ΕΠΙΣΚΟΠΟY ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ ΚΛΗΜENTΟΣ
ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Εἰσήγησις ἐνώπιον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος τῆς 5ης/18ης Σεπτεμβρίου 2014 περὶ τῆς ἐπισήμου Διακηρύξεωςτῆς Ἁγιότητος τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης Ρούττη (+15/28.11.1927)
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι καὶ Θεοφιλέστατοι ἅγιοι Ἀδελφοί·
ΚΑΤ’ ΑΝΑΘΕΣΙΝ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου, ἡ ὁποία κατὰ τὴν τελευταίαν Συνεδρίαν Αὐτῆς τῆς 15/28.7.2014 ἠσχολήθη καὶ μὲ τὸ θέμα τῆς ἐπισήμου Διακηρύξεως τῆς Ἁγιότητος ἱερῶν Μορφῶν τοῦ Ἀγῶνος μας, κατόπιν βεβαίως τῆς ἀπαιτουμένης πρὸς τοῦτο διαδικασίας, προβαίνω στὴν παροῦσαν Εἰσήγησίν μου, εὐχαῖς Ὑμῶν, περὶ τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης Ρούττη.
1. Ὁ Διωγμὸς κατὰ τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν
Ὡς γνωστόν, ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῆς Ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας τοῦ 1924 στὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, τοῦ πρώτου αὐτοῦ ἀντορθοδόξου μέτρου εἰς ἐφαρμογὴν στὴν πρᾶξιν τῆς Αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ Λαὸς τοῦ Θεοῦ ἀντέδρασεν ἐπαινετῶς καὶ ἐξηγέρθη κατὰ τῆς κατακρίτου Μεταρρυθμίσεως, τὴν ὁποίαν ἐν τῷ ἀλανθάστῳ κριτηρίῳ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Συνειδήσεώς του διεῖδε καὶ ἐχαρακτήρισεν ὡς προδοτικὴν ὑποχώρησιν ἔναντι τῆς αἱρετικῆς Παπωσύνης καὶ ὡς ἀπαρχὴν δεινῶν στὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν Πολιτείαν.
Ἡ ἁγία ἀνυπακοὴ ἐφαρμογῆς τῆς Καινοτομίας καὶ ἡ ἐμμονὴ στὴν Πατροπαράδοτον Ἡμερολογιακὴν Τάξιν καὶ τὸ Ὀρθόδοξον Σέβας μεγάλου πλήθους εὐσεβῶν, ὡς καὶ εὐαρίθμων ἀρχικῶς Κληρικῶν, προεξένησε τὴν διωκτικὴν μῆνιν τῆς Καινοτόμου Ἱεραρχίας, ἡ ὁποία μὲ τὴν συνδρομὴν τῶν ὀργάνων τάξεως τῆς Πολιτείας διενήργησε πρωτοφανεῖς σὲ ἔντασιν καὶ μένος ἀντιχριανικοὺς διωγμοὺς κατὰ τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων.
Μάλιστα, οἱ Καινοτόμοι Ἀρχιερεῖς ἦσαν διωκτικώτεροι τῆς Πολιτείας! Ὁ ἴδιος ὁ πρωτεργάτης τῆς Καινοτομίας Ἀθηνῶν Χρυσόστομος (Παπαδόπουλος) ὡμολόγησε κυνικῶς σὲ Συνεδρίαν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 14.2.1927, ὅτι «ἡ μὲν Ἀστυνομία, τῇ ἐνεργείᾳ τῶν κατὰ τόπους Ἱεραρχῶν, συλλαμβάνει (τοὺς Παλαιοημερολογίτας Ἱερεῖς), τὸ δὲ Ὑπουργεῖον διατάσσει τὴν ἀπόλυσιν αὐτῶν»! (Ἀρχιμ. Θεοκλήτου Στράγκα, Ἐκκλησίας Ἑλλάδος Ἱστορία ἐκ πηγῶν ἀψευδῶν, 1817-1967, τ. Γ’, σελ. 1505, Ἀθῆναι 1971).
Ὄχι μόνον οἱ Ἱερεῖς, ὡς πρῶτοι στόχοι, ἀλλὰ καὶ τὸ εὐλαβὲς Ποίμνιον τοῦ Πατρίου, ἀντιμετώπισε διακρίσεις εἰς βάρος του, κατηγορίας, διωγμούς, μωλωπισμούς, τραυματισμούς, φυλακίσεις, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ αὐτὸν τὸν θάνατον! Τὸ αἷμα τῶν πιστῶν ἔβαψε Ναούς, ὁδοὺς καὶ πλατεῖες τῆς ἑλληνικῆς γῆς· κατὰ τοὺς σκληροὺς ἐκείνους διωγμούς, «αἱ σκηναὶ ἦσαν ὅλως ἀποκαρδιωτικαί· χριστιανοὶ μὲ τὸν Σταυρὸν ἀνὰ χεῖρας ἐκτυπῶντο ὡς οἱ τελευταῖοι τῶν κακούργων· μητέρες καὶ λευκανθεῖσαι γερόντισσαι ἐποδοπατοῦντο ὑπὸ τῶν Ἀστυνομικῶν Ὀργάνων»! (Σταύρου Καραμήτσου-Γαμβρούλια, Ἡ Ἀγωνία ἐν τῷ κήπῳ τῆς Γεθσημανῆ, σελ. 92, Ἀθῆναι 1961).
Καὶ ὁ μὲν Οὐρανὸς διὰ τῆς Θεοσημείας τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ ἐνίσχυε καὶ ἐπεβράβευε τοὺς Γνησίους Ὀρθοδόξους διὰ τῆς Γ’ Ἐμφανίσεως Αὐτοῦ τοῦ 1925, ὅμως παραλλήλως ὑπενθύμιζεν εἰς αὐτοὺς τὴν σταυρικὴν καὶ μαρτυρικήν τους πορείαν. Ὁ δὲ Ἡγέτης ἡμῶν Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος, ὀρθῶς ἔγραφε καὶ κατήγγειλεν, ὅτι «ἠνέχθη ὁ Μακαριώτατος (ἤτοι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος), νὰ βάψῃ τὸν θρόνον αὐτοῦ καὶ μὲ τὸ αἷμα τοῦ ἀθώου καὶ θρήσκου Ποιμνίου, μαρτυρήσαντος ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας»! (Βλ. Τὸ Ἐκκλησιαστικὸν Ἡμερολόγιον ὡς Κριτήριον τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐν Ἱερᾷ Μονῇ Ὁσίου Διονυσίου Ὀλύμπου, 1/14.7.1935, ἐν περιοδ. «Ο.Ε.Μ.», τ. 22-23/Ἰανουάριος-Ἰούνιος 1991, σελ. 224).
2. Ἡ Νεομάρτυς Αἰκατερίνη Ρούττη τῆς Μάνδρας Ἀττικῆς
Μία ἐξαιρετικὴ καὶ θαυμαστὴ περίπτωσις συγχρόνου Μάρτυρος στὸν Ἀγῶνα ὑπὲρ τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας, ἀποτελεῖ ἡ 27ὴς εὐλαβὴς Χριστιανὴ σύζυγος καὶ μητέρα δύο ἀνηλίκων τέκνων Αἰκατερίνη Ρούττη στὴν Μάνδρα Ἐλευσῖνος Ἀττικῆς.
Τὸ ἐπεισόδιον τοῦ Μαρτυρίου της κατεγράφη στὸν ἡμερήσιον Τύπον τῆς ἐποχῆς καὶ ἤδη πρὸ 35ετίας καὶ πλέον τὸ ἱστορικὸν Περιοδικὸν τοῦ Ἀγῶνος ἡμῶν «Τὰ Πάτρια» τοῦ μακαρίτου Ἱεράρχου Πενταπόλεως Καλλιοπίου (+1998) εἶχε εἰδικὸν Ἀφιέρωμα, μὲ συγκέντρωσιν πολυτίμων στοιχείων τῆς ἐποχῆς τοῦ δράματος, τὸ ὁποῖον ἐν συνεχείᾳ ἐξεδόθη σὲ αὐτελὲς τεῦχος (βλ. Τὸ Αἷμα τῆς Μάνδρας, ἔκδ. 3η, Πειραιεὺς 1987, σελ. 80), μὲ παράθεσιν μάλιστα Εἰκόνος τῆς Νεομάρτυρος, ὡς καὶ ὑμνογραφικῶν πρὸς τιμὴν Αὐτῆς, γνωρῖσαν ἐπανεκδόσεις, ὥστε τὸ συγκλονιστικὸν ἐκεῖνο περιστατικὸν νὰ διασωθῆ καὶ διαδοθῆ εὐρύτερον.
Ἡ Αἰκατερίνη Ρούττη, τὸ γένος Πέππα, ἐγεννήθη τὸ 1900 στὴν Μάνδρα ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ ἐνυμφεύθη τὸν εὐλαβῆ Κωνσταντῖνον Ρούττην τὸ 1923. Ὅπως καὶ πλεῖστοι ἄλλοι στὴν περιοχήν τους, δὲν ἐδέχθησαν οἰκογενειακῶς τὴν Ἡμερολογιακὴν Καινοτομίαν τοῦ 1924 καὶ ἐσυνέχιζον νὰ ἑορτάζουν τὶς Ἑορτὲς σύμφωνα μὲ τὸ Ἐκκλησιαστικὸν Ἡμερολόγιον διὰ ὁμοφρόνων Κληρικῶν.
Στὴν Ἑορτὴν τῶν Ταξιαρχῶν μὲ τὸ Πάτριον, στὰς 8/21 Νοεμβρίου τοῦ 1927, σὲ ἑορτάζοντα Ναὸν στὴν Μάνδρα, εἶχεν ἀρχίσει ἡ πανηγυρικὴ Ἀκολουθία μὲ λειτουργὸν τὸν ἄρτι ἀφιχθέντα αὐτόθι Ἱερομόναχον Χριστοφόρον Ψαλλίδαν, παρουσίᾳ μεγάλου πλήθους Ὀρθοδόξων πιστῶν, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἦταν καὶ ἡ οἰκογένεια τῆς εὐλαβοῦς Αἰκατερίνης. Ἐνῶ ὅμως ἡ Ἀκολουθία προχωροῦσε εἰρηνικῶς, ἐνεφανίσθησαν ὄργανα τῆς τάξεως καὶ ἐκύκλωσαν τὸν Ναόν, διὰ νὰ παρακωλύσουν τὸν ἑορτασμὸν καὶ κυρίως νὰ συλλάβουν τὸν Ἱερέα. Ὅμως, ἡ θαρραλέα ἐμμονὴ τῶν πολυαρίθμων πιστῶν, ἀνάγκασε τοὺς ἀστυνομικούς, παρὰ τὰς ἐνισχύσεις ποὺ ἔλαβαν, νὰ ἀναμένουν τὴν ὁλοκλήρωσιν τῆς Ἀγρυπνίας, θορυβοῦντες ἐκτὸς τοῦ Ναοῦ καὶ προετοιμαζόμενοι διὰ «δρᾶσιν»...
Πρὸ τῆς ἀφίξεώς τους, λέγεται ὅτι ὁ σύζυγος τῆς Αἰκατερίνης, προαισθανόμενος κακὴν ἐξέλιξιν, τῆς ἐζήτησε νὰ πάρουν τὰ δύο ἀνήλικα τέκνα τους καὶ νὰ ὑπάγουν στὴν οἰκίαν τους, ὅπως καὶ ἔγινεν. Ὅμως, ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ Αἰκατερίνη, μὴ ἀνεχομένη νὰ διατελῆ σὲ ἀσφάλεια καὶ ἡσυχίαν, ἐνῶ οἱ ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί της ἀγρυπνοῦσαν προσευχόμενοι καὶ ἐκινδύνευαν σοβαρῶς, ἔσπευσε μυστικῶς στὸν Ναὸν τῶν Ταξιαρχῶν καὶ συνενώθηκε μὲ τὸ ἐκκλησίασμα, οὐσιαστικῶς δηλαδὴ «ἔτρεξε στὸ Μαρτύριον»!
Τοῦτο, φέρει εἰς νοῦν τοὺς θεοσόφους λόγους τοῦ Ὁσίου Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου, ὁ ὁποῖος γράφει ἐπεξηγηματικῶς: «Ὅταν μὲν ἡ Χάρις πληθυνθῇ ἐν ἀνθρώπῳ, τότε ἐν τῷ πόθῳ τῆς δικαιοσύνης ὁ φόβος τοῦ θανάτου εὐκαταφρόνητος αὐτῷ γίνεται, καὶ αἰτίας πολλὰς εὑρίσκει τις ἐν τῇ ψυχῇ αὐτοῦ, ὅτι δεῖ ὑπὲρ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ ὑποφέρειν τὴν θλῖψιν. Καὶ ὅσα δοκοῦντα βλάπτειν τὸ σῶμα καὶ αἰφνιδίως ἐπὶ τὴν φύσιν ἐπέρχονται, καὶ ἀκολούθως εἰς τὸ παθεῖν ἐτέθησαν, ὡς οὐδὲν λογίζονται ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ ἐν συγκρίσει τῶν ἐλπιζομένων ἀπὸ τοῦ νῦν» (Λόγος Α’).
Ὅταν λοιπὸν ἡ Ἀγρυπνία ἔληξεν, παρὰ τὴν μεταμφίεσιν τοῦ Λειτουργοῦ, ὥστε νὰ μὴ γίνη ἀντιληπτὸς ἐξερχόμενος καὶ ἔτσι νὰ διαφύγη τὴν σύλληψιν, οἱ Ἀστυνομικοὶ τὸν ἀνεγνώρισαν καὶ προσεπάθησαν νὰ τὸν συλλάβουν. Τὸν ἐφύλασσαν ὅμως πιστὲς γυναῖκες, γεμᾶτες ἀποφασιστικότητα καὶ ἀνδρείαν, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἡ νεαρὰ σύζυγος καὶ μητέρα Αἰκατερίνη, ἡ ὁποία ὡς φαίνεται ἐφλέγετο ἀπὸ Ἀγάπην διὰ τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον, καὶ μάλιστα διὰ τὸν τίμιον καὶ γνήσιον Λειτουργὸν τοῦ Ὑψίστου! Στὴν συμπλοκὴν ποὺ ἀκολούθησε, στὴν ὁποίαν ἀκούσθηκαν πολλοὶ πυροβολισμοί, καὶ βλέπουσα ἡ μακαρία ὅτι ὁ Ἱερεὺς ἐκινδύνευε νὰ κτυπηθῆ ἀπὸ τὸν ὑποκόπανον ἀστυνομικοῦ, προέταξεν ἄφοβα τὸ σῶμα της ὡσὰν ἀσπίδα προστασίας καὶ ἐδέχθη ἀντ’ ἐκείνου θανάσιμον κτύπημα στὸ ἀριστερὸν μέρος τῆς κεφαλῆς της, προλαμβάνουσα μόνον νὰ ἀναφωνήση τὸ γλυκύτατον Ὄνομα τῆς Παναγία μας!...
Διεκομίσθη αἱμόφυρτος στὸ νοσοκομεῖον «Εὐαγγελισμὸς» τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου ἑπτὰ ὁλόκληρες ἡμέρες ὑπέφερε φρικτῶς χωρὶς νὰ δύναται νὰ ὁμιλήση καὶ ἐν τέλει ὑπέκυψε τὶς πρῶτες πρωϊνὲς ὧρες τῆς 15ης Νοεμβρίου ἐκ.ἡμ., πρώτης ἡμέρας τῆς Νηστείας τῶν Χριστουγέννων, διὰ νὰ προγευθῆ στὴν Ἄνω Ἱερουσαλὴμ τὴν χαρὰν τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ!
Οἱ πιστοὶ τοῦ Πατρίου, οἱ ὁποῖοι παρακολουθοῦσαν τὸ θέμα μετὰ μεγάλου ἐνδιαφέροντος καὶ ἀγωνίας, ἐκινητοποιήθησαν ἀμέσως ὥστε ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία της, ἡ ὁποία ἐτελέσθη ἀπὸ τοὺς ἀγωνιστὰς Ἱερεῖς π. Ἰωάννην Φλῶρον καὶ π. Βασίλειον Σακελλαρόπουλον, νὰ μὴ εἶναι μία ἁπλῆ κηδεία, «ἀλλὰ ἱερὰ Λιτανεία μαρτυρικοῦ Λειψάνου. Χιλιάδες πιστοὶ συνώδευσαν τὴν πομπὴ κρατοῦντες ἄλλοι ἄνθη, ἄλλοι λαμπάδες καὶ ἄλλοι φοίνικες»! (Βλ. Τὸ Αἷμα τῆς Μάνδρας, σελ. 13).
Τὰ κείμενα, τὰ δημοσεύματα καὶ οἱ μαρτυρίες τῆς ἐποχῆς, ἀναφέρονται σαφῶς καὶ ρητῶς σὲ «Νεομάρτυρα», ἡ ὁποία μὲ τὴν θυσίαν της ἐνίσχυσε καὶ ἀνεπτέρωσε τὸν ζῆλον τῶν πιστῶν καὶ ἀπετέλεσε σύμβολον ὑπερτάτης Μαρτυρίας καὶ Ὁμολογίας, καύχημα διὰ τοὺς ἀγωνιζομένους καὶ κατάκριμα γιὰ τοὺς ἐνόχους. Τὸ «Αἷμα τῆς Μάνδρας» βοᾶ ἀκόμη κατὰ τοῦ πρωταιτίου καὶ ἠθικοῦ αὐτουργοῦ, ἤτοι τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῆς Καινοτομίας τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀλλὰ καὶ τῶν ἐπιγόνων αὐτοῦ!...
Ἀξιοσημείωτον τυγχάνει, ὅτι σὲ δημοσίευμα περὶ τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης τοῦ Καθ. κ. Ἀντωνίου Μάρκου (βλ. «Νεομάρτυς Αἰκατερίνη τῆς Μάνδρας», Ἱστολόγιον «Τὸ Συναξάριο τῆς Ἐκκλησίας», Τετάρτη 14 Ἰουλίου 2010), γίνεται παραπομπὴ σὲ πηγὴν τοῦ «Ματθαιϊκοῦ» π. Εὐγενίου Τόμπρου τοῦ 1961, ὅπου ἀναφέρεται ὅτι στὴν Ἀγρυπνίαν ἐκείνην τῶν Ταξιαρχῶν στὴν Μάνδρα τὸ 1927 ἦταν καὶ ὁ Ἁγιορείτης Ἱερομόναχος π. Ματθαῖος, ὁ κατοπινὸς Ἐπίσκοπος Βρεσθένης, καὶ ὅτι αὐτὸν προστατεύουσα ἐμαρτύρησε ἡ Αἰκατερίνη. Τοῦτο ὅμως δὲν ἀπαντᾶται σὲ καμμίαν πηγὴν τῆς ἐποχῆς τοῦ Μαρτυρίου. Ἐν τούτοις, στὸ ἐν λόγῳ δημοσίευμα τοῦ κ. Μάρκου ὑπάρχει ἡ πληροφορία, ὅτι μετὰ τὴν ἐκταφὴν τῆς Νεομάρτυρος, τὸ Λείψανόν της, ἐντολῇ τοῦ Ματθαίου, μετεφέρθη στὴν Μονὴν τῆς Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης στὴν Κερατέαν Ἀττικῆς, ὅπου φυλάσσεται ἡ τιμία Κάρα Αὐτῆς καὶ ἐτιμᾶτο ἀνέκαθεν «ὡς Λείψανον Μαρτυρικὸν». Ἐπίσης, ὅτι ἔχουν ἁγιογραφηθῆ ἱ. Εἰκόνες Αὐτῆς σὲ Μονὲς τοῦ Πατρίου στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ ἐξωτερικὸν καὶ ὅτι κυκλοφοροῦν ὑμνογραφικὰ Αὐτῆς στὴν ἑλληνικὴν καὶ ἀγγλικὴν γλῶσσαν.
3. Ἡ Ἁγιότης τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης Ρούττη
Εἴδομεν, ὅτι ἡ προσηγορία, τιμὴ καὶ κατάταξις ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴν Συνείδησιν περὶ τῆς φονευθείσης/θυσιασθείσης Αἰκατερίνης ἦτο αὐτὴ τῆς «Νεομάρτυρος». Τὸ Πλήρωμα τῆς διωκομένης Ἐκκλησίας ἀμέσως καὶ αὐθορμήτως, ἄνευ βίας ἤ ἄλλης σκοπιμότητος, ἔσπευσε νὰ ἐκφράση τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἐτυμηγορίαν καὶ νὰ τὴν διασαλπίση δημοσίως, ἄνευ φόβου, ἀμφιβολίας ἤ ἐπιφυλάξεως.
Ἄρα, συντρέχει ἐν προκειμένῳ ἡ Ὀρθόδοξος διδασκαλία καὶ πρᾶξις ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου, ὅτι δηλαδὴ δὲν ἔχομε μίαν ἐπιβεβλημένην ἄνωθεν, ὑπὸ κάποιας ἀρχῆς, «ἁγιοποίησιν», ἀλλὰ μίαν αὐθόρμητον καὶ ἀβίαστον τιμήν, βάσει τοῦ ἰσχύοντος κριτηρίου στὴν Ἐκκλησίαν. Τὰ ζωντανὰ Μέλη Αὐτῆς γνωρίζουν ἐμπειρικῶς καὶ διακρίνουν, ὅτι ἡ Ἁγιότης δὲν εἶναι ἁπλῶς ἠθικὸν κατηγόρημα/γνώρισμα, ἀλλὰ Ἁγιοπνευματικὴ δωρεά. Ἡ δὲ ἑκάστοτε Ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ πιστοποιεῖ καὶ διακηρύσσει ἐπισήμως τὴν ὑφισταμένην τοπικῶς ἀποδοχὴν ἑνὸς ἱεροῦ προσώπου ὡς Ἁγίου, ὥστε νὰ ἀναγραφῆ στὸ Ἑορτολόγιον καὶ Συναξάριον τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ τιμᾶται δεόντως, μὲ ὕμνους, Εἰκόνες καὶ Ναούς, ἀπὸ τὴν ὅλην Ἐκκλησίαν.
Κατὰ τὸν ἀοίδιμον Πατριάρχην Ἱεροσολύμων Νεκτάριον, «τρία θεωροῦνται τὰ μαρτυροῦντα ἀληθῶς ἐν ἀνθρώποις ἁγιότητα· πρῶτον, Ὀρθοδοξία ἄμωμος, ἀρετῶν κατόρθωσις ἁπασῶν, ἐν αἷς ἕπεται ἡ περὶ τὴν πίστιν μέχρις αἵματος ἀντικατάστασις, καὶ τέλος ἡ περὶ Θεὸν ἐπίδειξις σημείων ὑπερφυῶν καὶ θαυμάτων» (βλ. Πρὸς ταῖς προσκομισθεῖσαις θέσεις παρὰ τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις φρατόρων διὰ Πέτρου τοῦ αὐτῶν μαΐστορος περὶ τῆς ἀρχῆς τοῦ Πάπα ἀντίρρησις, ἐν Ἰασίῳ, 1682, σελ. 201).
Στὴν Νεομάρτυρα Αἰκατερίναν, τὸ τίμιον καὶ ἔνδοξον αὐτὸ Μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὀρθοδοξία ἡ ἄμωμος διέλαμπε, καὶ λόγῳ ἀκριβῶς ὑπάρξεως ἐν αὐτῇ ζώσης Ἀρετῆς καὶ ἀνεπιλήπτου βίου, ἔλαβε τὴν Χάριν τῆς μετὰ ζήλου προασπίσεως τοῦ ἀξίου Λειτουργοῦ τοῦ Ὑψίστου μετὰ τὴν Ἀγρυπνίαν. Ἀντικατέστη δὲ πράγματι μέχρις αἵματος στὸν Ἀγῶνα τῆς Πίστεως, τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἀγάπης. Ἀγάπησε ὑπὲρ πάντα Χριστὸν καὶ Ἐκκλησίαν, ἐθυσιάσθη δὲ ἀπὸ σεβασμὸν καὶ ἀγάπην διὰ τὴν γνησιότητα τῆς Πίστεως καὶ τὴν διαφύλαξιν Ὀρθοδόξου Κληρικοῦ, ἀπὸ τὴν χεῖρα τοῦ ὁποίου εἶχεν εὐλογηθῆ καὶ ἁγιασθῆ ὀλίγην ὥραν ἐνωρίτερον. Τῆς ἐχορηγήθη λοιπὸν δικαίως ἡ Χάρις τῆς Ὁμολογίας καὶ τοῦ Μαρτυρίου. Ἐν καιρῷ διωγμοῦ Πίστεως ἐπέδειξε ἀφοβίαν καὶ ἀνδρείαν, ζῆλον καὶ θυσίαν, δι’ αὐτὸ καὶ ἐχαριτώθη καὶ ἐτελειώθη διὰ τοῦ Μαρτυρίου. Εἶναι δὲ γνωστόν, ὅτι σὲ περίπτωσιν Μαρτυρίου, τὸ ὁποῖον ἀφ’ ἑαυτοῦ συνιστᾶ γεγονὸς χαρισματικόν, ἤτοι θαυμαστόν, δὲν ἀπαιτεῖται ὁπωσδήποτε καὶ ἡ ἐπίδειξις θαυματουργιῶν, πρὸς Διακήρυξιν τῆς Ἁγιότητος.
Ἀξιοσημείωτον ἐπίσης εἶναι, ὅτι ἡ ἀγωνία τῆς Νεομάρτυρος στὸ νοσοκομεῖον, ὅπου ἀργοέσβηνε, δὲν ἦτο διὰ τὸν ἑαυτόν της, ἀλλὰ ἔγραψε μὲ δυσκολίαν ἕνα σημείωμα στὸν σύζυγόν της διὰ νὰ προσέξη καὶ φροντίση τὰ τέκνα τους. Ἡ ἀγαπῶσα μητρικὴ καρδία της, μετὰ Θεόν, ἐνδιαφέρετο διὰ τὰ τέκνα της, περὶ τῶν ὁποίων μετὰ βεβαιότητος θὰ ηὔχετο διαπύρως ἐν Οὐρανοῖς!
4. Συμπέρασμα
Ἡ Ἱερὰ ἡμῶν Σύνοδος, προνοοῦσα διὰ τὴν ἐπαξίαν τιμὴν τῶν θυσιασθέντων Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ὡς καὶ τὴν ἐπίσημον προβολήν των ὡς ὑποδειγμάτων ἐνώπιον τοῦ Ποιμνίου Αὐτῆς, ἀλλὰ καὶ τῶν ὅπου γῆς Ὀρθοδόξων, ἐν ἡμέραις ἀποστασίας καὶ συγχύσεως, ὅτε καὶ πάλιν ἀπαιτεῖται ζῆλος Μαρτυρικὸς καὶ Ὁμολογία ἕως θανάτου, θὰ πράξη ἄριστα διακηρύττουσα καὶ ἐπισήμως τὴν Ἁγιότητα τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης Ρούττη τῆς Μάνδρας, πρὸς ἐγγραφὴν Αὐτῆς στὸ Ἑορτολόγιον τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ θεάρεστος αὐτὴ Πρᾶξις, ὡς χρέος ἱστορικὸν καὶ πνευματικόν, θὰ ἐφελκύση ἐπὶ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου πλουσιωτέρως τὴν θείαν εὐλογίαν καὶ εὐαρέσκειαν, καὶ θὰ ἐπιδαψιλεύση δωρεὲς καὶ χάριτες, διὰ πρεσβειῶν τῆς Ἁγίας Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης, ἐφ’ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τοῦ Ποιμνίου ἡμῶν.
Ὁ Εἰσηγητὴς
Ἐλάχιστος ἐν Χριστῷ Ἀδελφὸς
+ Ὁ Γαρδικίου Κλήμης
ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Εἰσήγησις ἐνώπιον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος τῆς 5ης/18ης Σεπτεμβρίου 2014 περὶ τῆς ἐπισήμου Διακηρύξεωςτῆς Ἁγιότητος τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης Ρούττη (+15/28.11.1927)
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι καὶ Θεοφιλέστατοι ἅγιοι Ἀδελφοί·
ΚΑΤ’ ΑΝΑΘΕΣΙΝ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου, ἡ ὁποία κατὰ τὴν τελευταίαν Συνεδρίαν Αὐτῆς τῆς 15/28.7.2014 ἠσχολήθη καὶ μὲ τὸ θέμα τῆς ἐπισήμου Διακηρύξεως τῆς Ἁγιότητος ἱερῶν Μορφῶν τοῦ Ἀγῶνος μας, κατόπιν βεβαίως τῆς ἀπαιτουμένης πρὸς τοῦτο διαδικασίας, προβαίνω στὴν παροῦσαν Εἰσήγησίν μου, εὐχαῖς Ὑμῶν, περὶ τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης Ρούττη.
1. Ὁ Διωγμὸς κατὰ τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν
Ὡς γνωστόν, ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῆς Ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας τοῦ 1924 στὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, τοῦ πρώτου αὐτοῦ ἀντορθοδόξου μέτρου εἰς ἐφαρμογὴν στὴν πρᾶξιν τῆς Αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ Λαὸς τοῦ Θεοῦ ἀντέδρασεν ἐπαινετῶς καὶ ἐξηγέρθη κατὰ τῆς κατακρίτου Μεταρρυθμίσεως, τὴν ὁποίαν ἐν τῷ ἀλανθάστῳ κριτηρίῳ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Συνειδήσεώς του διεῖδε καὶ ἐχαρακτήρισεν ὡς προδοτικὴν ὑποχώρησιν ἔναντι τῆς αἱρετικῆς Παπωσύνης καὶ ὡς ἀπαρχὴν δεινῶν στὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν Πολιτείαν.
Ἡ ἁγία ἀνυπακοὴ ἐφαρμογῆς τῆς Καινοτομίας καὶ ἡ ἐμμονὴ στὴν Πατροπαράδοτον Ἡμερολογιακὴν Τάξιν καὶ τὸ Ὀρθόδοξον Σέβας μεγάλου πλήθους εὐσεβῶν, ὡς καὶ εὐαρίθμων ἀρχικῶς Κληρικῶν, προεξένησε τὴν διωκτικὴν μῆνιν τῆς Καινοτόμου Ἱεραρχίας, ἡ ὁποία μὲ τὴν συνδρομὴν τῶν ὀργάνων τάξεως τῆς Πολιτείας διενήργησε πρωτοφανεῖς σὲ ἔντασιν καὶ μένος ἀντιχριανικοὺς διωγμοὺς κατὰ τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων.
Μάλιστα, οἱ Καινοτόμοι Ἀρχιερεῖς ἦσαν διωκτικώτεροι τῆς Πολιτείας! Ὁ ἴδιος ὁ πρωτεργάτης τῆς Καινοτομίας Ἀθηνῶν Χρυσόστομος (Παπαδόπουλος) ὡμολόγησε κυνικῶς σὲ Συνεδρίαν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 14.2.1927, ὅτι «ἡ μὲν Ἀστυνομία, τῇ ἐνεργείᾳ τῶν κατὰ τόπους Ἱεραρχῶν, συλλαμβάνει (τοὺς Παλαιοημερολογίτας Ἱερεῖς), τὸ δὲ Ὑπουργεῖον διατάσσει τὴν ἀπόλυσιν αὐτῶν»! (Ἀρχιμ. Θεοκλήτου Στράγκα, Ἐκκλησίας Ἑλλάδος Ἱστορία ἐκ πηγῶν ἀψευδῶν, 1817-1967, τ. Γ’, σελ. 1505, Ἀθῆναι 1971).
Ὄχι μόνον οἱ Ἱερεῖς, ὡς πρῶτοι στόχοι, ἀλλὰ καὶ τὸ εὐλαβὲς Ποίμνιον τοῦ Πατρίου, ἀντιμετώπισε διακρίσεις εἰς βάρος του, κατηγορίας, διωγμούς, μωλωπισμούς, τραυματισμούς, φυλακίσεις, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ αὐτὸν τὸν θάνατον! Τὸ αἷμα τῶν πιστῶν ἔβαψε Ναούς, ὁδοὺς καὶ πλατεῖες τῆς ἑλληνικῆς γῆς· κατὰ τοὺς σκληροὺς ἐκείνους διωγμούς, «αἱ σκηναὶ ἦσαν ὅλως ἀποκαρδιωτικαί· χριστιανοὶ μὲ τὸν Σταυρὸν ἀνὰ χεῖρας ἐκτυπῶντο ὡς οἱ τελευταῖοι τῶν κακούργων· μητέρες καὶ λευκανθεῖσαι γερόντισσαι ἐποδοπατοῦντο ὑπὸ τῶν Ἀστυνομικῶν Ὀργάνων»! (Σταύρου Καραμήτσου-Γαμβρούλια, Ἡ Ἀγωνία ἐν τῷ κήπῳ τῆς Γεθσημανῆ, σελ. 92, Ἀθῆναι 1961).
Καὶ ὁ μὲν Οὐρανὸς διὰ τῆς Θεοσημείας τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ ἐνίσχυε καὶ ἐπεβράβευε τοὺς Γνησίους Ὀρθοδόξους διὰ τῆς Γ’ Ἐμφανίσεως Αὐτοῦ τοῦ 1925, ὅμως παραλλήλως ὑπενθύμιζεν εἰς αὐτοὺς τὴν σταυρικὴν καὶ μαρτυρικήν τους πορείαν. Ὁ δὲ Ἡγέτης ἡμῶν Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος, ὀρθῶς ἔγραφε καὶ κατήγγειλεν, ὅτι «ἠνέχθη ὁ Μακαριώτατος (ἤτοι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος), νὰ βάψῃ τὸν θρόνον αὐτοῦ καὶ μὲ τὸ αἷμα τοῦ ἀθώου καὶ θρήσκου Ποιμνίου, μαρτυρήσαντος ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας»! (Βλ. Τὸ Ἐκκλησιαστικὸν Ἡμερολόγιον ὡς Κριτήριον τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐν Ἱερᾷ Μονῇ Ὁσίου Διονυσίου Ὀλύμπου, 1/14.7.1935, ἐν περιοδ. «Ο.Ε.Μ.», τ. 22-23/Ἰανουάριος-Ἰούνιος 1991, σελ. 224).
2. Ἡ Νεομάρτυς Αἰκατερίνη Ρούττη τῆς Μάνδρας Ἀττικῆς
Μία ἐξαιρετικὴ καὶ θαυμαστὴ περίπτωσις συγχρόνου Μάρτυρος στὸν Ἀγῶνα ὑπὲρ τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας, ἀποτελεῖ ἡ 27ὴς εὐλαβὴς Χριστιανὴ σύζυγος καὶ μητέρα δύο ἀνηλίκων τέκνων Αἰκατερίνη Ρούττη στὴν Μάνδρα Ἐλευσῖνος Ἀττικῆς.
Τὸ ἐπεισόδιον τοῦ Μαρτυρίου της κατεγράφη στὸν ἡμερήσιον Τύπον τῆς ἐποχῆς καὶ ἤδη πρὸ 35ετίας καὶ πλέον τὸ ἱστορικὸν Περιοδικὸν τοῦ Ἀγῶνος ἡμῶν «Τὰ Πάτρια» τοῦ μακαρίτου Ἱεράρχου Πενταπόλεως Καλλιοπίου (+1998) εἶχε εἰδικὸν Ἀφιέρωμα, μὲ συγκέντρωσιν πολυτίμων στοιχείων τῆς ἐποχῆς τοῦ δράματος, τὸ ὁποῖον ἐν συνεχείᾳ ἐξεδόθη σὲ αὐτελὲς τεῦχος (βλ. Τὸ Αἷμα τῆς Μάνδρας, ἔκδ. 3η, Πειραιεὺς 1987, σελ. 80), μὲ παράθεσιν μάλιστα Εἰκόνος τῆς Νεομάρτυρος, ὡς καὶ ὑμνογραφικῶν πρὸς τιμὴν Αὐτῆς, γνωρῖσαν ἐπανεκδόσεις, ὥστε τὸ συγκλονιστικὸν ἐκεῖνο περιστατικὸν νὰ διασωθῆ καὶ διαδοθῆ εὐρύτερον.
Ἡ Αἰκατερίνη Ρούττη, τὸ γένος Πέππα, ἐγεννήθη τὸ 1900 στὴν Μάνδρα ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ ἐνυμφεύθη τὸν εὐλαβῆ Κωνσταντῖνον Ρούττην τὸ 1923. Ὅπως καὶ πλεῖστοι ἄλλοι στὴν περιοχήν τους, δὲν ἐδέχθησαν οἰκογενειακῶς τὴν Ἡμερολογιακὴν Καινοτομίαν τοῦ 1924 καὶ ἐσυνέχιζον νὰ ἑορτάζουν τὶς Ἑορτὲς σύμφωνα μὲ τὸ Ἐκκλησιαστικὸν Ἡμερολόγιον διὰ ὁμοφρόνων Κληρικῶν.
Στὴν Ἑορτὴν τῶν Ταξιαρχῶν μὲ τὸ Πάτριον, στὰς 8/21 Νοεμβρίου τοῦ 1927, σὲ ἑορτάζοντα Ναὸν στὴν Μάνδρα, εἶχεν ἀρχίσει ἡ πανηγυρικὴ Ἀκολουθία μὲ λειτουργὸν τὸν ἄρτι ἀφιχθέντα αὐτόθι Ἱερομόναχον Χριστοφόρον Ψαλλίδαν, παρουσίᾳ μεγάλου πλήθους Ὀρθοδόξων πιστῶν, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἦταν καὶ ἡ οἰκογένεια τῆς εὐλαβοῦς Αἰκατερίνης. Ἐνῶ ὅμως ἡ Ἀκολουθία προχωροῦσε εἰρηνικῶς, ἐνεφανίσθησαν ὄργανα τῆς τάξεως καὶ ἐκύκλωσαν τὸν Ναόν, διὰ νὰ παρακωλύσουν τὸν ἑορτασμὸν καὶ κυρίως νὰ συλλάβουν τὸν Ἱερέα. Ὅμως, ἡ θαρραλέα ἐμμονὴ τῶν πολυαρίθμων πιστῶν, ἀνάγκασε τοὺς ἀστυνομικούς, παρὰ τὰς ἐνισχύσεις ποὺ ἔλαβαν, νὰ ἀναμένουν τὴν ὁλοκλήρωσιν τῆς Ἀγρυπνίας, θορυβοῦντες ἐκτὸς τοῦ Ναοῦ καὶ προετοιμαζόμενοι διὰ «δρᾶσιν»...
Πρὸ τῆς ἀφίξεώς τους, λέγεται ὅτι ὁ σύζυγος τῆς Αἰκατερίνης, προαισθανόμενος κακὴν ἐξέλιξιν, τῆς ἐζήτησε νὰ πάρουν τὰ δύο ἀνήλικα τέκνα τους καὶ νὰ ὑπάγουν στὴν οἰκίαν τους, ὅπως καὶ ἔγινεν. Ὅμως, ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ Αἰκατερίνη, μὴ ἀνεχομένη νὰ διατελῆ σὲ ἀσφάλεια καὶ ἡσυχίαν, ἐνῶ οἱ ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί της ἀγρυπνοῦσαν προσευχόμενοι καὶ ἐκινδύνευαν σοβαρῶς, ἔσπευσε μυστικῶς στὸν Ναὸν τῶν Ταξιαρχῶν καὶ συνενώθηκε μὲ τὸ ἐκκλησίασμα, οὐσιαστικῶς δηλαδὴ «ἔτρεξε στὸ Μαρτύριον»!
Τοῦτο, φέρει εἰς νοῦν τοὺς θεοσόφους λόγους τοῦ Ὁσίου Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου, ὁ ὁποῖος γράφει ἐπεξηγηματικῶς: «Ὅταν μὲν ἡ Χάρις πληθυνθῇ ἐν ἀνθρώπῳ, τότε ἐν τῷ πόθῳ τῆς δικαιοσύνης ὁ φόβος τοῦ θανάτου εὐκαταφρόνητος αὐτῷ γίνεται, καὶ αἰτίας πολλὰς εὑρίσκει τις ἐν τῇ ψυχῇ αὐτοῦ, ὅτι δεῖ ὑπὲρ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ ὑποφέρειν τὴν θλῖψιν. Καὶ ὅσα δοκοῦντα βλάπτειν τὸ σῶμα καὶ αἰφνιδίως ἐπὶ τὴν φύσιν ἐπέρχονται, καὶ ἀκολούθως εἰς τὸ παθεῖν ἐτέθησαν, ὡς οὐδὲν λογίζονται ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ ἐν συγκρίσει τῶν ἐλπιζομένων ἀπὸ τοῦ νῦν» (Λόγος Α’).
Ὅταν λοιπὸν ἡ Ἀγρυπνία ἔληξεν, παρὰ τὴν μεταμφίεσιν τοῦ Λειτουργοῦ, ὥστε νὰ μὴ γίνη ἀντιληπτὸς ἐξερχόμενος καὶ ἔτσι νὰ διαφύγη τὴν σύλληψιν, οἱ Ἀστυνομικοὶ τὸν ἀνεγνώρισαν καὶ προσεπάθησαν νὰ τὸν συλλάβουν. Τὸν ἐφύλασσαν ὅμως πιστὲς γυναῖκες, γεμᾶτες ἀποφασιστικότητα καὶ ἀνδρείαν, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἡ νεαρὰ σύζυγος καὶ μητέρα Αἰκατερίνη, ἡ ὁποία ὡς φαίνεται ἐφλέγετο ἀπὸ Ἀγάπην διὰ τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον, καὶ μάλιστα διὰ τὸν τίμιον καὶ γνήσιον Λειτουργὸν τοῦ Ὑψίστου! Στὴν συμπλοκὴν ποὺ ἀκολούθησε, στὴν ὁποίαν ἀκούσθηκαν πολλοὶ πυροβολισμοί, καὶ βλέπουσα ἡ μακαρία ὅτι ὁ Ἱερεὺς ἐκινδύνευε νὰ κτυπηθῆ ἀπὸ τὸν ὑποκόπανον ἀστυνομικοῦ, προέταξεν ἄφοβα τὸ σῶμα της ὡσὰν ἀσπίδα προστασίας καὶ ἐδέχθη ἀντ’ ἐκείνου θανάσιμον κτύπημα στὸ ἀριστερὸν μέρος τῆς κεφαλῆς της, προλαμβάνουσα μόνον νὰ ἀναφωνήση τὸ γλυκύτατον Ὄνομα τῆς Παναγία μας!...
Διεκομίσθη αἱμόφυρτος στὸ νοσοκομεῖον «Εὐαγγελισμὸς» τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου ἑπτὰ ὁλόκληρες ἡμέρες ὑπέφερε φρικτῶς χωρὶς νὰ δύναται νὰ ὁμιλήση καὶ ἐν τέλει ὑπέκυψε τὶς πρῶτες πρωϊνὲς ὧρες τῆς 15ης Νοεμβρίου ἐκ.ἡμ., πρώτης ἡμέρας τῆς Νηστείας τῶν Χριστουγέννων, διὰ νὰ προγευθῆ στὴν Ἄνω Ἱερουσαλὴμ τὴν χαρὰν τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ!
Οἱ πιστοὶ τοῦ Πατρίου, οἱ ὁποῖοι παρακολουθοῦσαν τὸ θέμα μετὰ μεγάλου ἐνδιαφέροντος καὶ ἀγωνίας, ἐκινητοποιήθησαν ἀμέσως ὥστε ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία της, ἡ ὁποία ἐτελέσθη ἀπὸ τοὺς ἀγωνιστὰς Ἱερεῖς π. Ἰωάννην Φλῶρον καὶ π. Βασίλειον Σακελλαρόπουλον, νὰ μὴ εἶναι μία ἁπλῆ κηδεία, «ἀλλὰ ἱερὰ Λιτανεία μαρτυρικοῦ Λειψάνου. Χιλιάδες πιστοὶ συνώδευσαν τὴν πομπὴ κρατοῦντες ἄλλοι ἄνθη, ἄλλοι λαμπάδες καὶ ἄλλοι φοίνικες»! (Βλ. Τὸ Αἷμα τῆς Μάνδρας, σελ. 13).
Τὰ κείμενα, τὰ δημοσεύματα καὶ οἱ μαρτυρίες τῆς ἐποχῆς, ἀναφέρονται σαφῶς καὶ ρητῶς σὲ «Νεομάρτυρα», ἡ ὁποία μὲ τὴν θυσίαν της ἐνίσχυσε καὶ ἀνεπτέρωσε τὸν ζῆλον τῶν πιστῶν καὶ ἀπετέλεσε σύμβολον ὑπερτάτης Μαρτυρίας καὶ Ὁμολογίας, καύχημα διὰ τοὺς ἀγωνιζομένους καὶ κατάκριμα γιὰ τοὺς ἐνόχους. Τὸ «Αἷμα τῆς Μάνδρας» βοᾶ ἀκόμη κατὰ τοῦ πρωταιτίου καὶ ἠθικοῦ αὐτουργοῦ, ἤτοι τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῆς Καινοτομίας τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀλλὰ καὶ τῶν ἐπιγόνων αὐτοῦ!...
Ἀξιοσημείωτον τυγχάνει, ὅτι σὲ δημοσίευμα περὶ τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης τοῦ Καθ. κ. Ἀντωνίου Μάρκου (βλ. «Νεομάρτυς Αἰκατερίνη τῆς Μάνδρας», Ἱστολόγιον «Τὸ Συναξάριο τῆς Ἐκκλησίας», Τετάρτη 14 Ἰουλίου 2010), γίνεται παραπομπὴ σὲ πηγὴν τοῦ «Ματθαιϊκοῦ» π. Εὐγενίου Τόμπρου τοῦ 1961, ὅπου ἀναφέρεται ὅτι στὴν Ἀγρυπνίαν ἐκείνην τῶν Ταξιαρχῶν στὴν Μάνδρα τὸ 1927 ἦταν καὶ ὁ Ἁγιορείτης Ἱερομόναχος π. Ματθαῖος, ὁ κατοπινὸς Ἐπίσκοπος Βρεσθένης, καὶ ὅτι αὐτὸν προστατεύουσα ἐμαρτύρησε ἡ Αἰκατερίνη. Τοῦτο ὅμως δὲν ἀπαντᾶται σὲ καμμίαν πηγὴν τῆς ἐποχῆς τοῦ Μαρτυρίου. Ἐν τούτοις, στὸ ἐν λόγῳ δημοσίευμα τοῦ κ. Μάρκου ὑπάρχει ἡ πληροφορία, ὅτι μετὰ τὴν ἐκταφὴν τῆς Νεομάρτυρος, τὸ Λείψανόν της, ἐντολῇ τοῦ Ματθαίου, μετεφέρθη στὴν Μονὴν τῆς Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης στὴν Κερατέαν Ἀττικῆς, ὅπου φυλάσσεται ἡ τιμία Κάρα Αὐτῆς καὶ ἐτιμᾶτο ἀνέκαθεν «ὡς Λείψανον Μαρτυρικὸν». Ἐπίσης, ὅτι ἔχουν ἁγιογραφηθῆ ἱ. Εἰκόνες Αὐτῆς σὲ Μονὲς τοῦ Πατρίου στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ ἐξωτερικὸν καὶ ὅτι κυκλοφοροῦν ὑμνογραφικὰ Αὐτῆς στὴν ἑλληνικὴν καὶ ἀγγλικὴν γλῶσσαν.
3. Ἡ Ἁγιότης τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης Ρούττη
Εἴδομεν, ὅτι ἡ προσηγορία, τιμὴ καὶ κατάταξις ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴν Συνείδησιν περὶ τῆς φονευθείσης/θυσιασθείσης Αἰκατερίνης ἦτο αὐτὴ τῆς «Νεομάρτυρος». Τὸ Πλήρωμα τῆς διωκομένης Ἐκκλησίας ἀμέσως καὶ αὐθορμήτως, ἄνευ βίας ἤ ἄλλης σκοπιμότητος, ἔσπευσε νὰ ἐκφράση τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἐτυμηγορίαν καὶ νὰ τὴν διασαλπίση δημοσίως, ἄνευ φόβου, ἀμφιβολίας ἤ ἐπιφυλάξεως.
Ἄρα, συντρέχει ἐν προκειμένῳ ἡ Ὀρθόδοξος διδασκαλία καὶ πρᾶξις ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου, ὅτι δηλαδὴ δὲν ἔχομε μίαν ἐπιβεβλημένην ἄνωθεν, ὑπὸ κάποιας ἀρχῆς, «ἁγιοποίησιν», ἀλλὰ μίαν αὐθόρμητον καὶ ἀβίαστον τιμήν, βάσει τοῦ ἰσχύοντος κριτηρίου στὴν Ἐκκλησίαν. Τὰ ζωντανὰ Μέλη Αὐτῆς γνωρίζουν ἐμπειρικῶς καὶ διακρίνουν, ὅτι ἡ Ἁγιότης δὲν εἶναι ἁπλῶς ἠθικὸν κατηγόρημα/γνώρισμα, ἀλλὰ Ἁγιοπνευματικὴ δωρεά. Ἡ δὲ ἑκάστοτε Ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ πιστοποιεῖ καὶ διακηρύσσει ἐπισήμως τὴν ὑφισταμένην τοπικῶς ἀποδοχὴν ἑνὸς ἱεροῦ προσώπου ὡς Ἁγίου, ὥστε νὰ ἀναγραφῆ στὸ Ἑορτολόγιον καὶ Συναξάριον τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ τιμᾶται δεόντως, μὲ ὕμνους, Εἰκόνες καὶ Ναούς, ἀπὸ τὴν ὅλην Ἐκκλησίαν.
Κατὰ τὸν ἀοίδιμον Πατριάρχην Ἱεροσολύμων Νεκτάριον, «τρία θεωροῦνται τὰ μαρτυροῦντα ἀληθῶς ἐν ἀνθρώποις ἁγιότητα· πρῶτον, Ὀρθοδοξία ἄμωμος, ἀρετῶν κατόρθωσις ἁπασῶν, ἐν αἷς ἕπεται ἡ περὶ τὴν πίστιν μέχρις αἵματος ἀντικατάστασις, καὶ τέλος ἡ περὶ Θεὸν ἐπίδειξις σημείων ὑπερφυῶν καὶ θαυμάτων» (βλ. Πρὸς ταῖς προσκομισθεῖσαις θέσεις παρὰ τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις φρατόρων διὰ Πέτρου τοῦ αὐτῶν μαΐστορος περὶ τῆς ἀρχῆς τοῦ Πάπα ἀντίρρησις, ἐν Ἰασίῳ, 1682, σελ. 201).
Στὴν Νεομάρτυρα Αἰκατερίναν, τὸ τίμιον καὶ ἔνδοξον αὐτὸ Μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὀρθοδοξία ἡ ἄμωμος διέλαμπε, καὶ λόγῳ ἀκριβῶς ὑπάρξεως ἐν αὐτῇ ζώσης Ἀρετῆς καὶ ἀνεπιλήπτου βίου, ἔλαβε τὴν Χάριν τῆς μετὰ ζήλου προασπίσεως τοῦ ἀξίου Λειτουργοῦ τοῦ Ὑψίστου μετὰ τὴν Ἀγρυπνίαν. Ἀντικατέστη δὲ πράγματι μέχρις αἵματος στὸν Ἀγῶνα τῆς Πίστεως, τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἀγάπης. Ἀγάπησε ὑπὲρ πάντα Χριστὸν καὶ Ἐκκλησίαν, ἐθυσιάσθη δὲ ἀπὸ σεβασμὸν καὶ ἀγάπην διὰ τὴν γνησιότητα τῆς Πίστεως καὶ τὴν διαφύλαξιν Ὀρθοδόξου Κληρικοῦ, ἀπὸ τὴν χεῖρα τοῦ ὁποίου εἶχεν εὐλογηθῆ καὶ ἁγιασθῆ ὀλίγην ὥραν ἐνωρίτερον. Τῆς ἐχορηγήθη λοιπὸν δικαίως ἡ Χάρις τῆς Ὁμολογίας καὶ τοῦ Μαρτυρίου. Ἐν καιρῷ διωγμοῦ Πίστεως ἐπέδειξε ἀφοβίαν καὶ ἀνδρείαν, ζῆλον καὶ θυσίαν, δι’ αὐτὸ καὶ ἐχαριτώθη καὶ ἐτελειώθη διὰ τοῦ Μαρτυρίου. Εἶναι δὲ γνωστόν, ὅτι σὲ περίπτωσιν Μαρτυρίου, τὸ ὁποῖον ἀφ’ ἑαυτοῦ συνιστᾶ γεγονὸς χαρισματικόν, ἤτοι θαυμαστόν, δὲν ἀπαιτεῖται ὁπωσδήποτε καὶ ἡ ἐπίδειξις θαυματουργιῶν, πρὸς Διακήρυξιν τῆς Ἁγιότητος.
Ἀξιοσημείωτον ἐπίσης εἶναι, ὅτι ἡ ἀγωνία τῆς Νεομάρτυρος στὸ νοσοκομεῖον, ὅπου ἀργοέσβηνε, δὲν ἦτο διὰ τὸν ἑαυτόν της, ἀλλὰ ἔγραψε μὲ δυσκολίαν ἕνα σημείωμα στὸν σύζυγόν της διὰ νὰ προσέξη καὶ φροντίση τὰ τέκνα τους. Ἡ ἀγαπῶσα μητρικὴ καρδία της, μετὰ Θεόν, ἐνδιαφέρετο διὰ τὰ τέκνα της, περὶ τῶν ὁποίων μετὰ βεβαιότητος θὰ ηὔχετο διαπύρως ἐν Οὐρανοῖς!
4. Συμπέρασμα
Ἡ Ἱερὰ ἡμῶν Σύνοδος, προνοοῦσα διὰ τὴν ἐπαξίαν τιμὴν τῶν θυσιασθέντων Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ὡς καὶ τὴν ἐπίσημον προβολήν των ὡς ὑποδειγμάτων ἐνώπιον τοῦ Ποιμνίου Αὐτῆς, ἀλλὰ καὶ τῶν ὅπου γῆς Ὀρθοδόξων, ἐν ἡμέραις ἀποστασίας καὶ συγχύσεως, ὅτε καὶ πάλιν ἀπαιτεῖται ζῆλος Μαρτυρικὸς καὶ Ὁμολογία ἕως θανάτου, θὰ πράξη ἄριστα διακηρύττουσα καὶ ἐπισήμως τὴν Ἁγιότητα τῆς Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης Ρούττη τῆς Μάνδρας, πρὸς ἐγγραφὴν Αὐτῆς στὸ Ἑορτολόγιον τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ θεάρεστος αὐτὴ Πρᾶξις, ὡς χρέος ἱστορικὸν καὶ πνευματικόν, θὰ ἐφελκύση ἐπὶ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου πλουσιωτέρως τὴν θείαν εὐλογίαν καὶ εὐαρέσκειαν, καὶ θὰ ἐπιδαψιλεύση δωρεὲς καὶ χάριτες, διὰ πρεσβειῶν τῆς Ἁγίας Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης, ἐφ’ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τοῦ Ποιμνίου ἡμῶν.
Ὁ Εἰσηγητὴς
Ἐλάχιστος ἐν Χριστῷ Ἀδελφὸς
+ Ὁ Γαρδικίου Κλήμης