στὸν Οἰκουμενισμό, οἱ δὲ μέχρι στιγμῆς δηλώσεις ὅσων ἐκκλησιῶν δὲν ἔλαβαν μέρος καμμία ἔνδειξη γιὰ καταδίκη δὲν περιέχουν, παρὰ μόνον ὅτι δὲν θεωροῦν ὑποχρεωτικὲς τὶς ἀποφάσεις γι΄ αὐτές, διότι δὲν συμμετεῖχαν οἱ ἴδιες καὶ παραβιάστηκε ἡ ἀρχὴ τῆς ὁμοφωνίας μεταξύ τους.
Τὰ ὑπόλοιπα προβλήματα σχετικὰ μὲ τὴν Κολυμβαρικὴ Συνάθροιση, τὸ ἄν δηλαδὴ ἐπρόκειτο γιὰ γεγονὸς ποὺ ἐξέφραζε τὸ διεθνιστικὸ σύστημα, ἄν ξοδεύτηκαν τεράστια ποσά, ἄν ὑπῆρξε ἐκκοσμίκευση, παρασκήνιο ἤ κοσμικὴ διπλωματία, ἄν ἡ ἀστυνόμευση ἦταν ἀφόρητη, ἄν ἐξυπηρετήθηκαν γεωπολιτικοὶ στόχοι Δυτικῶν μεγάλων δυνάμεων καὶ τῆς νέας τάξεως πραγμάτων τῆς παγκοσμιοποιήσεως, ἀποτελοῦν ἀναμενόμενες παρενέργειες ἑνὸς κατ’ ἐπίφασιν ἐκκλησιαστικοῦ γεγονότος, τὸ ὁποῖον ὡς στερούμενο τῆς θείας εὐλογίας καὶ ἐπιδοκιμασίας, ἦταν φυσικὸ νὰ παρουσιάζει διάφορες ἐκτροπὲς σὲ πολλὰ ἐπίπεδα.
Ἐκτὸς ἄλλων, ἦταν ἐμφανὲς ὅτι ἡ Συνάθροιση αὐτὴ δὲν ἀσχολήθηκε μὲ ζητήματα ἀμέσου ἐνδιαφέροντος, ὅπως τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ ἑνὸς παραπέοντος στὰ πάθη κόσμου, τῆς διορθώσεως τῆς ἑορτολογικῆς/λειτουργικῆς διαιρέσεως τῶν Ὀρθοδόξων, τῶν ἐθνικιστικῶν σχισμάτων (λεγόμενο «Μακεδονικό», Οὐκρανικὸ κ.ἄ.), τῶν πλανῶν καὶ ψευδοπροφητειῶν, τοῦ κατακλυσμοῦ τοῦ ἀποκρυφισμοῦ/σατανισμοῦ ὡς ἀποκαλυπτικοῦ σημείου, τῶν ἐσχατολογικῶν ἀνησυχιῶν, τῶν θεμάτων βιοηθικῆς, τῆς ἀποτελεσματικῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν διωγμῶν τῶν Χριστιανῶν παγκοσμίως κλπ., ὡς καὶ τῆς προφητικῆς καὶ χαρισματικῆς κλήσεως σὲ Μετάνοια καὶ Ἐκκλησιοποίηση τῶν ἀνθρώπων.
Κατόπιν ὅλων αὐτῶν τῶν ἐνδεικτικῶν γεγονότων, ἐλάχιστοι μόνον προέβησαν σὲ διακοπὴ κοινωνίας μὲ τοὺς κακοδόξους Οἰκουμενιστάς, σύμφωνα μὲ τὴν Ἱεροκανονικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἐλάχιστοι ἀκόμη ἀπείλησαν σὲ διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου τους, μὲ ἀβέβαιο ἀποτέλεσμα. Ὅπως φαίνεται, ὁ ἐθισμὸς τῶν πολλῶν στὴν ἀπὸ δεκαετίες ἄμεση ἤ ἔμμεση κοινωνία τους μὲ τὴν αἵρεση, σύγχυσε τὰ κριτήριά τους καὶ ἄμβλυνε τὶς συνειδήσεις τους, ὥστε στὴν ἀποφασιστικὴ ὥρα καὶ στιγμὴ νὰ μὴ καθίστανται δεκτικοὶ τῆς δωρεᾶς τῆς ὄντως Ὁμολογίας, στὴν θεωρία καὶ τὴν πράξη, μὲ συνέπεια.
Ἐνώπιον αὐτῆς τῆς οἰκτρᾶς καταστάσεως, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας καλεῖ τὰ τέκνα Αὐτῆς σὲ ἐπιμονὴ καὶ ἐνθάρρυνση, ὥστε καὶ τὸν θησαυρὸ τῆς Πίστεως νὰ κρατήσουν ἀνόθευτο καὶ νὰ δυνηθοῦν νὰ τὸν μεταδώσουν στοὺς μεταγενεστέρους. Ὅσοι πιστεύουν ὀρθοδόξως καὶ δὲν ὑποπίπτουν στὸν πειρασμὸ τῆς ἀμέσου ἤ ἐμμέσου κοινωνίας μὲ τοὺς κακοδόξους Οἰκουμενιστάς, καὶ ἐπίσης ζοῦν μὲ μετάνοια καὶ προσπάθεια νὰ τηρήσουν τὴν πίστη τους στὴν πράξη τῆς καθημερινῆς ζωῆς, αὐτοὶ θὰ ἐλεηθοῦν παρὰ τοῦ Φιλανθρώπου Σωτῆρος μας στὶς πονηρὲς ἡμέρες τῆς ἀποστασίας, τὶς ὁποῖες διερχόμαστε. Εἴθε τὸ καλὸ παράδειγμα τῶν τέκνων τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ ἑλκύσει πολλοὺς ἐγκλωβισμένους ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς πλάνης καὶ αἱρέσεως στὴν ἐλευθερία τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ!
Σὲ ἐκκλησιαστικὸ ἐπίπεδο, χρειάζεται σοβαρὴ ἀποτίμηση καὶ ἐνημέρωση, ἀλλὰ καὶ ἀντιμετώπιση τῶν οἰκουμενιστικῶν κακοδοξιῶν, καὶ πρὸς τοῦτο, ὅπως καὶ γιὰ τὴν προετοιμασία μιᾶς ὄντως Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν μας, ἡ Ἱερὰ Σύνοδός μας ἔχει ἤδη ὁρίσει εἰδικὴ Ἀρχιερατικὴ Ἐπιτροπή.
Ἐν τούτοις, δυνάμεθα νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι ὁ ἀρχέκακος ἐχθρὸς τῆς σωτηρίας καὶ τῆς ἑνότητος ἐγείρει πολλὰ ἐμπόδια, ἐκμεταλλευόμενος τὶς ἀδυναμίες τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη κάποτε καὶ τῶν Ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας· προτρέποντες ὅμως σὲ μία προσευχητικὴ συνδρομὴ ἁπάντων, Κληρικῶν καὶ Λαϊκῶν, ἐλπίζουμε ὅτι ὁ Δωρεοδότης Κύριός μας, ἡ Κεφαλὴ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, θὰ μᾶς διατηρήσει σταθεροὺς καὶ ἑνωμένους ἕως τέλους, θὰ μᾶς στηρίξει στὴν χάρη τῆς Ὁμολογίας, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐξαγγελίας Αὐτῆς σὲ Σύνοδο Ὀρθόδοξη τὸ συντομώτερο δυνατόν, καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει τῆς αἰωνίου Βασιλείας τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν!
Ἐν ἔτει σωτηρίῳ ,ΒΙΣΤ’ τῇ ιη’ Ἰουλίου
Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων
Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
† Ὁ Ἀθηνῶν ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ
Τὰ Μέλη
† Ὁ Ἀττικῆς καὶ Διαυλείας ΑΚΑΚΙΟΣ
† Ὁ Λαρίσης καί Πλαταμῶνος ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
† Ὁ Εὐρίπου καὶ Εὐβοίας ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ
† Ὁ Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος ΓΕΡΟΝΤΙΟΣ
† Ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
† Ὁ Θεσσαλονίκης ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ
† Ὁ Δημητριάδος ΦΩΤΙΟΣ
† Ὁ Τορόντο ΜΩΫΣΗΣ
† Ὁ Ἀµερικῆς ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
† Ὁ Φιλίππων καὶ Μαρωνείας ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
† Ὁ Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ
† Ὁ Μεθώνης ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
† Ὁ Νόρα ΜΙΧΑΗΛ
† Ὁ Λούνης ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ
† Ὁ Γαρδικίου ΚΛΗΜΗΣ
† Ὁ Ἔτνα καὶ Πόρτλαντ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ
† Ὁ Βρεσθένης ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ
† Ὁ Θεουπόλεως ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ
ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ
Ὁ Ἀρχιγραμματεὺς
† Ὁ Δημητριάδος ΦΩΤΙΟΣ
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΩΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ Πρεσβύτεροι καὶ Διάκονοι·
Θεοφιλὲς Ποίμνιο τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας μας
τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος·
Ἡ Χάρις καὶ ἡ Εὐλογία παρὰ Θεοῦ νὰ εἶναι μετὰ πάντων ὑμῶν!
ΟΠΩΣ εἶναι γνωστόν, συνεκλήθη πρὸ μηνὸς στὸ Κολυμπάρι Χανίων στὴν Κρήτη ἡ λεγομένη «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», τὴν ὁποίαν προέβαλαν τὰ κοσμικὰ μέσα ἐνημερώσεως ὡς δῆθεν γεγονὸς ἰδιαίτερα σημαντικὸ καὶ ἱστορικό.
Ἐπὶ ἕναν περίπου αἰῶνα, καὶ ἰδίως κατὰ τὴν τελευταία ἑξηκονταετία, τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως εἶχε τὴν πρωτοβουλία γιὰ τὴν σύγκληση μιᾶς τέτοιου εἴδους συνόδου, σὲ μὴ Ὀρθόδοξη ὅμως βάση καὶ μὲ διάθεση ἐπιβολῆς Καινοτομιῶν, ὅπως εἶχε προβλεφθεῖ τόσο ἀπὸ τὸ Πατριαρχικὸ Διάγγελμα τοῦ 1920, ὅσο καὶ ἀπὸ τὸ λεγόμενο «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ 1923 στὴν Κωνσταντινούπολη, ὑπὸ τὸν γνωστὸ τέκτονα πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη.
Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Πατροπαραδότου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου, ἡ ὁποία ἀποτολμήθηκε ἐντελῶς ἀντικανονικὰ τὸ ἑπόμενο ἔτος 1924, εἰς ἐφαρμογὴν Οἰκουμενιστικῶν καὶ Ἀντιχριστιανικῶν διατάξεων, ἄνοιξε τοὺς ἀσκοὺς τοῦ αἰόλου γιὰ τὴν αἰχμαλωσία καὶ τὸν ἐξοικουμενισμὸ τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Ἡ ἵδρυση τοῦ λεγομένου «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν» τὸ 1948 καὶ ἡ λεγομένη Ἄρση τῶν Ἀναθεμάτων μὲ τοὺς Παπικοὺς τὸ 1965, κατέδειξαν πασιφανῶς ὅτι ἡ χαραχθεῖσα ἑνωτικὴ/οὐνιτικὴ πορεία δὲν ἦταν κατὰ Θεόν, ἐφ’ ὅσον σήμαινε τὴν ἀνεπίτρεπτη ἀνάμειξη ἀληθείας καὶ ψεύδους καὶ ἔπληττε εὐθέως τὸ 9ο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως: «Εἰς μίαν ἁγίαν καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».
Διότι γιὰ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δὲν ὑπάρχουν αἱρέσεις καὶ αἱρετικοί, ἐφ’ ὅσον ἡ Ἐκκλησία ἔχει δῆθεν ἀπεριόριστα ὅρια, στὰ ὁποῖα συμπεριλαμβάνονται ὅλοι οἱ βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ὅτι ὅλοι μαζὶ συναποτελοῦν δῆθεν τὸ κοινὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ δὲ θεολογικὲς διαφορὲς συνιστοῦν δῆθεν «διαφορετικὲς παραδόσεις», ὡς νόμιμες ἐκφράσεις τῆς αὐτῆς Πίστεως, ποὺ δὲν ἔχουν ἀρνητικὴ ἐπίπτωση στὴν μυστηριακὴ χάρη καὶ δομὴ τῶν διαφόρων «ἐκκλησιαστικῶν κοινοτήτων» τῶν ἑτεροδόξων· μέσῳ δὲ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅλα αὐτὰ γίνονται δεκτὰ καὶ διακηρύσσονται ἐπὶ δεκαετίες, βιώνονται καὶ ἐκφράζονται μὲ πολλοὺς τρόπους καὶ σὲ πολλὰ ἐπίπεδα.
Ὅμως, ἐπιθυμία ἀνέκαθεν τῶν κατ’ ὄνομα ὀρθοδόξων, ἀλλὰ κατ’ οὐσίαν αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν, ἦταν ὅλα τὰ ἀνωτέρω νὰ ἀποκτήσουν καὶ μία «πανορθόδοξη συνοδικὴ» ἔγκριση καὶ ἐπιβεβαίωση, ὥστε νὰ νομιμοποιηθοῦν καὶ νὰ ἀποτελοῦν τμῆμα ὑποχρεωτικὸ τῆς ἐπισήμου πιστευτέας διδασκαλίας τους.
Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο ἤθελαν ἐπίσης νὰ ἐπιλύσουν καὶ ἄλλα χρόνια προβλήματα ποὺ τοὺς ταλανίζουν σὲ τοπικὸ καὶ εὐρύτερο γεωγραφικὸ ἐπίπεδο.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἐσπευσμένα, παρὰ τὶς ἕως καὶ τὴν τελευταία στιγμὴ διαφορές τους, ἀκόμη μάλιστα καὶ τὶς δηλωμένες ἀποχὲς τοπικῶν ἐκκλησιῶν, προχώρησαν ἀκάθεκτοι στὴν πραγματοποίηση τῆς ὡς ἄνω λεγομένης συνόδου τους, μὲ τὴν ἐπιμονὴ τῆς πρωτοπόρου σὲ αὐτὸ τὸ ὅραμα Κωνσταντινουπόλεως διὰ τοῦ ἐπικεφαλοῦς αὐτῆς κ. Βαρθολομαίου καὶ τοῦ ἐπιτελείου του.
Ὅμως, γιὰ οὐσιαστικοὺς καὶ γιὰ τυπικοὺς λόγους ἔχει ἤδη τονισθεῖ καὶ ἀποδειχθεῖ, ὅτι δὲν ἐπρόκειτο περὶ ὄντως «Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου», ἀλλὰ γιὰ «συνοδικὴ καινοτομία» καὶ «συνοδικὸ πραξικόπημα», γιὰ «συνέδριο Ἀποστασίας τῶν Χανίων» ἤ ἀκριβέστερα γιὰ «οὐνιτική, οἰκουμενιστικὴ καὶ φιλοπαπικὴ ψευδοσύνοδο».
Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἠχηρὰ ἀρνητικοί, ἀλλὰ ἀληθέστατοι χαρακτηρισμοί, αἰτιολογήθηκαν τόσο ἀπὸ ἡμᾶς προοιμιακῶς, στὸ Μήνυμα Ἐγρηγόρσεως τῆς Διορθόδοξου Συσκέψεώς μας πρὸ διμήνου, ὅσο καὶ ἀπὸ σοβαροὺς καὶ ἀπροκαταλήπτους κριτικούς της μετὰ τὴν σύγκληση τῆς κατ’ οὐσίαν ψευδοσυνόδου αὐτῆς στὴν Κρήτη.
Ἀπὸ ὁμολογιακὴ αἴσθηση εὐθύνης, ὡς Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μὲ πρώτιστο καθῆκον «τὴν οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» καὶ «τὴν ἑνότητα τῆς Πίστεως» (Ἐφεσ. δ’ 5) ἐπιβεβαιώνουμε, ὅτι ἡ Οἰκουμενιστικὴ Συνάθροιση τοῦ Κολυμβαρίου Χανίων δὲν ἀποτελοῦσε συνέχεια τῶν ὄντως Ἁγίων Συνόδων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διότι ἀντὶ νὰ καταδικάσει αἵρεση καὶ αἱρετικούς, ἐνέκρινε τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ δέχθηκε προσεκτικὰ μέν, ἀλλὰ μὲ τρόπο καταφανῆ, τὶς κοινότητες τῶν αἱρετικῶν ὡς «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες» καὶ τοὺς ἀντιπροσώπους αὐτῶν, τοὺς ὁποίους προσεκάλεσε ἐπισήμως, ὡς «παρατηρητὲς ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν»!
Ψῆφο εἶχαν μόνον οἱ Προκαθήμενοι τῶν λεγομένων ἐπισήμων τοπικῶν ἐκκλησιῶν ποὺ συμμετεῖχαν, οἱ ὁποῖοι ἐνήργησαν, ὅπως ὀρθὰ παρατηρήθηκε, ὡς «συλλογικοὶ πάπες», οἱ δὲ κολοβωμένες ἐπισκοπικὰ ἀντιπροσωπίες τους δὲν εἶχαν οὔτε δικαίωμα ἐλευθερίας λόγου καὶ ἐκφράσεως, ἐφ’ ὅσον ἀποκάλυψαν κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς ὅτι ὑπέστησαν πίεση ἤ καὶ ὑβρίσθηκαν σὲ περίπτωση διαφωνίας! Τὸ ἄν θὰ ὑπέγραφαν ἤ ὄχι τὰ ἐγκριθέντα κείμενα ἦταν κάτι ἄνευ οὐσιαστικῆς σημασίας. Οἱ Προκαθήμενοί τους ὑπέγραψαν γιὰ λογαριασμὸ τῶν ἐκκλησιῶν τους τὰ ἕτοιμα κείμενα γιὰ ἕξι θέματα, τὰ ὁποῖα ὑπέστησαν ἁπλῶς κάποιες «διακοσμητικὲς» διορθώσεις καὶ ἔτσι φάνηκε ὅτι ὑπῆρξε «συνοδικὴ ὁμοφωνία» στὴν ψήφισή τους, σύμφωνα μὲ μία ἐπίπλαστη, προσχεδιασμένη καὶ ἀναγκαστικὴ σχεδὸν συμφωνία.
Τὸ κύριο ἐνδιαφέρον ἦταν στραμμένο στὸ κείμενο: «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον», μέσῳ τοῦ ὁποίου ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ θεσμοθετήθηκε-ἐπισημοποιήθηκε καὶ θριάμβευσε. Οἱ δῆθεν διορθωτικὲς προτάσεις, ποὺ ἀφοροῦσαν μᾶλλον στὴν ὁρολογία, ἀπὸ μέρους τῆς Νεοημερολογιτικῆς ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δὲν ἄλλαξαν τὸ νόημα τοῦ ἀπαραδέκτου κειμένου καὶ δὲν ἀπέτρεψαν τὴν εἰσαγωγὴ τῆς κακοδοξίας.
Ὅσοι ὅμως «ἀνθίστανται τῇ ἀληθείᾳ» καὶ εἶναι «περὶ τὴν πίστιν ἀδόκιμοι» (Β’ Τιμ. γ’ 8) καὶ ἄστοχοι (Α’ Τιμ. στ’ 21), δὲν ἀκολουθοῦν τὴν ὑγιαίνουσα διδασκαλία καὶ λογίζονται ὡς «πλανῶντες καὶ πλανώμενοι» (Β’Τιμ. γ’ 13)· «οἱ τοιοῦτοι τῷ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ οὐ δουλεύουσιν» (Ρωμ. ιστ’ 18), γιὰ τὸν λόγο δὲ αὐτὸ ἀποκόπτονται ὡς καταστροφεῖς τῆς ἑνότητος τῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄρα λοιπόν, ὅσοι ἐπίσκοποί τους δὲν ὑπέγραψαν τὸ ὡς ἄνω κείμενο ἤ καὶ ὁποιοδήποτε ἄλλο σὲ ἐκείνη τὴν Συνάθροιση, δὲν εἶναι «ὁμολογητές», ὅπως διετυμπάνισαν κάποιοι, γιὰ νὰ ἐξαπατοῦν ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους, ἀφοῦ δὲν διεχώρησαν τὴν θέση τους καταγγέλοντες τὴν κακοδοξία καὶ ἀποκηρύσσοντες αὐτὴν καὶ τοὺς ἀκοινωνήτους κακοδόξους φορεῖς αὐτῆς.
Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ ἀνησυχοῦντες κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς Καινοτομίας, οἱ ὁποῖοι καταβάλουν προσπάθεια νὰ ἀποδείξουν τὸ ἤδη γνωστόν, ὅτι δὲν ἐπρόκειτο γιὰ Σύνοδο Ἁγία καὶ Μεγάλη· πράττουν ὅμως τοῦτο γιὰ νὰ πείσουν τοὺς ἑαυτούς τους καὶ ὅσους τοὺς ἀκολουθοῦν, ὅτι πρόκειται γιὰ κάτι ἄκυρο καὶ ἄρα μὴ ὑποχρεωτικὸ καὶ ἐφαρμόσιμο καὶ ὅτι δύνανται πάντως αὐτοὶ νὰ συνεχίσουν ἀδιατάρακτα τὴν κοινωνία τους μὲ τοὺς ἀποδεδειγμένα κακοδόξους. Αὐτὴ ἡ πονηρὴ σκοπιμότητα, ἡ ὁποία πιθανὸν νὰ συμβαίνει ἀνεπιγνώστως, εἶναι πλανερὴ καὶ καταδικαστέα.
Ἀφελὴς ἐπίσης φαίνεται καὶ ἡ προσδοκία κάποιων ἄλλων, ὅτι οἱ μὴ συμμετέχουσες τέσσερις τοπικὲς ἐκκλησίες διατηροῦν δῆθεν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ θὰ συγκαλέσουν σύνοδο γιὰ νὰ ἀκυρώσουν τὴν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμβαρίου! Διότι εἶναι γνωστὸν ὅτι τὰ πατριαρχεῖα Ἀντιοχείας καὶ Μόσχας συμμετέχουν ἐνεργὰ στὸν Οἰκουμενισμό, οἱ δὲ μέχρι στιγμῆς δηλώσεις ὅσων ἐκκλησιῶν δὲν ἔλαβαν μέρος καμμία ἔνδειξη γιὰ καταδίκη δὲν περιέχουν, παρὰ μόνον ὅτι δὲν θεωροῦν ὑποχρεωτικὲς τὶς ἀποφάσεις γι΄ αὐτές, διότι δὲν συμμετεῖχαν οἱ ἴδιες καὶ παραβιάστηκε ἡ ἀρχὴ τῆς ὁμοφωνίας μεταξύ τους.
Τὰ ὑπόλοιπα προβλήματα σχετικὰ μὲ τὴν Κολυμβαρικὴ Συνάθροιση, τὸ ἄν δηλαδὴ ἐπρόκειτο γιὰ γεγονὸς ποὺ ἐξέφραζε τὸ διεθνιστικὸ σύστημα, ἄν ξοδεύτηκαν τεράστια ποσά, ἄν ὑπῆρξε ἐκκοσμίκευση, παρασκήνιο ἤ κοσμικὴ διπλωματία, ἄν ἡ ἀστυνόμευση ἦταν ἀφόρητη, ἄν ἐξυπηρετήθηκαν γεωπολιτικοὶ στόχοι Δυτικῶν μεγάλων δυνάμεων καὶ τῆς νέας τάξεως πραγμάτων τῆς παγκοσμιοποιήσεως, ἀποτελοῦν ἀναμενόμενες παρενέργειες ἑνὸς κατ’ ἐπίφασιν ἐκκλησιαστικοῦ γεγονότος, τὸ ὁποῖον ὡς στερούμενο τῆς θείας εὐλογίας καὶ ἐπιδοκιμασίας, ἦταν φυσικὸ νὰ παρουσιάζει διάφορες ἐκτροπὲς σὲ πολλὰ ἐπίπεδα.
Ἐκτὸς ἄλλων, ἦταν ἐμφανὲς ὅτι ἡ Συνάθροιση αὐτὴ δὲν ἀσχολήθηκε μὲ ζητήματα ἀμέσου ἐνδιαφέροντος, ὅπως τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ ἑνὸς παραπέοντος στὰ πάθη κόσμου, τῆς διορθώσεως τῆς ἑορτολογικῆς/λειτουργικῆς διαιρέσεως τῶν Ὀρθοδόξων, τῶν ἐθνικιστικῶν σχισμάτων (λεγόμενο «Μακεδονικό», Οὐκρανικὸ κ.ἄ.), τῶν πλανῶν καὶ ψευδοπροφητειῶν, τοῦ κατακλυσμοῦ τοῦ ἀποκρυφισμοῦ/σατανισμοῦ ὡς ἀποκαλυπτικοῦ σημείου, τῶν ἐσχατολογικῶν ἀνησυχιῶν, τῶν θεμάτων βιοηθικῆς, τῆς ἀποτελεσματικῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν διωγμῶν τῶν Χριστιανῶν παγκοσμίως κλπ., ὡς καὶ τῆς προφητικῆς καὶ χαρισματικῆς κλήσεως σὲ Μετάνοια καὶ Ἐκκλησιοποίηση τῶν ἀνθρώπων.
Κατόπιν ὅλων αὐτῶν τῶν ἐνδεικτικῶν γεγονότων, ἐλάχιστοι μόνον προέβησαν σὲ διακοπὴ κοινωνίας μὲ τοὺς κακοδόξους Οἰκουμενιστάς, σύμφωνα μὲ τὴν Ἱεροκανονικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἐλάχιστοι ἀκόμη ἀπείλησαν σὲ διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου τους, μὲ ἀβέβαιο ἀποτέλεσμα. Ὅπως φαίνεται, ὁ ἐθισμὸς τῶν πολλῶν στὴν ἀπὸ δεκαετίες ἄμεση ἤ ἔμμεση κοινωνία τους μὲ τὴν αἵρεση, σύγχυσε τὰ κριτήριά τους καὶ ἄμβλυνε τὶς συνειδήσεις τους, ὥστε στὴν ἀποφασιστικὴ ὥρα καὶ στιγμὴ νὰ μὴ καθίστανται δεκτικοὶ τῆς δωρεᾶς τῆς ὄντως Ὁμολογίας, στὴν θεωρία καὶ τὴν πράξη, μὲ συνέπεια.
Ἐνώπιον αὐτῆς τῆς οἰκτρᾶς καταστάσεως, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας καλεῖ τὰ τέκνα Αὐτῆς σὲ ἐπιμονὴ καὶ ἐνθάρρυνση, ὥστε καὶ τὸν θησαυρὸ τῆς Πίστεως νὰ κρατήσουν ἀνόθευτο καὶ νὰ δυνηθοῦν νὰ τὸν μεταδώσουν στοὺς μεταγενεστέρους. Ὅσοι πιστεύουν ὀρθοδόξως καὶ δὲν ὑποπίπτουν στὸν πειρασμὸ τῆς ἀμέσου ἤ ἐμμέσου κοινωνίας μὲ τοὺς κακοδόξους Οἰκουμενιστάς, καὶ ἐπίσης ζοῦν μὲ μετάνοια καὶ προσπάθεια νὰ τηρήσουν τὴν πίστη τους στὴν πράξη τῆς καθημερινῆς ζωῆς, αὐτοὶ θὰ ἐλεηθοῦν παρὰ τοῦ Φιλανθρώπου Σωτῆρος μας στὶς πονηρὲς ἡμέρες τῆς ἀποστασίας, τὶς ὁποῖες διερχόμαστε. Εἴθε τὸ καλὸ παράδειγμα τῶν τέκνων τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ ἑλκύσει πολλοὺς ἐγκλωβισμένους ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς πλάνης καὶ αἱρέσεως στὴν ἐλευθερία τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ!
Σὲ ἐκκλησιαστικὸ ἐπίπεδο, χρειάζεται σοβαρὴ ἀποτίμηση καὶ ἐνημέρωση, ἀλλὰ καὶ ἀντιμετώπιση τῶν οἰκουμενιστικῶν κακοδοξιῶν, καὶ πρὸς τοῦτο, ὅπως καὶ γιὰ τὴν προετοιμασία μιᾶς ὄντως Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν μας, ἡ Ἱερὰ Σύνοδός μας ἔχει ἤδη ὁρίσει εἰδικὴ Ἀρχιερατικὴ Ἐπιτροπή.
Ἐν τούτοις, δυνάμεθα νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι ὁ ἀρχέκακος ἐχθρὸς τῆς σωτηρίας καὶ τῆς ἑνότητος ἐγείρει πολλὰ ἐμπόδια, ἐκμεταλλευόμενος τὶς ἀδυναμίες τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη κάποτε καὶ τῶν Ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας· προτρέποντες ὅμως σὲ μία προσευχητικὴ συνδρομὴ ἁπάντων, Κληρικῶν καὶ Λαϊκῶν, ἐλπίζουμε ὅτι ὁ Δωρεοδότης Κύριός μας, ἡ Κεφαλὴ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, θὰ μᾶς διατηρήσει σταθεροὺς καὶ ἑνωμένους ἕως τέλους, θὰ μᾶς στηρίξει στὴν χάρη τῆς Ὁμολογίας, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐξαγγελίας Αὐτῆς σὲ Σύνοδο Ὀρθόδοξη τὸ συντομώτερο δυνατόν, καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει τῆς αἰωνίου Βασιλείας τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν!
Ἐν ἔτει σωτηρίῳ ,ΒΙΣΤ’ τῇ ιη’ Ἰουλίου
Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων
Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
† Ὁ Ἀθηνῶν ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ
Τὰ Μέλη
† Ὁ Ἀττικῆς καὶ Διαυλείας ΑΚΑΚΙΟΣ
† Ὁ Λαρίσης καί Πλαταμῶνος ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
† Ὁ Εὐρίπου καὶ Εὐβοίας ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ
† Ὁ Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος ΓΕΡΟΝΤΙΟΣ
† Ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
† Ὁ Θεσσαλονίκης ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ
† Ὁ Δημητριάδος ΦΩΤΙΟΣ
† Ὁ Τορόντο ΜΩΫΣΗΣ
† Ὁ Ἀµερικῆς ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
† Ὁ Φιλίππων καὶ Μαρωνείας ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
† Ὁ Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ
† Ὁ Μεθώνης ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
† Ὁ Νόρα ΜΙΧΑΗΛ
† Ὁ Λούνης ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ
† Ὁ Γαρδικίου ΚΛΗΜΗΣ
† Ὁ Ἔτνα καὶ Πόρτλαντ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ
† Ὁ Βρεσθένης ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ
† Ὁ Θεουπόλεως ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ
ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ
Ὁ Ἀρχιγραμματεὺς
† Ὁ Δημητριάδος ΦΩΤΙΟΣ